Pin It

Του Στέργιου Ζιαμπάκα

 

«Την ώρα που το ελληνικό κράτος στέλνει ανθρώπους να δικαστούν επειδή απέκρυψαν τη λίστα, εγώ θεωρούμαι εξίσου ένοχος για μια πράξη την οποία αποκάλυψα. Είναι τραγελαφικό», δήλωσε εξερχόμενος των δικαστηρίων ο δημοσιογράφος, Κώστας Βαξεβάνης, ο οποίος δικάζεται εκ νέου για «παραβίαση του νόμου περί προσωπικών δεδομένων, παράνομη επεξεργασία, κατάσταση προσωπικών δεδομένων προσιτών σε μη δικαιούμενα πρόσωπα», έπειτα από έφεση που άσκησε η Εισαγγελία κατά προηγούμενης αθωωτικής απόφασης, αναφορικά με τη δημοσιοποίηση της διαβόητης «λίστας Λαγκάρντ».

 

«Είναι πρωτοφανές ότι σε μία υπόθεση στην οποία ο εισαγγελέας δεν κάλεσε μάρτυρες και δεν προσκόμισε έγγραφα, ώστε να στοιχειοθετήσει την κατηγορία, επέμεινε τελικά στη νέα δίκη», τόνισε στην «Εφ.Συν.» η μάρτυρας υπεράσπισης και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, Ζωή Κωνσταντοπούλου, κάνοντας λόγο για μια «μελανή περίπτωση» στη νομική ιστορία και εκφράζοντας την άποψη ότι «αυτή η διαδικασία εξυπηρετεί μια ομηρία του Κώστα Βαξεβάνη».

 

Η δίκη διεκόπη. Στις 21 Οκτωβρίου θα αποφασιστεί η ακριβής ημερομηνία συνέχισής της. Παρ' ότι η υπεράσπιση υπέβαλε ένσταση επί της έφεσης, το προεδρείο την απέρριψε, θεωρώντας την έφεση αιτιολογημένη.

 

Καταθέτοντας ως μάρτυρας υπεράσπισης, ο πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, Δημήτρης Τρίμης, υπογράμμισε ότι ο δημοσιογράφος ήταν υποχρεωμένος να δημοσιεύσει τα στοιχεία που διέθετε. Αλλιώς η υπόθεση «θα έμπαινε στις καλένδες. Ολοι γνωρίζουμε ότι η δημοσίευση ήταν η αφετηρία κάποιων εξελίξεων», πρόσθεσε. Παρέπεμψε, δε, στο απόφθεγμα του Ιωάννη Ιακώβου Μάγερ: «Η δημοσίευση είναι η ψυχή της Δικαιοσύνης». Επιπλέον ο κ. Τρίμης διαφώνησε με την άποψη ότι δημοσιεύτηκαν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα, υπενθυμίζοντας ακόμη πως οι offshore που εντάσσονταν στη λίστα δεν εμπίπτουν στον νόμο περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. «Το αρχείο δεν υπέστη επεξεργασία και ουδείς έσπευσε να πει ότι δεν είναι αληθινό», συμπλήρωσε.

 

«Η δημοσίευση της λίστας εξυπηρέτησε απόλυτα το δημόσιο συμφέρον», τόνισε η κ. Κωνσταντοπούλου. Οπως επισήμανε, η τότε περίοδος ήταν τέτοια που απαιτούσε μια αντίστοιχη δημοσιογραφική αποκάλυψη, καθώς «η υπόθεση επεχειρείτο επισταμένα και λυσσαλέα να συγκαλυφθεί». Ως προς το αντεπιχείρημα που θα μπορούσε να θέσει κάποιος, γιατί ο δημοσιογράφος δεν απευθύνθηκε στους οικονομικούς εισαγγελείς, η κ. Κωνσταντοπούλου υπενθύμισε πως οι εισαγγελείς εκείνη την περίοδο είχαν καταγγείλει ότι δέχονταν παρεμβάσεις στο έργο τους.

 

Scroll to top