Παρά τις προφυλακίσεις του αρχηγού και δύο ακόμη ηγετικών στελεχών, παραμένουν τα ερωτήματα για τη χρόνια ολιγωρία της κυβέρνησης, της Δικαιοσύνης και της Αστυνομίας απέναντι στα εγκλήματα της ναζιστικής οργάνωσης
Του Τάσου Τσακίρογλου
Μπορεί η κυβέρνηση να επαίρεται στο εξωτερικό ότι έκλεισε στη φυλακή τους ηγέτες της Χρυσής Αυγής και να επιχειρεί να αποκομίσει επικοινωνιακά κέρδη, ωστόσο στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα και οι εξελίξεις δεν φαίνεται να την δικαιώνουν. Το αστυνομικό success story που έχει στηθεί μπάζει από πολλές μεριές, καθώς το απόστημα του ναζιστικού κόμματος έσπασε, αλλά εάν δεν καθαριστεί όπως πρέπει, κινδυνεύει να μετατραπεί σε γάγγραινα για την ελληνική κοινωνία.
Μια ψύχραιμη ματιά στα δεδομένα είναι αρκούντως διαφωτιστική. Το μοντέλο του Αστυνομικού Τμήματος Αγίου Παντελεήμονα φαίνεται ότι εφαρμοζόταν, σε διαφορετικούς βαθμούς, και σε άλλες περιοχές, για τις οποίες οι καταγγελίες για βασανισμούς και συγκάλυψη των δραστών επιθέσεων απασχόλησαν επανειλημμένα τον Τύπο. Οι εννιά συλλήψεις αστυνομικών για την υπόθεση της Χ.Α. μοιάζουν σταγόνα στον ωκεανό των «συμπαθούντων», «συνοδοιπόρων» και ψηφοφόρων της οργάνωσης στις κατασταλτικές δυνάμεις, όπως έχουν δείξει τα εκλογικά αποτελέσματα, αλλά και τα ρεπορτάζ για την αγαστή συνεργασία στις διαδηλώσεις. Παράλληλα, οι αποκαλύψεις για θύλακες (μικρότερους ή μεγαλύτερους) σε ειδικές δυνάμεις του Στρατού, μέλη των οποίων λειτούργησαν ως άτυποι εκπαιδευτές των ταγμάτων εφόδου, ενισχύουν την εικόνα μιας επικίνδυνης διείσδυσης των ναζιστών στους πιο ευαίσθητους, αλλά και κρίσιμους τομείς του κράτους.
Εκλειναν τα μάτια
Ενα επιπλέον θέμα, που εκ των πραγμάτων έχουν αναδείξει οι τελευταίες εξελίξεις, είναι η ολιγωρία της Δικαιοσύνης, η οποία χρειάστηκε τη δολοφονία του Π. Φύσσα και την κινητοποίηση της κυβέρνησης Σαμαρά (για τους δικούς της λόγους), για να αρχίσει να ανατρέχει σε ουσιαστικά γνωστές υποθέσεις και να ξανανοίγει φακέλους που έμεναν στα συρτάρια (με επιλογή τίνος;).
Η κυβέρνηση Σαμαρά και οι πρωθυπουργικοί σύμβουλοι και συνεργάτες επί μακρόν, όχι απλώς έκλειναν τα μάτια στη δράση των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου και στη ναζιστική-ρατσιστική ρητορική, αλλά πρωταγωνίστησε στη μετατόπιση της πολιτικής ατζέντας προς τα (ακρο)δεξιά, επενδύοντας στην «επιστροφή των ασώτων», δηλαδή των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας που μετακόμισαν πέρυσι στη Χρυσή Αυγή. Η απόσυρση του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου και οι λυσσαλέες επιθέσεις στον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Α. Ρουπακιώτη, ήταν απλώς η κορωνίδα αυτής της τακτικής. Ακόμη και σήμερα, ο νέος υπουργός Δικαιοσύνης «προσπαθεί να συγκεράσει» τις προτάσεις των κομμάτων πριν το καταθέσει στη βουλή.
Παράλληλα, το ίδιο επιτελείο υιοθέτησε και λάνσαρε την ανιστόρητη θεωρία των δύο άκρων, ευελπιστώντας να αναχαιτίσει το ανερχόμενο κύμα της Αριστεράς και να ανακόψει τις λαϊκές διαμαρτυρίες που προκαλούν οι μνημονιακές πολιτικές. Παρότι σήμερα η θεωρία αυτή αποδεικνύεται ότι οδηγεί σε πλήρες αδιέξοδο και σε αντιφάσεις, η κυβέρνηση αντί να την εγκαταλείψει, την οδηγεί στα άκρα, θέλοντας να εξισώσει μια «εγκληματική οργάνωση», όπως η Χρυσή Αυγή, με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Την συντηρούν τα μνημόνια
Τα επικείμενα νέα μνημονιακά μέτρα και η συνέχιση της οικονομικής εξόντωσης των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων αναμένεται να πυκνώσουν τις τάξεις των οργισμένων με την ακολουθούμενη πολιτική και, παραδόξως, αυτό δεν φαίνεται να προβληματίζει τους κυβερνητικούς φωστήρες, δεδομένης και της συνεχιζόμενης επιρροής της Χ.Α. σε μερίδα του εκλογικού σώματος.
Ο εγκλωβισμός της κυβέρνησης σε μια αδιέξοδη, αμφίθυμη έναντι της Χρυσής Αυγής και ανιστόρητης προς την Αριστερά πολιτικής, την οδηγεί σε σπασμωδικές, επικοινωνιακού τύπου κινήσεις, που κλονίζουν στα μάτια των πολιτών την πίστη στη δημοκρατική νομιμότητα και στον νομικό πολιτισμό. Και φυσικά αυτό όχι μόνο δεν βλάπτει τη Χρυσή Αυγή, αλλά, αντίθετα, ενισχύει το υποκριτικό της επιχείρημα ότι αποτελεί «θύμα συνωμοσίας», επειδή είναι το μοναδικό αντίπαλο δέος στο «σάπιο κατεστημένο». Δεν είναι τυχαίο ότι ο βουλευτής της Δημήτρης Κουκούτσης συνόψισε την πολιτική της γραμμή με το δόγμα «μόνοι μας εναντίον όλων σας». Μήπως η απάντηση θα ήταν η αντιστροφή του σε «όλοι εναντίον της ναζιστικής Χρυσής Αυγής»;