17/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Φωτογραφίζει και σχολιάζει ο Τάσος Κωστόπουλος

Ελλάδα – Κύπρος – Συρία;

      Pin It

«Ελλάδα-Κύπρος-Παλαιστίνη, Αμερικάνος δε θα μείνει!». Το σύνθημα-σύμβολο του μεταπολιτευτικού αντιιμπεριαλισμού φέρει πάνω του το γενετικό αποτύπωμα της συγκυρίας που το γέννησε. Το κυπριακό του σκέλος σημαδεύτηκε από την τραγωδία του 1974 – ιδωμένη ως αμερικανική «προδοσία», όχι όμως και ως η απόρροια του ελληνικού στρατοκρατικού μεγαλοϊδεατισμού, που επίσης υπήρξε. Η αναφορά πάλι στην Παλαιστίνη ακουμπούσε τις ευαίσθητες χορδές ποικίλων ακροατηρίων. Για τους πολλούς αφορούσε μια σκλαβωμένη χώρα, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της οποίας θύμιζε τον δικό μας του 1821. Σε κάποιους άλλους ενεργοποιούσε αντισημιτικά ανακλαστικά, στην αυτούσια εξωτερίκευση των οποίων η τότε συγκυρία δεν άφηνε και πολλά περιθώρια. Για τους αριστερούς, τέλος, το παλαιστινιακό κίνημα ήταν ο μοναδικός φορέας μιας επαναστατικής πρακτικής στην ευρύτερη περιοχή, οι δυναμικές συνιστώσες του οποίου (το Λαϊκό και το Δημοκρατικό Μέτωπο) υιοθετούσαν ανοιχτά σοσιαλιστικές αναφορές. Σε σύμβολο αγώνα είχαν αναγορευθεί όχι οι αδρανείς Παλαιστίνιοι της Δυτικής Οχθης και της Γάζας, η Ιντιφάντα των οποίων ξεκίνησε μόλις τον Δεκέμβριο του 1987, αλλά οι ριζοσπαστικοποιημένες προσφυγικές μάζες του Λιβάνου, που από το 1969 αποτελούσαν ένοπλο κράτος εν κράτει, χώρο προσκυνήματος -ή και εκπαίδευσης- για κάθε λογής Ευρωπαίους ριζοσπάστες. Ο λιβανικός εμφύλιος του 1975 προσέδωσε αυξημένη επικαιρότητα στο σύνθημα, σε μια εποχή που ο «ισλαμικός κίνδυνος» δεν είχε ακόμη εφευρεθεί από τα φιλοαμερικανικά θινκ τανκ και κανείς δεν διανοούνταν να υποστηρίξει τους ακροδεξιούς φαλαγγίτες επειδή απλώς τύχαινε να είναι (και να πολεμούν ως) χριστιανοί. Η κυρίαρχη πολιτική αντίθεση σοσιαλισμού-καπιταλισμού βοηθούσε, εξάλλου, στο στρογγύλεμα πολλών ακόμη αντιθέσεων: πόσοι θυμούνται πως η σφαγή του Ταλ-ελ-Ζαατάρ, που απαθανάτισε μουσικά ο Θάνος Μικρούτσικος, διαπράχθηκε το φθινόπωρο του 1976 όχι από τους Αμερικανούς ή τους Ισραηλινούς αλλά από τα συριακά «ειρηνευτικά» στρατεύματα του πατρός Ασαντ, λίγο πριν αναγορευθούν σε πυλώνα του αντιιμπεριαλισμού στην ίδια περιοχή;

 

Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, η αντιαμερικανική παράμετρος παραμένει ενεργή και ενίοτε υπενθυμίζεται στους τουρίστες (1), η ταύτιση όμως με τους αντιπάλους της Ουάσινγκτον και του Τελ Αβίβ δεν αφορά πλέον τα οράματα ή την κοινωνικοπολιτική πρακτική τους. συνήθως περιορίζεται στην ικανότητά τους να εξολοθρεύουν Ισραηλινούς κι Αμερικανούς στρατιώτες. Τη μερίδα του λέοντος του θαυμασμού εισπράττουν έτσι δικαίως η λιβανική Χεσμπολάχ με τη νικηφόρα αντίστασή της στην ισραηλινή εισβολή του 2006 στον Λίβανο (2, 5) και οι ανώνυμοι μαχητές της ιρακινής αντίστασης στην αμερικανική κατοχή (3, 6). Χάρη στους συνειρμούς που επιτρέπει η παρήχηση του ονόματός της, η παλαιστινιακή Χαμάς είναι κι αυτή παρούσα, σε μικρότερο όμως βαθμό (4).

 

Μειοψηφικές αντιστίξεις, οι κραυγές κάποιων αυθεντικών αντιιμπεριαλιστών υπογραμμίζουν, από την άλλη, όσα η πάνδημη ρητορεία συνήθως συγκαλύπτει. Το 2006 στα Χανιά καυτηριάζουν τις κερδοφόρες μπίζνες μιας μερίδας της τοπικής κοινωνίας με τη γειτονική βάση της Σούδας και τους περαστικούς «φιλοξενούμενούς» της (7), το 2002 στη Θεσσαλονίκη θυμίζουν ότι και κάποια «δικά μας» ινδάλματα υπήρξαν σφαγείς εξεγερμένων πληθυσμών (8), το 2009 στην Πάτρα εύχονται και για τους Ελληνες φονιάδες των λαών τα ίδια με τους υπόλοιπους (9). Στην Αθήνα του 2010 εξηγούν, τέλος, τι ακριβώς σημαίνει ο νεότευκτος ελληνοϊσραηλινός άξονας που εξυμνεί το εθνικόφρον στρατοκρατικό λόμπι των ημερών μας (10).

 

Scroll to top