13/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Το Νόμπελ που χάσαμε

Ο Αλμπέρ Καμί (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1957) για τον Ν. Καζαντζάκη.
      Pin It

Ο Αλμπέρ Καμί (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1957) για τον Ν. Καζαντζάκη

 

Του Δημήτρη Γκιώνη

 

νικος καζαντζακηςαλμπερ καμυΕνα ακόμη Νόμπελ Λογοτεχνίας. Και μια και σε λίγες ημέρες (26 Οκτωβρίου) συμπληρώνονται 56 χρόνια από τον θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη (στα 74 του) και 130 από τη γέννησή του (1883), να θυμίσω πως τον ίδιο εκείνο χρόνο (1957) το διεκδικούσε (για ακόμη μία φορά) και ο ίδιος. Τελικά, έπειτα και από τον πόλεμο που δεχόταν από την Ελλάδα, δόθηκε στον Γάλλο συγγραφέα Αλμπέρ Καμί. «Το άξιζε [ο Καζαντζάκης] περισσότερο», γράφει σε επιστολή του στην Ελένη Καζαντζάκη, μετά τον θάνατο του συγγραφέα μας (στο βιβλίο της –βιογραφία του Καζαντζάκη- «Ο ασυμβίβαστος»).

 

Το ήθελε

 

«Η φιλία είναι για μένα κάτι πολύ πιο σημαντικό από το βραβείο Νόμπελ. Απ’ όλα τα Νόμπελ», αναφέρει στον «Ασυμβίβαστο» ότι είπε ο σύζυγός της όταν πληροφορήθηκε ότι δόθηκε σε άλλον.

 

Το βέβαιο όμως είναι ότι ο Καζαντζάκης δεν καταφρονούσε τα βραβεία, ειδικότερα ένα Νόμπελ, που θα του έλυνε και το οικονομικό πρόβλημα, καθώς μόλις τα τελευταία χρόνια έβγαζε, λόγω των μυθιστορημάτων του, χρήματα – ως εκ τούτου, το επιζητούσε διακαώς. «Ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον του τον [Κωνσταντίνο] Τ[σάτσο]. Νομίζω (πρέπει να ερωτηθεί ο Σπύρος Θεοδωρόπ[ουλος] πως κι εφέτο η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών υπέβαλε – πάντως η υποψηφ[ιότητα] ισχύει. Θα μπορούσε, αν ήθελε, να υποβάλλει [την υποψηφιότητά μου] κι η Κυβέρνηση, όπως γίνεται σε άλλες χώρες. Αυτό θα’ ταν το καλύτερο. Πέρυσι, παρά δυο ψήφους, χάθηκε. Ευχαριστώ και πάλι τον Τ[σάτσο] και Σας», γράφει στον Παντελή Πρεβελάκη («Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη»).

 

Υποψηφιότητα από την κυβέρνηση, προφανώς, δεν υποβλήθηκε. Το Νόμπελ Λογοτεχνίας 1957 δόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, στον 44χρονο Αλμπέρ Καμί (ο οποίος τρία χρόνια μετά, το 1960, σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα – φέτος δε, 7 Νοεμβρίου, συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του).

 

Να σταθώ στη συνέχεια στον πολυδιαβασμένο και στην Ελλάδα Καμί, ο οποίος το 1955 είχε επισκεφθεί και τη χώρα μας, με δυο αποσπάσματα από τον λόγο που εκφώνησε κατά την τελετή της απονομής του Νόμπελ στη Σουηδική Ακαδημία (από το βιβλίο «Ενας αιώνας Νόμπελ», επιμέλεια Θανάση Θ. Νιάρχου, εκδ. «Καστανιώτη»):

 

Ηθος Καμί

 

«Ενώ δεχόμουν τη διάκριση με την οποία η ελεύθερη Ακαδημία σας θέλησε να με τιμήσει, η ευγνωμοσύνη μου γινόταν τόσο πιο βαθιά όσο αναμετρούσα ώς ποιο σημείο η ανταμοιβή αυτή ξεπερνούσε την προσωπική μου αξία. Κάθε άνθρωπος και, κατά μείζονα λόγο, κάθε καλλιτέχνης, θέλει ν’ αναγνωριστεί. Το θέλω κι εγώ. Αλλά μου ήταν αδύνατον να δεχτώ την απόφασή σας χωρίς να συγκρίνω την απήχησή της σε σχέση μ’ αυτό που πραγματικά είμαι. Πως ένας άνθρωπος σχεδόν νέος, με μοναδικό όπλο τις αμφιβολίες του κι ένα έργο που ακόμα πλάθεται, συνηθισμένος να ζει μέσα στη μοναξιά της εργασίας ή το καταφύγιο της φιλίας, θα μπορούσε να πανικοβληθεί από μια απόφαση που τον έφερε ξαφνικά, αυτόν τον μοναχικό και κλεισμένο στον εαυτό του άνθρωπο, στο φως των προβολών; Με ποια καρδιά επίσης μπορεί να δεχτεί αυτή την τιμή, την ίδια ώρα που στην Ευρώπη άλλοι συγγραφείς, απ’ τους καλύτερους, είναι καταδικασμένοι στη σιωπή, κι ακόμη, την ίδια εποχή που η γενέθλια γη του γνωρίζει ατέλειωτη δυστυχία;» (Εδώ ο Καμί αναφέρεται στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Αλγερία, που την εποχή εκείνη βρισκόταν σε πόλεμο με τη Γαλλία). Και τελειώνοντας:

 

«Επιστρέφοντας έτσι σ’ αυτό που πραγματικά είμαι, στα όριά μου, στις υποχρεώσεις μου και στη δύσκολη πίστη μου, αισθάνομαι περισσότερο να δείξω, τελειώνοντας, την έκταση και τη μεγαλοψυχία της διάκρισης που μου απονέμεται, περισσότερο ελεύθερος να σας πω ότι θα ήθελα να τη δεχτώ ως μια διάκριση που αποδίδεται σε όλους εκείνους που μοιράζονται τον ίδιο αγώνα, χωρίς να έχουν δεχτεί κανένα προνόμιο, αλλά γνώρισαν, αντίθετα, τη δυστυχία και την καταδίωξη. Μου μένει να σας ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς και να σας δώσω δημόσια, ως προσωπική μαρτυρία ευγνωμοσύνης, την ίδια παλιά υπόσχεση πίστης που κάθε αληθινός καλλιτέχνης, κάθε μέρα επαναλαμβάνει τον εαυτό του μέσα στη σιωπή».

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

 

Στο πλαίσιο

 

Και μόνο που τους βλέπεις διαπιστώνεις το κριτήριο με το οποίο επιλέγονταν: ύψος κοντά στα δύο μέτρα, βάρος περί τα εκατόν είκοσι κιλά (και πώς, τι δουλειές κάνουν για να συντηρηθούν αυτοί οι όγκοι;). Από μυαλό, δεν συζητάμε. Ενα είδος (και) σωματικού ρατσισμού, που βέβαια δεν ισχύει για τον ασουλούπωτο αρχηγό και τα οικογενειακά του στηρίγματα. Και όμως, υπάρχει ακόμα κόσμος που τους στηρίζει. Για να εκδικηθεί και να τιμωρήσει ποιους; Και, πες, πριν δεν ήξεραν – τώρα;

Με ευχές σ’ αυτούς που συνταξιοδοτούνται και ελπίδες να υπάρξει δυνατότητα να υποδεχτούν νέους μουσικούς για τις θέσεις που χηρεύουν – η σύντομη ομιλία του καλλιτεχνικού διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών Βασίλη Χριστόπουλου, στην εναρκτήρια της νέας περιόδου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Μ’ ένα άκρως ελκυστικό πρόγραμμα και με την αίθουσα υπερπλήρη σχεδόν, σ’ ένα μεγάλο μέρος της, από νέους. Στα συν του διευθυντή και των μουσικών που το παλεύουν, με το αυξανόμενο οικονομικό στρίμωγμα από το προϊστάμενο υπουργείο.

 

«Τι είναι σύντροφος; / ρώτησες χαμηλόφωνα. / Είναι το χέρι / που απλώνεται μπροστά σου / – χωρίς να το ζητήσεις – και σε κρατάει όρθιο / την κρίσιμη ώρα». «Σύντροφος», ο τίτλος του σύντομου ποιήματος από την «Ανθολογία», του Κωνσταντίνου Σκηνιώτη – της ευαισθησίας, της ευγένειας και της αισιοδοξίας, καθώς ο δημιουργός του αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα όρασης. Βραβείο ποίησης «Μάρκος Αυγέρης» από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, που κάτι σημαίνει.

ΚΑΙ… «Οι εκδοροσφαγείς στο πλευρό σας» – από τους πρώτους που δήλωσαν τη συμπαράστασή τους στη δικτατορία Μεταξά. Υπάρχει, συνεπώς… παράδοση.

 

[email protected]

 

 

Scroll to top