13/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών τιμά με μεγάλο αφιέρωμα τον Δημήτρη Δημητριάδη

«H άβυσσος είναι πιο γοητευτική από το τίποτα που ζούμε»

Ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας επί χρόνια αναγνωριζόταν στη Γαλλία περισσότερο από την Ελλάδα. «Δεν έχω εθιστεί στις παραστάσεις έργων μου», λέει. Και μας μιλάει για πολλά: για την τάση υπέρβασης που χαρακτηρίζει το θέατρό του. Για το τέλος εποχής που βιώνουμε. Για τους πολιτικούς και τους πολίτες, που είναι συνυπεύθυνοι για την κρίση. Για το.
      Pin It

Ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας επί χρόνια αναγνωριζόταν στη Γαλλία περισσότερο από την Ελλάδα. «Δεν έχω εθιστεί στις παραστάσεις έργων μου», λέει. Και μας μιλάει για πολλά: για την τάση υπέρβασης που χαρακτηρίζει το θέατρό του. Για το τέλος εποχής που βιώνουμε. Για τους πολιτικούς και τους πολίτες, που είναι συνυπεύθυνοι για την κρίση. Για το ρίσκο που κρύβει η αναζήτηση της αλήθειας. Και για την ελληνική γλώσσα, που θεωρεί μοναδικό μας όπλο

 

Της Εφης Μαρίνου

Φωτογραφία: Μάριος Βαλασόπουλος

 

δημητρης δημητριαδηςΤο μεγάλο αφιέρωμα της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών στον διεθνούς κύρους Ελληνα συγγραφέα Δημήτρη Δημητριάδη ξεκίνησε ήδη με τα αναλόγια τριών έργων του. Στις 16 Οκτωβρίου ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή από τον 26χρονο καινοτόμο σκηνοθέτη Δημήτρη Καραντζά ο «Κυκλισμός του τετραγώνου», το πιο μακροσκελές θεατρικό του. Θέμα του, το ανέφικτο της ύπαρξης μέσα από μια αέναη κίνηση εξόδου από τον εγκλεισμό, το αδιέξοδο. Οχημα, τέσσερις ιστορίες που σχηματίζουν ερωτικά τρίγωνα σε όλους τους συνδυασμούς φύλων.

 

«Η μια ιστορία έφερε τις άλλες τρεις κι έτσι κύλησε ο μηχανισμός συνύπαρξης όλων. Οι τρεις έχουν αφορμή αληθινά βιώματα γνωστών μου. Η έμπνευση δεν έρχεται από το τίποτα. Στερεότυπες σχέσεις φέρουν το στοιχείο του αναγνωρίσιμου, άνθρωποι θέλουν να τελειώνουν με το ασφυκτικό αδιέξοδο, να βγουν από τα όριά τους προς κάτι άγνωστο. Μέσα από τη συνεχή επανάληψη προσπαθούν να διαρρήξουν τον κύκλο. Ολο αυτό έχει κάτι το απραγματοποίητο».

 

• Μοτίβο που υφέρπει στα έργα σας.

 

«Το θέατρο που γράφω αφορά την τάση υπέρβασης του οικείου σε ηθικό, πολιτικό, οντολογικό πλαίσιο. Η σκηνή είναι το πέρασμα σ’ έναν άλλο κόσμο. Το κείμενο, είτε ως δομή είτε ως γλώσσα, φέρει πάντα αυτή την εσωτερική κίνηση, σαν τροχός που γυρίζοντας παράγει τη θεατρική πράξη».

 

• Το έργο αφιερώνεται σε όσους ζουν;

 

«Σ’ αυτούς που θέλουν να ζήσουν, να αγαπηθούν, να ξεπεράσουν λάθη και στερεότυπα, να αναγνωρίσουν τη βαθιά ύπαρξή τους».

 

• Η απόφαση να γνωρίσεις το άγνωστό σου δεν ισοδυναμεί με βλέμμα προς την άβυσσο; Αλλά τότε σε κοιτάζει και η άβυσσος. Πώς το αντέχει κανείς;

 

«Μήπως η άβυσσος είναι πιο γοητευτική από το ισοπεδωτικό τίποτα που ζούμε; Καμιά αληθινή ματιά δεν πέφτει πάνω μας. Δεν παίρνουμε, άρα δεν δίνουμε τίποτα πέραν του επιφανειακού, του φευγαλέου, του χωρίς νόημα. Ολα μας παροτρύνουν να μη βλέπουμε έξω από τα γνωστά, τα “ασφαλή”. Προ ημερών μια ηθοποιός μάς διηγήθηκε ότι βρήκε πεταμένη στον δρόμο μια επιστολή. Μια γυναίκα που βιώνει την καθημερινή ισοπέδωσή της έγραφε στον εαυτό της, στο εμπρός και το πίσω μέρος μιας σελίδας. Μας τη διάβασε. Ηταν συγκλονιστική στιγμή. Ζει χωρίς έρωτα, χωρίς όνειρα, χωρίς κάτι να περιμένει. Και λέει στον εαυτό της: “Πού πας; Πόσο θα το αντέξεις ακόμα; Μέχρι πότε θα ζεις κοιτάζοντας το ταβάνι;”. Ενας άνθρωπος που χάθηκε μέσα στο πλήθος, που θα μπορούσε να είναι ο καθένας μας. Τέτοιες στιγμές συναντώ ένα αληθινό βλέμμα. Ετσι οδηγούμαι στο γράψιμο».

 

• Πώς σχετίζεται κανείς με τον εαυτό του;

 

«Οι άνθρωποι φοβούνται τη σιωπή, δεν μπορούν να μείνουν μόνοι και απερίσπαστοι σε ένα δωμάτιο. Ο “Κυκλισμός” επιχειρεί μια τέτοια καταβύθιση. Οι συνεχείς επαναλήψεις απογυμνώνουν τα πρόσωπα από τη γλώσσα. Τα πρόσωπα μένουν μόνα στο μηδέν. Μια ομαδική κραυγή ακούγεται: συνέχισε, συνέχισε, συνέχισε».

 

• Προς τα πού;

 

«Πάντως όχι προς το οριστικά τελειωμένο, εξαντλημένο, αποτυχημένο.

 

Ο αγώνας δρόμου στον οποίον επιδοθήκαμε άπληστα και βουλιμικά, χωρίς καν να μας ενδιαφέρει το τέρμα, αλλά το τι θα αρπάξουμε στη διαδρομή, είδαμε πώς κατέληξε».

 

• Μεγαλύτερη η ευθύνη των πολιτών ή των πολιτικών;

 

«Αποδίδω τεράστια ευθύνη σε εμάς τους ίδιους. Δεν με ενδιαφέρει καν να ασχοληθώ με την άρχουσα τάξη –όχι ότι δεν έχουν ευθύνη, αυτοί έφεραν τη Χρυσή Αυγή. Προτιμώ να επικεντρωθώ στο ουσιώδες, την αναγνώριση της αλήθειας. Το παιχνίδι οριζόταν με δύο παίκτες. Ο ένας ζητούσε, ο άλλος υποσχόταν. Αν κατηγορούμε τους πολιτικούς για άσκηση κακής εξουσίας, ας εγκαλέσουμε την κοινωνία για κακή νοοτροπία και “αξίες” με τις οποίες πορεύτηκε. Οταν ο πολιτικός αρχηγός πετά το σύνθημα και ο πολίτης το πιάνει στον αέρα, σημαίνει ότι οι δυο τους ομονοούν, συνεννοούνται».

 

• Κι αν μηδενίσουμε το κοντέρ, με τι παιδευτικό υλικό η κοινωνία θα κάνει μια νέα αρχή;

 

«Δύσκολο ερώτημα. Θέτει το ζήτημα μιας γενικότερης αναμόρφωσης, μιας βαθύτερης ανασκόπησης του εαυτού μας. Πάντως δεν πρόκειται για κάτι αφηρημένο. Είναι εργασία που αναγκαστικά αφορά το καθημερινό βίωμα. Ο καθένας υποχρεούται να αναζητήσει εαυτόν. Πόσο υπολογίζει τον διπλανό του, πώς καλλιεργεί τα γούστα του. Ζητήματα που θέτουν σοβαρή διάσταση και στην τέχνη. Αυτή η επιστολή για παράδειγμα είναι πρόταση αλήθειας».

 

• Σαν ένα μπουκάλι με SOS πεταμένο στον ωκεανό της πόλης. Τι κρύβουμε κυρίως;

 

«Φόβο ή ντροπή. Ολοι προσέχουν, κρύβονται σε εξωτερική και εσωτερική αθλιότητα. Συναναστρεφόμενος νέους παρατηρώ απόκρυψη, απόρριψη, υπεκφυγή, ψεύδος. Ζουν στα στεγανά της “ασφάλειας”, με προκατασκευασμένες δομές. Φοβούνται. Ο κατεξοχήν απαγορευτικός παράγων για όποιο βήμα. Κι εγώ είμαι ένας παθιασμένος άνθρωπος, κυνηγημένος από δαίμονες, φαντάσματα. Αλλά αυτό είναι το υλικό μου, ο “άλλος” που λέγαμε. Σημασία έχει αυτό που καταγράφεις ως δικό σου να υπερβαίνει την προσωπική περιοχή και να συναντιέται με άλλους. Ή θα είσαι αυτός που είσαι προκαλώντας αντιδράσεις ή θα ενσωματωθείς στον γενικό κανόνα. Θέλω να μη με κοροϊδεύω. Βιώνω το ρίσκο».

 

• Κοστίζει;

 

«Η αλήθεια, από τη στιγμή που δηλώνεται δημόσια, εγείρει κινδύνους. Είναι το αντίτιμο της ανάληψής της. Δεν σε αποδέχονται, ακόμα κι όταν δεν ζητάς από τους άλλους να αναζητήσουν τη δική τους αλήθεια. Ενοχλούνται από το γεγονός ότι έχουν απέναντί τους κάποιον που το κάνει. Τον εχθρεύονται, φτάνουν μέχρι την προσβολή ή τον διασυρμό του. Ναι, υπάρχει κοινωνική μοναξιά σε εκείνον που έχει αναγνωρίσει τον εαυτό του. Μια μορφή καταδίκης».

 

• Αρα μιλάμε για μια ψευδή, ανύπαρκτη επικοινωνία, την ίδια στιγμή που η παγκόσμια επικοινωνία τελειοποιεί ολοένα τις υποδομές της;

 

«Η τράπουλα αυτής της επικοινωνίας είναι σημαδεμένη με προσχήματα. Το κρυμμένο της ζωής μας φέρει μια απίστευτα συσσωρευμένη βία. Εμπεριέχει όλες τις προκαταλήψεις, όλα τα επινοημένα σχήματα συμπεριφοράς απέναντι στον άλλο».

 

• Ποιος είναι ο άλλος;

 

«Δεν υπάρχει άλλος. Ο άλλος είμαστε εμείς, αυτός που απορρίπτουμε. Ακριβώς επειδή δεν αντέχουμε αυτή την απόρριψη στο εσωτερικό μας, την αποδίδουμε στο πρόσωπο που είναι απέναντί μας. Μπορούμε να δούμε τον εαυτό μας σαν έναν άλλον που δεν δεχόμαστε; Αυτή είναι η καρδιά του προβλήματος. Εγώ βλέπω μια πολιτεία να χτίζεται πάνω σε τέτοια θέματα κι όχι με πολιτικούς όρους. Αρχίζοντας από το μηδέν, τι είναι ο καθένας και σε ποιο βαθμό μπορεί να κοιτάξει μέσα του. Ως συγγραφέα με απασχολεί τι διαμείβεται μεταξύ των ανθρώπων, μεταξύ αυτών των διαφόρων εγώ. Η ανθρωπολογία, η γεωλογία του θεάτρου, η αρχαιολογία του ζητήματος που λέγεται άνθρωπος».

 

• Ποιο είναι το όπλο μας απέναντι στην καχυποψία των Ευρωπαίων;

 

«Το απόσταγμα που λέγεται γλώσσα. Αν περιμένουν κάτι από εμάς οι Ευρωπαίοι, προέρχεται απ' αυτήν. Είναι η μόνη γλώσσα που μπορεί να αναβιώσει τον εαυτό της και να προτείνει έναν κόσμο, να ονομάσει τα πράγματα αλλιώς».

 

• Εξαιτίας του πλούτου της;

 

«Εξαιτίας της ιδιοσυστασίας της. Η ίδια η γλώσσα παράγει τις απαντήσεις. Αλλοι λαοί, όπως οι Γερμανοί, κοιτάζοντας απέξω αναζητούσαν τη γλώσσα τους για να γράψουν… ελληνικά. Και δεν εννοώ κάποιου τύπου φιλελληνισμό, αλλά κάτι απολύτως ουσιαστικό. Εμείς είμαστε μέσα στην ίδια τη γλώσσα. Δεν πρέπει να το δούμε ως επιστροφή, φιλολογική προσέγγιση, αρχαιολογία, νοσταλγία, αλλά ως βίωμα του τώρα. Εχω συναντήσει πολλούς που θα ήθελαν να είχαν γεννηθεί Ελληνες. Εννοείται μακριά από μένα οι πατριωτικοί οίστροι και εθνικισμοί».

 

• Είστε εναντίον της κατάργησης των αρχαίων ελληνικών;

 

«Δεν συμφωνώ ότι είναι νεκρή η αρχαία ελληνική. Δεν καταργείς το μέρος μιας γλώσσας, επειδή δεν το μιλάς. Οπως δεν κόβεις ένα μέλος του σώματός σου όταν σ’ αυτό οφείλεται το υπόλοιπο της ύπαρξής του. Δεν υποστηρίζω ότι πρέπει να μιλάμε στην αρχαία ελληνική. Ούτε μου αρέσουν οι προσπάθειες συνηγορίας της, λες και είναι κατηγορούμενη… Η διανοητική και ψυχολογική μας αυτοτέλεια οφείλεται στο γεγονός ότι γεννηθήκαμε μιλώντας αυτή τη γλώσσα. Αυτό που εγώ αποκαλώ ιστορική συνείδηση. Κι όμως, είμαστε απερίσκεπτοι στην προσέγγισή της. Συχνά γράφοντας φτάνω στο σημείο να μην την αντέχω. Τη νιώθω εξαντλημένη, μη διαθέσιμη. Αυτή η κατάχρηση με οδηγεί να φτάνω στο μεδούλι. Ολα τα κείμενά μου κινούνται στα όρια της γλώσσας, πάνε να πουν κάτι που ακόμα δεν έχει ειπωθεί».

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Επί πενήντα χρόνια φίμωναν το έργο μου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

• Ποιο είναι το κοινό σας;

 

«Μα στην πραγματικότητα δεν έχω κοινό. Ισως μια μερίδα ανθρώπων που με διαβάζουν. Ποτέ δεν έχει παιχτεί έργο μου μια σεζόν ολόκληρη, αν εξαιρέσουμε το “Αμόρε”, το Φεστιβάλ Αθηνών και κάποιες μικρές ομάδες. Εγραφα επί χρόνια χωρίς να ανεβαίνουν τα έργα μου ή για τόσο λίγο που μου απαγόρευε να εξετάσω την ποιότητα της συνάντησής τους με το κοινό. Βέβαια υπάρχουν οι παρισινές παραστάσεις που δεν είναι λίγες. Δεν θα ξεχάσω τον “Κυκλισμό” μέσα σ' ένα γεμάτο “Οντεόν”, με το κοινό να συμμετέχει στην παράσταση. Κοιτούσα την οροφή του θεάτρου σχεδιασμένη από τον Αντρέ Μασόν και δεν το πίστευα. Δεν έχω… εθιστεί σε παραστάσεις έργων μου».

 

• Γιατί η ελληνική θεατρική σκηνή σάς απομόνωσε;

 

«Τα έργα μου κρίνονταν μη αποδεκτά. Υπήρξα θύμα ιδεοληψίας που επέβαλλε στο ελληνικό θέατρο μόνο μία κατεύθυνση αποκλείοντας οτιδήποτε άλλο. Εκπροσωπήθηκε από συγκεκριμένους ανθρώπους που θεωρούσαν εαυτούς κήνσορες, θεματοφύλακες της παράδοσης, παραγωγούς πολιτισμού. Επί πενήντα χρόνια φίμωναν κάθε προσέγγιση θεατρικής γραφής διαφορετική από τη δική τους, ασκώντας βέτο της εξουσίας. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε ποτέ να επαναληφθεί αντίστοιχη συμπεριφορά σε άλλο συγγραφέα. Είναι καταστροφικό. Καταργεί την εναλλαγή, την πολυφωνία, τη διαφορά, την ποικιλία. Ετσι οδηγήθηκε η δραματουργία μας στο μηδέν. Πρέπει οι πόρτες να μένουν ανοιχτές προς όλους. Το θέμα είναι διανοητικό, θεσμικό, ψυχολογικό, εθνικό».

 

• Τι συναισθήματα είχατε τότε;

 

«Περνούσα από καταστάσεις μεγάλης απόγνωσης, θυμού, τάσεις απομονωτισμού. Στα κίνητρά τους υπήρχε μια διάθεση υπεξαίρεσης του ανθρώπου που έγραφε έτσι. Να μην υπάρχει καθόλου… Ενιωσα τον φανατισμό, τη μισαλλοδοξία τους ως άνθρωπος και ως συγγραφέας. Αλλά αυτό δεν κατέστειλε την ανάγκη μου να γράφω. Υπάρχει ένα corpus έργων που διαδέχτηκαν το ένα το άλλο σε διάστημα τριάντα ετών και τώρα υπάρχει μια ροή παραστάσεων».

 

• Σας βαραίνει ποτέ η μοναχικότητα;

 

«Δεν πρόκειται για τη μοναξιά του συγγραφέα, ούτε μεταφυσική τύπου Πασκάλ, ούτε θεολογική. Ορίζω τη μοναξιά μόνο ως ερωτική. Πάντα λείπει ένας άλλος».

 

• Το μεταφυσικό δεν σας απασχολεί;

 

«Γράφοντας θέατρο ή λογοτεχνία διαχειρίζεσαι ζητήματα που συνδέονται με κάτι άπιαστο, ανείπωτο, αόρατο. Για μένα το μεταφυσικό ορίζεται από την καλλιτεχνική παραγωγή. Δεν θέλεις να προσκυνήσεις μπροστά σ’ έναν Μποτιτσέλι;… Ομνύω σε αγίους, μάρτυρες, ευεργέτες όπως είναι οι Σέξπιρ, Τολστόι, Σταντάλ, Προυστ, Μπέκετ, Τζόις. Γιατί να μην τους γιορτάζουμε ως αγίους στη θέση των άλλων, που κανείς δεν τους ξέρει και δεν σημαίνουν τίποτα; Κάθε μέρα από ένα μεγάλο συγγραφέα, ποιητή, μουσικό, ζωγράφο.

 

Ή ας προτείνει κάποιος ένα άλλο εορτολόγιο. Δεν θέλω να επιβάλω το δικό μου… Η αγιότητα, η υπέρβαση του πραγματικού, είναι δημιουργήματα του ανθρώπου, όπως και οι θρησκείες. Μα υπάρχει ισχυρότερη δύναμη από την τέχνη; Πώς δημιουργήθηκαν οι δραματικοί αγώνες στην αρχαία Αθήνα; Επειδή δεν επαρκούσε η καθημερινή πραγματικότητα. Σήμερα έχουμε ανάγκη μια νέα μετουσίωση. Μια στοχαστική και ποιητική προσέγγιση του παρόντος».

 

INFO: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (Λ. Συγγρού 107-109, τηλ.: 213 0178000) «Ο κυκλισμός του τετραγώνου» του Δημήτρη Δημητριάδη. Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς. Παίζουν: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Γιώργος Γάλλος, Αλεξία Καλτσίκη, Μαρία Κεχαγιόγλου, Γιάννης Κλίνης, Περικλής Μουστάκης, Αρης Μπαλής, Γιάννος Περλέγκας, Ομηρος Πουλάκης, Μαρία Πρωτόπαππα, Χρήστος Στέργιογλου. 16-27 Οκτωβρίου.

 

[email protected]

 

Scroll to top