Pin It

ΕΡΓΑΣΙΑΚΟ ΧΑΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΔΙΝΟΥΝ ΤΟ ΤΕΛΕΙΩΤΙΚΟ ΧΤΥΠΗΜΑ

 

Της Εφης Μαρίνου

 

Ζούμε μέρες που όλα αλλάζουν ραγδαία μπροστά στα μάτια μας, μαζί και η κατάσταση στο θέατρο. Σε λίγο τι θα μας ξεχωρίζει από τους ερασιτέχνες; αναρωτιούνται οι ηθοποιοί. Αρκετοί δουλεύουν χωρίς αμοιβή με το επιχείρημα «να υπάρχουν στον χώρο». Το αντιφατικό είναι ότι η πληθώρα παραγωγών καλά κρατεί. Ενώ χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις αναγκάστηκαν λόγω κρίσης να κλείσουν, οι θεατρικές σκηνές, οι παραστάσεις αλλά και οι ίδιοι οι χώροι αυξάνονται!

 

Ανακοινώνονται συνεχώς πρεμιέρες έργων που παίζονται σε διάφορες αίθουσες -ανάμεσά τους αρκετές καινούργιες-, χώρους θεατρικούς και μη, συνήθως για μικρό διάστημα και πλέον όχι καθημερινά, αλλά μόνο για δυο-τρεις παραστάσεις την εβδομάδα. Το επταήμερο «σπάει» για να χωρέσει όσο γίνεται περισσότερα θεάματα.

 

Πολλοί από τους ηθοποιούς, κυρίως οι νέοι, αλλά και οι υπόλοιποι συντελεστές, εργάζονται χωρίς αμοιβή, αποφασίζοντας να μοιραστούν τις λιγοστές, συχνά, εισπράξεις. Παράλληλα, κάνουν και άσχετες με το θέατρο δουλειές προς επιβίωση. Η απασχόλησή τους στον κινηματογράφο, σε τηλεοπτικές σειρές, τηλεταινίες, μεταγλωττίσεις, ακόμα και στο ραδιόφωνο, ανήκει πια στο ένδοξο παρελθόν.

 

Οι τηλεοπτικές παραγωγές είναι ανύπαρκτες, οι περισσότερες κινηματογραφικές ταινίες γυρίζονται ηρωικά, χωρίς χρήματα, μιας και το Κέντρο Κινηματογράφου αδυνατεί να τις στηρίξει. Αντιθέτως, οφείλονται στους ηθοποιούς χρήματα -πολλές φορές για μήνες- από την τηλεόραση και μάλιστα από σειρές που έσπασαν ρεκόρ τηλεθέασης.

 

Οι ηθοποιοί, στους οποίους προστίθενται κάθε χρόνο πολλοί απόφοιτοι των δεκάδων δραματικών σχολών, που λειτουργούν σαν κανονικά μαγαζιά, από ανάγκη να εκφραστούν, να αναμετρηθούν με την τέχνη που σπούδασαν, σκορπίζονται στις εκατοντάδες παραστάσεις που διεκδικούν μερίδιο στην αυξανόμενη θεατρική πίτα ενός συρρικνούμενου, όμως, κοινού.

 

Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος: «Γυρνάμε πίσω ολοταχώς»

 

Μήπως η δωρεάν εργασία μειώνει τις καλλιτεχνικές απαιτήσεις; Και, τελικά, μήπως τα όρια μεταξύ ερασιτεχνικού και επαγγελματικού θεάτρου γίνονται ολοένα και πιο ρευστά;

 

«Δεν υποτιμώ καθόλου το ερασιτεχνικό θέατρο», λέει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος. «Το αγαπώ πολύ, έχω ασχοληθεί κι εγώ νέος, αποτελεί φυτώριο για να επιλέξουν κάποιοι τον δρόμο του θεάτρου στη ζωή τους, είναι όμως διαφορετικό από το επαγγελματικό, το οποίο προϋποθέτει –κι ας μη μιλήσουμε για το άυλο ταλέντο– ειδικές σπουδές και οικονομική σχέση. Οπως φαίνεται, μέσα στην απόλυτη απουσία πολιτιστικής πολιτικής, σε λίγο, εκτός εξαιρέσεων, θεατρικές παραγωγές θα μπορούν να αναλάβουν μόνο οι μεγάλες εταιρείες.

 

Γυρνάμε πίσω ολοταχώς. Οι επιχορηγήσεις, που ήταν μια ανάσα, στέγνωσαν κι αυτές τα τελευταία δύο χρόνια. Το ποιοτικό θέατρο, που από τη Μεταπολίτευση κι ύστερα έδωσε αξιόλογες παραστάσεις, σήμερα αλλάζει βιαίως χαρακτήρα, από την ανυπαρξία πολιτιστικής πολιτικής και από έλλειψη πόρων».

 

Οι περιπτώσεις διαφέρουν. Αλλα ισχύουν για ένα μικρό θέατρο κι άλλα για ένα εμπορικό, όπου οι δυσθεώρητοι λογαριασμοί λυγίζουν κάθε μέρα τον εργοδότη. Αλλο να πληρώνεις το ΙΚΑ δύο ή τριών ηθοποιών κι άλλο ενός πολυπληθούς θιάσου. Γι' αυτό και το ρεπερτόριο υποτάσσεται στην επιταγή: όσο γίνεται λιγότεροι ρόλοι. Μέσα στο κλίμα ασφυξίας που επικρατεί, κανένας ηθοποιός δεν συζητάει για μισθό.

 

Ανάλογα με το όνομά του στην αγορά, μπορεί να καταφέρει να πετύχει μια καλύτερη συμφωνία, αλλά αυτό επαφίεται στην καλή διάθεση του παραγωγού και, φυσικά, στην ανάγκη που τον έχει. Οι διανομές κλείνονται με ποσοστά. Αν «πάει» η παράσταση, μοιράζονται τα πενιχρά κέρδη, αν όχι, τη χασούρα. Οι περισσότεροι είναι χαρούμενοι επειδή «δουλεύουν» -αμισθί-, επειδή υπάρχουν σε μια παράσταση…

 

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος είναι αποφασισμένος να μην το βάλει κάτω. «Λένε ότι μερικές φορές στην τέχνη συμβαίνει το θαύμα μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες. Αλλά τότε δεν θα χρειαζόταν κανένα υπουργείο Πολιτισμού και καμιά χάραξη πολιτικής. Θα περιμέναμε όλοι το θαύμα. Κακά τα ψέματα, ο πολιτισμός ήταν πάντα βάρος για το κράτος μας. Ελάχιστες ήταν οι στιγμές που αναθαρρήσαμε. Και τώρα πια με την κρίση, εύκολα το κράτος αποτινάζει από πάνω του αυτό το βάρος.

 

Κι όμως, ο πολιτισμός είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίος, τώρα πρέπει να κρατήσουμε ψηλά το ηθικό μας και να αντισταθούμε στη βαρβαρότητα που μας κατακλύζει. Με αποκορύφωμα τις αγέλες χρυσών λύκων που έχουν ξεχυθεί στους δρόμους, δέρνοντας και απειλώντας. Θα μου πείτε, με την τέχνη θα νικήσουμε το θηρίο; Δηλαδή τι; Να την παρατήσουμε και να την ξαναβρούμε το 2030, όταν το χρέος θα έχει γίνει βιώσιμο;»

 

Μάνια Παπαδημητρίου: «Το θέατρο δεν είναι χόμπι»

 

«Μου ζήτησαν να συμμετάσχω σε γύρισμα για την ΕΡΤ χωρίς να πληρωθώ», λέει η Μάνια Παπαδημητρίου. «Αρνήθηκα και κατήγγειλα την υπόθεση στο ΣΕΗ. Δεν έγινε τίποτα. Πήγαν άλλοι συνάδελφοί μου. Δεν βγήκα στο θέατρο από χόμπι, ούτε για να είμαι συμπαραγωγός, ούτε για να ανοίξω μαγαζί. Η κατάσταση είναι απελπιστική και κάποτε απάνθρωπη.

 

Οι ηθοποιοί, όπως και όλοι οι συντελεστές μιας παράστασης, αποτελούν τους βασικούς χορηγούς του πολιτισμού τα τελευταία δέκα χρόνια στην Ελλάδα. Δεν πληρώνονται γι’ αυτό που κάνουν, κάποτε μάλιστα πληρώνουν έμμεσα ή άμεσα. Κι αν αυτό παλαιότερα ήταν περιορισμένο, σήμερα είναι νόμος.

 

Ομως το θέατρο είναι επάγγελμα και οι ηθοποιοί θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως εργαζόμενοι – γιατί σπούδασαν γι’ αυτό, κουράστηκαν και συχνά έβαλαν σε κίνδυνο την υγεία τους. Από την άλλη, το κράτος μάς θεωρεί εκ προοιμίου “κλέφτες” επειδή έχουμε μπλοκ παροχής υπηρεσιών και μας φορολογεί με πεντακόσια ευρώ τον χρόνο είτε έχουμε είτε δεν έχουμε κόψει απόδειξη»…

 

Η Μάνια Παπαδημητρίου εντοπίζει κι άλλο πρόβλημα: αδικίες και αδιαφάνεια. «Υπάρχουν συγκεκριμένοι χώροι που πληρώνουν, αλλά εκεί παίζουν μόνο οι κολλητοί των κολλητών. Αν δεν δεχθείς να παίξεις το παιχνίδι τους, δεν μπαίνεις στην “παρέα”. Και φυσικά όλοι αυτοί πληρώνονται με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων.

 

Βγαίνουν κονδύλια του ΕΣΠΑ τα οποία προορίζονται για συγκεκριμένους ανθρώπους κι όταν αυτό γίνεται γνωστό αποσύρονται ταχύτατα. Το καλοκαίρι έπαιξα σ' ένα μουσικό πρόγραμμα στην Κύθνο. Στο Πρόγραμμα Διαύγεια στο Διαδίκτυο αναφέρονται οι αμοιβές μας, όπως και το κόστος διαμονής. Αραγε θα δημοσιευτούν αντιστοίχως και πότε τα κόστη που επιβάρυναν το ελληνικό δημόσιο για τη φιλοξενία του Μπομπ Γουίλσον και των συν αυτώ;»..

 

Δημήτρης Τάρλοου: «Επιχορηγούμενοι στα πρόθυρα εγκεφαλικού»

 

Η διακοπή των επιχορηγήσεων έκανε τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα. Ο Δημήτρης Τάρλοου, καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Πορεία, πιστεύει ότι ακόμα και μια μεγάλη επιτυχία δεν θα αφήσει κέρδος στο ταμείο.

 

«Μέσα σ' αυτή τη βαριά ατμόσφαιρα, το θέατρο βρίσκεται στα πρόθυρα εγκεφαλικού. Αναπνέει ακόμα εξαιτίας της επιθυμίας των ανθρώπων του για παραγωγή ουσιαστικής τέχνης. Τα επιχορηγούμενα κινδυνεύουν άμεσα. Είτε θα διαλυθούμε είτε θα υποστηριχθούμε. Πέρσι, παράσταση που έκανε εισιτήρια όχι μόνο δεν άφησε κέρδος, αλλά μπήκε και μέσα.

 

Απομένει είτε η arte povera, είτε να το πουλήσουμε ή να το νοικιάσουμε, είτε να φύγουμε απ' την Ελλάδα. Αλλά εδώ δεν τους νοιάζει αν θα λειτουργούν τα σχολεία και τα νοσοκομεία… Σε συνέντευξή της η Ελβετίδα Μπάρμπαρα Βέμπερ, που σκηνοθέτησε στο Εθνικό Θέατρο, είπε ότι η Αθήνα είναι παντοδύναμη. Μήπως κατοικώ σε άλλη χώρα; Μήπως η κ. Βέμπερ θέλει να αλλάξουμε πόλεις, συνθήκες ζωής και δουλειάς;»…

 

Θωμάς Μοσχόπουλος: «Υπάρχει και παράπλευρο κέρδος από την κρίση»

 

Επικεντρώνει την κακοδαιμονία που επικρατεί στον χώρο του θεάτρου, ανεξάρτητα και πέραν της οικονομικής κρίσης, στην έλλειψη ουσιαστικής παιδείας: «Πράγματι, το καλλιτεχνικό προϊόν στο θέατρο μπορεί να παραχθεί με πολύ λιγότερα χρήματα», λέει. «Αλλά η επιβίωση γίνεται τρομερά δύσκολη όταν υπάρχουν τριακόσιες θεατρικές στέγες. Και πώς να μην επιστρέψουμε στη ρίζα του κακού όταν επιχειρούμε τέτοιες συζητήσεις, δηλαδή στο θέμα “παιδεία”;

 

Οταν λειτουργούν δεκάδες δραματικές σχολές αμφιβόλου επάρκειας –έως και βεβαιωμένης ανεπάρκειας- πώς να μην πλημμυρίσει η αγορά άνεργους ηθοποιούς και μάλιστα σήμερα που η κρίση δεν έχει αφήσει τίποτα όρθιο; Στο θέατρο το κριτήριο μιας σχετικής αντικειμενικότητας δεν λειτουργεί, όπως γίνεται στη μουσική ή στον χορό. Μια ωραία φατσούλα, η άνεση για χαβαλέ στην παρέα θεωρούνται εχέγγυα για να εμβαπτιστεί κάποιος ηθοποιός.

 

Ομως, όλα αυτά μακράν απέχουν από την τέχνη του θεάτρου. Η κρίση, πράγματι, έφερε τα πάνω-κάτω. Αρκετοί πληρώνουν δάνεια, έχουν οικογενειακές υποχρεώσεις και αναγκάζονται να παίξουν σε εμπορικές παραστάσεις ή με όρους που δεν ίσχυαν πριν από δύο χρόνια. Κάποιοι άλλοι μπορεί να αντέξουν να μην το κάνουν. Για πόσο; Θα κριθεί μέσα στην επόμενη τριετία.

 

Προσωπικά, με ανακουφίζει το παράπλευρο “κέρδος” της κρίσης. Βλέπω συναδέλφους που άρχισαν να επικοινωνούν ουσιαστικά. Παλιά, προκειμένου να μην αναστατώσω το περιβάλλον, κάλυπτα ή και μου κάλυπταν σοβαρές αδυναμίες, ίσως και επικίνδυνες, στη λογική “ας μην ανοίγουμε πληγές”, “ας τα βολέψουμε”. Ε, τώρα οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να αντικρίσουν τις ευθύνες τους, να ωριμάσουν».

 

Ελλη Παπακωνσταντίνου: «Κατεβαίνω» στο θέατρο, όπως λέμε «κατεβαίνω» στην πορεία

 

Από τους σκηνοθέτες της νέας γενιάς, συνεχίζει να κάνει παραστάσεις στο «Βυρσοδεψείο», από ανάγκη όπως λέει:

 

«Σήμερα κάνω τέχνη από αίσθημα υποχρέωσης, χωρίς να περιμένω ότι κάποιος θα με πληρώσει γι' αυτό, αντίθετα, μάλλον είναι πιο πιθανό να φάω ξύλο. “Κατεβαίνω” στο θέατρο, σαν να λέμε “κατεβαίνω” στην πορεία. Δεν περιμένω τίποτα, όπως δεν περιμένω ότι μια πορεία θα αλλάξει τον κόσμο γύρω μου. “Κατεβαίνω” από ένα αίσθημα ανάγκης να ανταλλάξω δημόσια απόψεις και το θέατρο το κάνει. Γι' αυτό, όσο τα μέσα για να κάνουμε θέατρο συρρικνώνονται, η ανάγκη μου μεγαλώνει.

 

Οι ηθοποιοί μου συχνά βρίσκονται στα όρια της υπερκόπωσης, καθώς αναγκάζονται να κάνουν δεύτερες δουλειές, όπως άλλωστε κι εγώ, δουλειές που ονομάζουμε “κανονικές”. Αυτό με στεναχωρεί γιατί θα ήθελα να τους προσφέρω κάτι καλύτερο. Πολλοί δεν έχουν χρήματα ούτε για τις βενζίνες τους, μοιράζονται αυτοκίνητα, έρχονται με τα πόδια και ποδήλατα.

 

Τα σκηνικά μας τα κατασκευάζουμε από ανακυκλώσιμα υλικά, συμπράττουμε κάποιες ομάδες μαζί, κάνουμε ό,τι μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου και, φυσικά, μοιραζόμαστε σε ίσα μερίδια ό,τι “μπαίνει” στο ταμείο. Ετσι κάνω τέχνη σήμερα».

 

Scroll to top