Της Β. Παπαντωνοπούλου
Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013, στάδιο «Σαν Πάολο».
Υπήρχε μια θάλασσα από χέρια που απλώνονταν από τις εξέδρες προς το τούνελ των αποδυτηρίων. Ατομα κρεμασμένα από την κερκίδα που ήθελαν μια χειραψία με τον Ράφα Μπενίτεθ. Να τον συγχαρούν για τη μεγάλη νίκη επί της Ντόρτμουντ με 2-1.
Την ίδια ώρα στο Λονδίνο, ο πολύς Ζοσέ Μουρίνιο και οι παίκτες του συνοδεύτηκαν προς τα αποδυτήρια από αποδοκιμασίες του κοινού της Τσέλσι, καθώς μόλις είχαν κάνει ντεμπούτο στο φετινό Τσάμπιονς Λιγκ με την ήττα – σοκ 2-1 από τη Βασιλεία.
Ακόμα και αυτές οι αποδοκιμασίες, όμως, δεν ήταν τίποτε μπροστά σε αυτά που έζησε πέρσι ο Ράφα Μπενίτεθ στον πάγκο των «μπλε». Ο «υπηρεσιακός κόουτς», όπως τον βάφτισαν υποτιμητικά οι Λονδρέζοι οπαδοί, ανέλαβε την ομάδα όταν ουσιαστικά είχε αποκλειστεί από τη φάση των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ και δεν είχε δυνατότητες να κάνει αλλαγές για να θεραπεύσει τις ανισορροπίες της και της εξασφάλισε την 3η θέση στο πρωτάθλημα, οδηγώντας την παράλληλα και στην κατάκτηση του Γιουρόπα Λιγκ, ύστερα από συνολικά 69 αγώνες στη σεζόν. Ολα αυτά σε καθεστώς διαρκούς πίεσης και αρνητικής στάσης της εξέδρας στο «Στάμφορντ Μπριτζ». Η αντιπαλότητά του με τον Ζοσέ Μουρίνιο τον καιρό που ο ίδιος καθόταν στον πάγκο της Λίβερπουλ τον είχε κατατάξει μια για πάντα στους ανεπιθύμητους για το λονδρέζικο κοινό.
Η σύντομη θητεία του στην Τσέλσι έληξε το καλοκαίρι και ο Ρομάν Αμπράμοβιτς επανέφερε τον εκλεκτό των οπαδών, τον Μουρίνιο.
Ο ίδιος ο Μπενίτεθ, αντίθετα απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς, χαρακτήρισε πολύ καλή την εμπειρία στους «μπλε»: «Δεν ασχολούμαι με την αντίληψη όσων βρίσκονται έξω από την ομάδα. Εμένα με ενδιαφέρει η σχέση μου με τους παίκτες που ήταν φανταστικοί και δουλέψαμε πολύ και καλά. Ακόμα και κάποιοι οπαδοί προς το τέλος είχαν μαλακώσει τη στάση τους. Για τους υπόλοιπους, τι να κάνεις; Δεν μπορείς να τους αλλάξεις γνώμη. Εγώ όμως ήμουν χαλαρός και ευχαριστημένος γιατί εργάστηκα με ένα εξαιρετικό σύνολο ατόμων». Και να σκεφτεί κανείς ότι ήταν σχεδόν δύο χρόνια άνεργος πριν πάρει το ρίσκο να πάει στο Λονδίνο, σε ένα μέρος όπου ήταν ανεπιθύμητος από τη συντριπτική πλειονότητα των οπαδών. Πάντως το ρίσκο απέδωσε χάρη σε μεγάλη προσπάθεια: «Χρειάστηκε να δώσουμε 13 ευρωπαϊκούς αγώνες ανάμεσα στα παιχνίδια πρωταθλήματος. Είμαι περήφανος για τη δουλειά μου, γιατί η διαχείριση της ομάδας, το ροτέισιον και η σωστή επιλογή των παικτών για όλους αυτούς τους αγώνες ανά τρεις ημέρες, ήταν πολύ δύσκολη υπόθεση». Η αμοιβή του ήταν το τρόπαιο του Γιουρόπα Λιγκ.
Βέβαια, ο Ζοσέ Μουρίνιο, με τον συνήθη… άκομψο τρόπο του, αμφισβήτησε την αξία της συγκεκριμένης κούπας στην πρώτη του συνέντευξη όταν ανέλαβε ξανά την Τσέλσι: «Το να κερδίσω το Γιουρόπα Λιγκ και τίποτε άλλο μέσα σε μια σεζόν, θα ήταν ιδιαίτερα απογοητευτικό, γιατί έτσι κι αλλιώς δεν θα ‘θελα να μετάσχω σε αυτή τη διοργάνωση!».
Το σχόλιο του Μπενίτεθ; «Είχαμε ουσιαστικά αποκλειστεί από το Τσάμπιονς πριν αναλάβω εγώ. Οσοι μετείχαν στην προσπάθεια αυτή ξέρουν πόσο δύσκολη ήταν. Μπορείς να κερδίσεις μόνο τις διοργανώσεις στις οποίες μετέχεις»…
Ισως επειδή πέρσι οι αντοχές και το νευρικό του σύστημα δοκιμάστηκαν πολύ, η μοίρα τού επιφύλασσε φέτος μια στροφή στην καριέρα του. Ενα ταξίδι σε μια πόλη ποδοσφαιρικά σημαδεμένη για πάντα από έναν θεό της μπάλας. Τον Ντιέγο Αρμάντο Μαραντόνα, που μπορεί με σιγουριά να λέει ότι γεννήθηκε στο Μπουένος Αϊρες, αλλά η Νάπολι είναι εξίσου πατρίδα του.
Η σχέση του με τους κατοίκους της πόλης είναι ξεχωριστή και δεν έχει ταίρι στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Οι τιφόζι των Παρτενοπέι ποτέ δεν είχαν ονειρευτεί ότι ένας παίκτης θα χάριζε στην ομάδα τους τέτοια δόξα, θα τους έβαζε όχι μόνο αθλητικά, αλλά και κοινωνικά στον χάρτη της Ιταλίας και θα τους έκανε να κοιτούν στα μάτια τους αλαζόνες του Βορρά.