22/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«Δέηση»

      Pin It

Του Γιάννη Καλαϊτζή

 

Ο Καρλ Κράους έχει γράψει το περίφημο «Το όνομα του Χίτλερ δεν μου λέει τίποτα» και τούτο, αφού ήταν πεπεισμένος πως η ασημαντότητα ενός ανθρώπου ήταν ικανή να οδηγήσει στην εξαφάνιση των υπολειμμάτων του προηγούμενου πολέμου. Αυτός ο προβοκάτορας (ο Κράους) έλεγε: «Τα έργα τέχνης είναι περιττά. Είναι βέβαια απαραίτητο να τα δημιουργούμε, αλλά όχι να τα δείχνουμε». Περιγραφικότερος και αφόρητος λόγω της καλλιτεχνικής του μεγαλοφυΐας ο Σαλβατόρ Νταλί ισχυρίζεται επί του θέματος περίπου τα ακόλουθα: Εάν κλειδώσουμε ένα έργο τέχνης, ένα αριστούργημα μέσα σε σιδερόφραχτο σεντούκι και αυτό το θάψουμε κατόπιν σε σπήλαιο των Ιμαλαΐων αιωνίως, το έργο αυτό θα διατηρήσει την ανυπολόγιστη αξία του στο ακέραιο.

 

Εάν είχατε ζήσει ως θαυμαστής της Μαρίκας Νίνου, της Σοφίας Λόρεν, του Πάμπλο Πικάσο, του Αλφρεντ Χίτσκοκ και της Ελληνικής Ανοιξης, είναι αμφίβολο εάν θα κατανοούσατε τις ως άνω αισθητικές βεβαιότητες.

 

Εν τούτοις, αγαπητοί αναγνώστες, μεγάλοι πολιτισμοί, συμφωνώντας με τους παραδοξολόγους Κράους και Νταλί και όχι (τι βλακεία) με εμάς, αποδέχονται και οργανώνουν την εξαφάνιση των έργων τέχνης. Εικόνες, επιγραφές και ομοιώματα βγήκαν από τη σπηλιά του μάγου και θάφτηκαν για πάντα συντροφεύοντας νεκρούς. Οι αμέτρητοι επιβλητικοί πολεμιστές που υποδέχονται τον επισκέπτη στο σινικό υπέδαφος δημιουργήθηκαν ένας προς έναν για να φρουρούν τον ενταφιασμένο τους αυτοκράτορα αφενός και την ακεραιότητα της σουρεαλιστικής γνώμης του Νταλί περί τέχνης αφ' ετέρου.

 

Αλλά και στην άλλη πλευρά της Ασίας οι ανακτορικοί πολιτισμοί της ανατολικής Μεσογείου εμφορούνταν από την αυτή αισθητική τάση του εγκιβωτισμού της τέχνης. Η μετέπειτα ελληνική πόλις-κράτος του θεάτρου, του σταδίου, της αγοράς και της ελευθερίας έφερε στο φως της ημέρας τα έργα τέχνης και τους δημιουργούς τους, οι οποίοι απέκτησαν αυτομάτως το δικαίωμα στη μετριοφροσύνη και την υποχρέωση να είναι ματαιόδοξοι. Εργο τους, η πρωτοτυπία σε εκατοντάδες αντίγραφα.

 

Στους αιώνες μετά τον πολιτισμό των νεκρουπόλεων τα καλλιτεχνικά έργα, όταν δεν στεγάζονται στα ορφανοτροφεία των γραμμάτων, ενταφιάζονται στις ιδιωτικές συλλογές. Οπως ο Πολίτης Κέιν, οι μεγιστάνες (Μελισσανίδης, Ρέστης, Λαυρεντιάδης) ονειρεύονται ένα Ξαναντού, μια Σάνγκρι-λα, ένα άβατο χαρέμι αριστουργημάτων διά βίου. Πίνακες μοναδικοί και ανεπανάληπτοι δυνατόν να ξεχαστούν εσαεί σε μια σοφίτα, όπως το «Ηλιοβασίλεμα στο Μονμαζούρ», που υπογράφει ένας Βαν Γκογκ.

 

Αφορμή του παρόντος γραπτού είναι η δέηση, η προσευχή, μια γιγαντιαία εικόνα που ορθώνεται σε κοινή θέα -στον αντίποδα των νεκροθαλάμων- στο πάρκινγκ Πειραιώς και Μενάνδρου γωνία. Το υπογράφουν οι κ. Κρέτσης και Αναστασάκος που χρηματοδότησε το υπ. Περιβάλλοντος. Το έργο αποκαλύπτει υψηλή τεχνική κατάρτιση, ολοκληρωμένη εικαστική αντίληψη, βαθύ καλλιτεχνικό συναίσθημα. Είναι αντίγραφο της «Προσευχής» του Αλμπρεχτ Ντίρερ σε μια εντυπωσιακή μεταστροφή. Τα δύο χέρια εδώ έχουν ενωθεί σε μια αντεστραμμένη επίκληση, από τον ουρανό δηλαδή προς τη γη. Εξαιρετική η επιλογή του Αλμπρεχτ Ντρίρερ ως προτύπου. Οδήγησε τη γερμανική τέχνη από τις σκιές των μέσων χρόνων στο δημόσιο φως των πολιτών και της Αναγέννησης.

 

Η αντεστραμμένη φορά της χειρονομίας, η ουράνια προέλευση, το υπερκόσμιο μέγεθος υποδηλώνουν ασφαλώς μια προσευχόμενη θεότητα που αβέβαιη επικαλείται τον άνθρωπο. Και όσοι -θαυμαστές του ΜΕΤΑΧΑΧΑ- επικρίνουν το αντίγραφο από την ιστοσελίδα «Γηγενείς Ακρίτες» (προσοχή στο οδοντικό του τέλους), πείθουν πως είναι ικανοί να μας οδηγήσουν «μέχρι την εξαφάνιση των υπολειμμάτων του προηγούμενου πολέμου αφού τα ονόματά τους», κ. Καρλ Κράους, «δεν μας λένε απολύτως τίποτα».

 

www.gianniskalaitzis.gr

 

Scroll to top