Pin It

Ο Ηλίας Αλί Χασάν, εκπρόσωπος της Σομαλικής Κοινότητας στην Ελλάδα όταν κατέστρεψαν τα γραφεία της πέρσι στην Αθήνα και σήμερα πρέσβης της χώρας του στην Ισπανία, μιλά στην «Εφ.Συν.»

 

Tης Ιωάννας Σωτήρχου

 

To 2011 ήταν η χρονιά με τη μεγαλύτερη ξηρασία των τελευταίων 60 χρόνων στη Σομαλία, μια χώρα που ο εμφύλιος σπαράσσει τα τελευταία 22 χρόνια. Ο λιμός που ξέσπασε ανάγκασε πολλούς να φύγουν στις γειτονικές χώρες, θυμίζοντας το ένα εκατομμύριο νεκρών από την πείνα την πρώτη δεκαετία της πολιτικής αστάθειας. Και να σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για μια χώρα με πληθυσμό περίπου στα δέκα εκατομμύρια.

 

Τι μας νοιάζει εμάς; Το 2011 ήταν η χρονιά που οι Σομαλοί πρόσφυγες στην Αθήνα δέχονταν την τρίτη κατά σειρά επιδρομή. Σάββατο βράδυ στις 9 Απριλίου η Σομαλική Κοινότητα έζησε τη βία made in Greece: «Ηταν καμιά 200αριά άτομα.

 

Με σπρέι αερίου και χειροβομβίδες κρότου, μας χτύπησαν, κατέστρεψαν κτίριο και εξοπλισμό, έσπασαν την είσοδο και τα παράθυρα, έγραψαν βρισιές στους τοίχους, λεηλάτησαν ακόμη και τις σημαίες των δύο χωρών -ελληνική και σομαλική- που στόλιζαν τα γραφεία μας. Είχαμε δέκα τραυματίες, τρεις πήγαν στο νοσοκομείο, ένας νοσηλεύτηκε».

 

Και όλα αυτά παρουσία της Αστυνομίας: «Παρ' ότι ζητήσαμε την προστασία της Αστυνομίας και παρά την ισχυρή τους παρουσία κατά τη ρατσιστική επίθεση, δεν μας προστάτεψαν. Ούτε έκαναν καμία σύλληψη». Τι μας νοιάζει εμάς; Το χτύπημα ήταν καίριο επειδή στα γραφεία της κοινότητας η αλληλεγγύη ήταν έμπρακτη, αλλά αποτελούσε και το βασικό κανάλι επικοινωνίας με πολιτεία και κοινωνία:

 

«Στα γραφεία μας, μπορούσε κάποιος να πλυθεί και να πλύνει τα ρούχα του, να μαγειρέψει, ενώ όποτε μπορούσαμε προσφέραμε φαγητό. Μερικοί, όπως οι οικογένειες προσφύγων με παιδιά, οι άρρωστοι και οι πολύ ευάλωτοι φιλοξενούνταν εκεί. Ηταν τόπος εκδηλώσεων και συνεύρεσης, θρησκευτικών συναντήσεων, αλλά και ενημέρωσης για το πού μπορείς να απευθυνθείς για να βρεις στήριξη».

 

«Ναι, υπήρχαν παράπονα επειδή συγκεντρώνονταν άνθρωποι έξω από το κτίριο αλλά αυτό γινόταν επειδή δεν είχαν πού να πάνε. Ορισμένοι κοιμούνταν σε βάρδιες, καθώς μοιράζονταν το κρεβάτι με άλλους. Χωρίς δουλειά και χωρίς χαρτιά το μόνο που μας απέμενε ήταν οι μεταξύ μας συναντήσεις, μια αίσθηση κοινότητας. Δεν θέλαμε ούτε να είμαστε παράνομοι, ούτε να ενοχλούμε τη γειτονιά. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε, χωρίς καμιά βοήθεια από πουθενά». Μετά από αυτό το χτύπημα τα γραφεία έκλεισαν και αυτοί οι άνθρωποι έγιναν πάλι πρόσφυγες, στους δρόμους της Αθήνας αυτή τη φορά.

 

«Οι Σομαλοί στην Ελλάδα είναι πρόσφυγες. Ζητούν άσυλο και την προστασία που δικαιούνται. Εφυγαν από ένα κράτος που η μόνη κυβέρνηση τις τελευταίες δύο δεκαετίες ήταν η ανομία και η βία. Η φυγή προς αναζήτηση ασφάλειας ήταν η μόνη ελπίδα για επιβίωση».

 

Ο Ηλίας Αλί Χασάν, που μας μιλά, ήταν πρόεδρος στη σομαλική κοινότητα όταν έγιναν όλα αυτά. Γεννημένος το 1980, με σπουδές Διοίκησης Επιχειρήσεων και εμπειρία σε ανθρωπιστικές οργανώσεις -στην πατρίδα του ο ένας στους τρεις ανθρώπους εξαρτά την επιβίωσή του από την ανθρωπιστική βοήθεια- ήρθε στην Ελλάδα πριν από έξι χρόνια.

 

Εφυγε για την ασφάλειά του, για να γλιτώσει τον εμφύλιο, μεταξύ φυλών αλλά και θρησκευτικών ομάδων, καθώς η οικογένειά του ανήκει σε φυλετική μειονότητα. Λυπάται που άφησε πίσω του μάνα και αδελφή. Του δίνει χαρά η οικογένειά του. Εχει τρία παιδιά, το ένα μόλις τριών μηνών. Σήμερα είναι πρέσβης της χώρας του στην Ισπανία και προσπαθεί να στήσει την πρεσβεία που έκλεισε, όπως και όλες οι διπλωματικές αποστολές της χώρας του το 1991, όταν έπεσε η κυβέρνηση και ξεκίνησε ο εμφύλιος που έληξε μόλις λίγο καιρό πριν: φέτος τον Σεπτέμβριο ορκίστηκε κοινοβουλευτική κυβέρνηση.

 

«Ετσι είναι ο κόσμος. Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει. Στην Ελλάδα συνάντησα καλούς και κακούς ανθρώπους και ήταν σημαντικό για μένα ότι δούλεψα για να βοηθήσω τους συμπατριώτες μου. Ηταν μια δύσκολη περίοδος όχι μόνο για τους Σομαλούς, αλλά για όλους τους πρόσφυγες. Είναι κρίμα που, σε αυτήν την όμορφη χώρα με τον σπουδαίο πολιτισμό, υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν ότι οι ξένοι είναι εχθροί και δημιουργούν μια άσχημη εικόνα γι' αυτήν. Δεν ξεχνώ ότι πολλοί άνθρωποι μας βοήθησαν να φτιάξουμε την κοινότητα. Υπάρχουν όμως μεγάλες ανάγκες και οι ελληνικές αρχές δεν βοηθούν».

 

Αν θα ξαναρχόταν στη χώρα μας; «Γιατί όχι. Είχα ειλικρινά την ελπίδα μια μέρα να δημιουργήσουμε καλές διπλωματικές σχέσεις γιατί έχουμε κάτι κοινό οι δύο χώρες: μια μεγάλη θάλασσα. Και θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε στον τομέα της ναυτιλίας».

 

 

 

Scroll to top