06/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο συγγραφέας ως αναγνώστης, η γραφή ως κύριο πιάτο

Τατιάνα Αβέρωφ, Αριστείδης Αντονάς, Βασίλης Γκουρογιάννης, Δήμητρα Κολλιάκου, Αχιλλέας Κυριακίδης, Αλέξης Πανσέληνος, Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος και Φαίδων Ταμβακάκης «Γεύμα με έναν ήρωα. Οκτώ Ελληνες πεζογράφοι αφηγούνται γαστριμαργικές ιστορίες» Διηγήματα (συλλογικό). Επιμέλεια Μισέλ Φάις, σειρά Οκτώ, Πατάκης, 2013, σ. .
      Pin It

getF456577ileΤατιάνα Αβέρωφ, Αριστείδης Αντονάς, Βασίλης Γκουρογιάννης, Δήμητρα Κολλιάκου, Αχιλλέας Κυριακίδης, Αλέξης Πανσέληνος, Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος και Φαίδων Ταμβακάκης
«Γεύμα με έναν ήρωα. Οκτώ Ελληνες πεζογράφοι αφηγούνται γαστριμαργικές ιστορίες»
Διηγήματα (συλλογικό). Επιμέλεια Μισέλ Φάις, σειρά Οκτώ, Πατάκης, 2013, σ. 219

 

Του Ακη Παπαντώνη

 

«Μια νεαρή γυναίκα ταξίδευε κατακαλόκαιρο από την πατρίδα της την Ελλάδα για το Νταβός-Πλατς στο καντόνι Γκρισόν» (σ. 13), «[ο] κύριος Χαίηγκ με κοιτάζει στα μάτια» (σ. 61), «[δ]ιερωτάται οργισμένος ποιος του έκλεψε το νερό της ζωής όταν αυτό χυνόταν μέσα από τα δάκτυλά του» (σ. 92), «[α]νοίγοντας ένα πρωί τα μάτια του, ο Γκρέγκορ Σάμσα βρήκε δίπλα στο κρεβάτι του έναν μαυροντυμένο άγνωστο» (σ. 111), «[μ]’ αρέσουν οι παραδοξολογίες. Είναι το καλύτερο καρύκευμα της μυθοπλασίας» (σ. 145), «[τ]ι είχα στο μυαλό μου, λοιπόν, όταν τις κάλεσα να μου έρθουν στο σπίτι για φαγητό και οι τρεις μαζί;» (σ. 161), «[β]ρήκα το φούρνο—ένα ερείπιο!» (σ. 195), «[κ]άθισα. Η δεύτερη θέση ήταν για μένα» (σ. 219). Κάπως έτσι, με τα πιο πάνω λόγια, οι Τατιάνα Αβέρωφ, Αριστείδης Αντονάς, Βασίλης Γκουρογιάννης, Δήμητρα Κολλιάκου, Αχιλλέας Κυριακίδης, Αλέξης Πανσέληνος, Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος και Φαίδων Ταμβακάκης παίρνουν θέση γύρω από το τραπέζι του «Γεύματος». Κι ο κάθε ένας από τους συνδαιτυμόνες κουβαλάει μαζί του κι έναν (συχνά μασκαρεμένο) λογοτεχνικό ήρωα. Εναν χαρακτήρα από τα προσωπικά του αναγνώσματα, ξαναϊδωμένο στο κέντρο ενός διηγήματος.

 

Η λογοτεχνική σειρά συλλογικών τόμων υπό τον γενικό τίτλο «Οκτώ», του εκδοτικού οίκου Πατάκη, εκκίνησε με «Το βιβλίο της προδοσίας» (2009) και συνεχίζει με το παρόν—«Γεύμα μ’ έναν ήρωα». Οι συγγραφείς-συνδαιτυμόνες επισκέπτονται εμβληματικούς (ή λιγότερο εμβληματικούς) χαρακτήρες βιβλίων που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τους σημάδεψαν. Ανακατεύουν τα συστατικά της πρωτότυπης μυθοπλασίας για να μας σερβίρουν μια επανεπινοημένη αφήγηση με σημείο αναφοράς τους Τόμας Μαν, Ιούλιο Βερν, Φραντς Κάφκα, Ερνεστ Χέμινγουεϊ, Χ.Λ. Μπόρχες, Λ. Τολστόι-Γκ. Φλομπέρ-Ε. Ζολά, Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, Τζον Φόουλς (κατά σειρά εμφάνισης).

 

Χωρίς εξαίρεση και οι οκτώ μένουν πιστοί στον «γαστριμαργικό» άξονα της θεματικής σειράς — οι πρωταγωνιστές των ιστοριών τους συναντώνται, συζητούν, χάνονται κι ανασταίνονται γύρω από το τραπέζι του φαγητού. Για παράδειγμα, στο πολύ καλό διήγημα «Εκδυση» της Δήμητρας Κολλιάκου, ο κυριευμένος από άγχος που τον κατατρώει Γκρέγκορ Σάμσα (της «Μεταμόρφωσης» του Φραντς Κάφκα) μοιράζεται ένα εκ του προχείρου γεύμα με έναν άγνωστο επισκέπτη — ύστερα παραδίδεται στην αμετάκλητη μοίρα που του επιφύλασσε το συγγραφικό σύμπαν του Κάφκα. Στον αντίποδα ο Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος, πιστός στο γνώριμό μας διηγηματογραφικό του στιλ, εκκινεί από ένα —φαινομενικά— άσχετο θέμα για να εισαγάγει τον αναγνώστη στο παπαδιαμαντικό ιδίωμα, καταλήγοντας ο ίδιος ο αφηγητής στα παπούτσια (ή καλύτερα με το πιάτο) του Αποστόλη Κακόμη.

 

Ξεχωριστό διακειμενικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι «Λουλουδοκόρες» του Αλέξη Πανσέληνου, όπου ο συγγραφέας αντλεί, όχι από έναν, αλλά από τρεις κλασικούς πυλώνες της αφηγηματικής τέχνης: Τολστόι-Φλομπέρ-Ζολά, εστιάζοντας —εμμέσως— στο θέμα της μοιχείας. Οι εγκιβωτισμένες αφηγήσεις τριών γυναικών —Αννα (Καρένινα), Εμα (Μποβαρί) και Νανά (του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ζολά)— προσκαλούνται σε δείπνο και, μεταξύ απεριτίφ, κυρίως πιάτου και επιδορπίου— μας αποκαλύπτουν πώς οι ζωές τους άλλαξαν εν μια νυκτί.

 

Η διακειμενικότητα είναι, χωρίς αμφιβολία, το κυρίως πιάτο του τόμου. Είναι όμως αλλού εμφανέστατη —π.χ. στο σύντομο και πυκνό «Με τον Φούνες» του Αχιλλέα Κυριακίδη, ο οποίος «δειπνεί» με έναν ήρωα τού (ποιου άλλου;) Μπόρχες, ενώ κλείνει με μια πολύ όμορφη αναφορά στον «Μιχαήλ Στρογκώφ» του Ιουλίου Βερν ή στο ενδοσκοπικό «Ψαρόσουπα αλά Χέμινγκγουέι» του Βασίλη Γκουρογιάννη—, αλλού πιο κρυπτική, όπως στην επικαιροποιημένη εκδοχή του «Ροβύρου του Κατακτητή» (και αυτό του Ιουλίου Βερν) από τον Αριστείδη Αντονά ή στο ακροτελεύτιο διήγημα του τόμου, διά χειρός Φαίδωνα Ταμβακάκη, περί Τζον Φόουλς και Ελλάδας.

 

Τέλος (αν και πρώτο πρώτο στον τόμο), η Τατιάνα Αβέρωφ ακολουθεί τον εαυτό της καθώς εκείνος ακολουθεί τα χνάρια του ασθενικού ήρωα του Τόμας Μαν, Χανς Κάστορπ (από το «Μαγικό Βουνό»). Καταλήγουν να κάθονται μαζί στο τραπέζι του φαγητού και να ανασκαλεύουν, συγκινητικά, τις αυτοβιογραφικές εμμονές τους — εκείνες του ήρωα του Μαν και τις οικογενειακές της Αβέρωφ.

 

Αντί πρώτου, δεύτερου και τρίτου πιάτου λοιπόν, μια συλλογή από ετερόκλητα (στον τρόπο αφήγησης), αλλά συγκοινωνούντα (στον τρόπο αντιμετώπισης της αναγνωστικής συνήθειας ως τροφής για τη συγγραφική ιδιότητα) κείμενα, άλλοτε παγνιώδη, άλλοτε σκοτεινά, όλα πάντως αποτέλεσμα χωνεμένων πολλαπλών αναγνώσεων άλλων λογοτεχνικών έργων, καλεί τον αναγνώστη να γίνει συνδαιτυμόνας όχι μόνο στο παιχνίδι του ανά χείρας βιβλίου, αλλά της ανάγνωσης ως κύριου πιάτου εν γένει.

 

Scroll to top