22/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η νέα πορεία

Τα «τρίδυμα» της Κολοκοτρώνη

Η οδός Κολοκοτρώνη διανύει τη νέα της άνοιξη και όχι μόνο γιατί εδώ τον τελευταίο χρόνο είναι τα γραφεία της «Εφημερίδας των Συντακτών». Σφύζει από ζωή σχεδόν σε 24ωρη βάση και έχει αναδειχθεί σε ένα από τα αγαπημένα στέκια της νεολαίας στο ιστορικό κέντρο.
      Pin It

Η οδός Κολοκοτρώνη διανύει τη νέα της άνοιξη και όχι μόνο γιατί εδώ τον τελευταίο χρόνο είναι τα γραφεία της «Εφημερίδας των Συντακτών». Σφύζει από ζωή σχεδόν σε 24ωρη βάση και έχει αναδειχθεί σε ένα από τα αγαπημένα στέκια της νεολαίας στο ιστορικό κέντρο

 

«Ανήκουν στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού και συμπληρώθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ʹ80 με ένα γυάλινο κτίριο που δεν ενοχλεί αρχιτεκτονικά τις όψεις τους

 

Της Χαράς Τζαναβάρα

 

Η Κολοκοτρώνη –η οδός Ανακτόρων, όπως ήταν η αρχική της ονομασία ώς τα μέσα του 19ου αιώνα– έχει μεγάλη ιστορία, που πιστοποιείται άλλωστε και από τα 22 διατηρητέα κτίρια τα οποία διασώθηκαν από τη λαίλαπα της αντιπαροχής την περίοδο 1960-70. Λαμπρά δείγματα για την ιστορία του δρόμου είναι τα δύο, σχεδόν δίδυμα, νεοκλασικά που βρίσκονται στην αρχή του δρόμου, κοντά στη συμβολή με τη Σταδίου. Ανήκουν και τα δύο στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού και ευτυχώς έχουν διασωθεί. Τα σχεδόν δίδυμα νεοκλασικά «συμπληρώθηκαν» και στην ουσία ενοποιήθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1980 από ένα καλαίσθητο γυάλινο κτίριο.

 

Διαφορετική είναι η εικόνα στο απέναντι κτίριο, μετά τη διασταύρωση με την οδό Βουλής, που έχει αφεθεί να καταρρεύσει. Από αρχιτεκτονική άποψη είναι πιο ενδιαφέρον με τα τοξωτά κουφώματα του ισογείου, τα οποία όμως έχουν εξαφανιστεί πίσω από τα υφασμάτινα πρόχειρα πετάσματα και τις σιδερένιες σκαλωσιές που περιβάλλουν το υπεραιωνόβιο κτίριο.

 

Η ευρύτερη περιοχή είδε τις «μετοχές» της να ανεβαίνουν στο χρηματιστήριο της γης μετά το 1860, όταν εγκαταλείφθηκαν τα αρχικά σχέδια για την κατασκευή του βασιλικού παλατιού στη θέση της σημερινής πλατείας στην Ομόνοια και οριστικοποιήθηκε η νέα του θέση, που δεν είναι άλλη από τη σημερινή Βουλή. Σημαντικοί Ελληνες της διασποράς έσπευσαν να αγοράσουν οικόπεδα γύρω από το νέο κέντρο και πολύ γρήγορα οι βασικοί δρόμοι γέμισαν από μεγαλόπρεπα αρχοντικά. Την τιμητική τους είχαν η Πανεπιστημίου, η Σταδίου, η Β. Σοφίας και η Β. Αμαλίας. Η Κολοκοτρώνη, που βρίσκεται πολύ κοντά στη διαχρονικά εμπορική Ερμού, ακολούθησε με διαφορά μιας-δυο δεκαετιών και δεν κατάφερε να προσελκύσει την προσοχή της οικονομικής και πολιτικής αφρόκρεμας, όπως έγινε με τα αθηναϊκά βουλεβάρτα. Βρισκόταν βεβαίως πίσω από το Βουλευτήριο, το πρώτο κτίριο της Βουλής, πολύ κοντά στην πλατεία Κλαυθμώνος, όπου χωροθετήθηκαν οι πρώτες υποδομές του κράτους, όπως το Νομισματοκοπείο και το Τυπογραφείο. Πέτυχε όμως να συγκεντρώσει την τότε ανερχόμενη αστική τάξη και κατέγραψε σημαντικές πρωτιές. Το 1835 ήταν ένας από τους πρώτους δρόμους της Αθήνας που «ελιθοστρώθηκαν». Στον ίδιο κατάλογο περιλαμβάνονται οι οδοί Αδριανού, Αθηνάς, Αιόλου και Ερμού. Λίγα χρόνια αργότερα (1857) απέκτησαν και οδόστρωμα με την τότε πρωτοποριακή μέθοδο Μακ Ανταμς, όπως αναφέρει ο Σ. Κυδωνιάτης στο έργο του «Αι Αθήναι άλλοτε και τώρα».

 

Ηταν η εποχή που ο πληθυσμός της Αθήνας πολλαπλασιαζόταν με γεωμετρική πρόοδο και οι «αυτόχθονες» κάτοικοι αναφέρονταν απαξιωτικά για τους «ετερόχθονες». Εκαναν επίσης την εμφάνισή τους τα πρώτα καταστήματα: μυροπωλεία, ανθοπωλεία, στιλβωτήρια, καθαριστήρια και κουρεία, που τότε λειτουργούσαν και ως οδοντιατρεία!

 

Αυτή η αλλαγή σημάδεψε και την αρχιτεκτονική των κτιρίων, που παραμένουν διώροφα ή τριώροφα, αλλά στο ισόγειο αρχίζουν να αποκτούν χώρους για καταστήματα. Μάλιστα, από το 1880, όπως παρατηρεί ο δημοσιογράφος Νίκος Βατόπουλος στο βιβλίο του «Τα πρόσωπα της Αθήνας», αρχίζει να εκδηλώνεται η παρακμή του αμιγούς νεοκλασικισμού, που χαρακτήρισε τα πρώτα κτίρια της πρωτεύουσας, με την εγκατάλειψη των περίτεχνων διακοσμητικών στοιχείων και τη σταδιακή εμφάνιση πιο «καθαρών» γραμμών, που μερικές δεκαετίες αργότερα θα αποτελέσουν το «σήμα κατατεθέν» της αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου.

 

Το πρώτο από τα δίδυμα κτίρια κατασκευάστηκε την περίοδο 1880-90, ενώ το γωνιακό είναι νεότερο (1900). Ο αρχιτέκτονας είναι άγνωστος, αλλά φαίνεται πως είναι ο ίδιος, αφού και τα δύο διαθέτουν πολλά κοινά μορφολογικά στοιχεία. Τα ορθογωνισμένα, μικρού ανοίγματος αλλά μεγάλου ύψους, κουφώματα κυριαρχούν στην πρόσοψη. Το αρχιτεκτονικό «παιχνίδι» περιορίζεται κυρίως στα μπαλκόνια. Διαθέτουν όλα περίτεχνα κάγκελα και έχουν μια ενδιαφέρουσα διάταξη. Στο βορινό κτίριο είναι μονά και σε απόλυτη συμμετρία, διαφορετική για κάθε όροφο. Στο γωνιακό, στον πρώτο το μπαλκόνι μεγαλώνει, προφανώς χάρη στις τεχνικές εξελίξεις στην οικοδομική, ενώ στο δεύτερο απομακρύνονται από το κέντρο, υπακούοντας πάντα στον αόρατο κανόνα της συμμετρίας.

 

Τα ισόγεια και των δύο κτιρίων, που προορίζονταν εξ αρχής για εμπορική χρήση, έχουν μεγάλο ύψος, που φτάνει τα 6 μέτρα. Ειδικά στο τρίτο, εγκαταλειμμένο κτίριο χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά σιδηροδοκοί με διατομή διπλού «Τ», που απάλλαξαν τον εσωτερικό χώρο από τα υποστηλώματα και έδωσαν «αέρα» για να αναπτυχθούν οι εμπορικές χρήσεις. Διατηρούνται τα συνεχόμενα ανοίγματα, που επιτρέπουν να δημιουργηθούν βιτρίνες ή πολλές είσοδοι για τα ιστορικά καφενεία και ζαχαροπλαστεία του ιστορικού κέντρου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στέγαστρα, που είναι κατασκευασμένα από σίδερο και γυαλί. Δυστυχώς, τα περισσότερα δεν έχουν διασωθεί.

 

[email protected]

 

………………………………………………………………………………………………………………………………

 

 Διατηρητέα το ’85

 

Και τα τρία κτίρια έχουν κηρυχθεί από το 1985 διατηρητέα ως προς τις όψεις τους. Δυστυχώς, μόνον για τα δύο ακολούθησε ένα χρόνο αργότερα η έκδοση των ειδικών όρων δόμησης, ενώ την περίοδο 2008-09 έγιναν εκτεταμένες εσωτερικές διαρρυθμίσεις.

 

Διακριτικό το γυαλί

 

Το γυάλινο κτίριο λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στα δύο νεοκλασικά. Ακολουθώντας τις «συνταγές» που είχαν δοκιμαστεί με επιτυχία στο εξωτερικό, η προσθήκη έχει υποχωρήσει προς το πίσω μέρος του οικοπέδου, ώστε να κάνει πιο διακριτική την παρουσία του.

 

Η πρώτη εφαρμογή

 

Η προσθήκη σε νεοκλασικά είχε πρωτοεμφανιστεί στην Αθήνα σε κτίριο τράπεζας επί της Πανεπιστημίου, προκαλώντας μεγάλες αντιδράσεις σε αρχιτέκτονες και μη. Το γυαλί, ως ουδέτερο υλικό, θεωρείται ότι «δένει» καλύτερα με την περίτεχνη διακόσμηση του νεοκλασικισμού.

 

Scroll to top