23/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Αυτονόητα(;) περί τρομοκρατίας

      Pin It

Του Γεράσιμου Προδρομίτη*

 

Ο όρος «τρομοκρατία» επανεισάγεται δραματικά τις τελευταίες μέρες στην κεντρική σκηνή του πολιτικού διαλόγου, καλούμενος να παίξει εκ νέου τον ρόλο του απόλυτα σημαίνοντος ηθικού στίγματος ενάντια σε «μαύρα πρόβατα» και αποδιοπομπαίους τράγους» εξοβελιστέους από την ήρεμη, ήμερη (και στο βάθος καταθλιπτική και αυτοκτονική) επικράτεια της ενάρετης πειθήνιας υφ’ ενός ζυγού πορείας προς την «επιτυχία» των μνημονιακών διατακτικών.

 

Φαίνεται να έχουμε διδαχθεί ελάχιστα από την πρόσφατη ιστορία χρήσης και κατάχρησης του όρου και κυρίως από τις δραματικές τους συνέπειες σε πλανητική κλίμακα. Ο επιχειρησιακός ορισμός του FBI «τρομοκρατία είναι η παράνομη χρήση ή απειλή βίας ενάντια σε ανθρώπους ή στην περιουσία τους με στόχο τον εκφοβισμό της κυβέρνησης, του άμαχου πληθυσμού ή οποιουδήποτε τμήματος αυτού, αποβλέποντας στην προώθηση πολιτικών και κοινωνικών στόχων» αποτέλεσε το υποστύλωμα της εγκαθίδρυσης μόνιμης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης τόσο διεθνώς όσο και στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών, που, σε διάφορες διαβαθμίσεις, φυσικοποίησαν την ελεύθερα παρεχόμενη υποταγή τους στην αναγκαιότητα ενίσχυσης του αστυνομικού κράτους.

 

Η M. Crenshaw, εκ των κορυφαίων διεθνώς ερευνητών στην Ψυχολογία της Τρομοκρατίας, σε ένα άρθρο της-σταθμό το 2000, προσπαθεί ως εξής να τακτοποιήσει τα προϋποτιθέμενα για μια ψύχραιμη επιστημονική (και όχι μόνο) προσπέλαση και χρήση του όρου: «Το πρόβλημα ορισμού της τρομοκρατίας δυσχεραίνει την ανάλυση, από την έναρξη ακόμη των ερευνών πάνω στην τρομοκρατία στις αρχές της δεκαετίας του ‘70. Μέρος του προβλήματος αποτελεί το γεγονός ότι η έννοια της τρομοκρατίας είναι έντονα αμφισβητήσιμη. Η χρήση του όρου είναι συχνά πολεμική και ρητορική. Είναι πιθανόν να αποτελέσει έναν αρνητικό χαρακτηρισμό, που έχει στόχο να αποδοκιμάσει τις επιδιώξεις του αντιπάλου, χαρακτηρίζοντάς τες αθέμιτες και άδικες, παρά να περιγράψει κάποια συγκεκριμένη συμπεριφορά. Επιπλέον ακόμα και όταν ο όρος ‘‘τρομοκρατία’’ χρησιμοποιείται με αντικειμενικό τρόπο ως εργαλείο ανάλυσης, παραμένει δύσκολο να καταλήξει κανείς σε κάποιον ικανοποιητικό ορισμό, ο οποίος θα κάνει τη διάκριση μεταξύ τρομοκρατίας και άλλων φαινομένων βίας. Τρομοκρατία αποτελεί κατά βάση η εσκεμμένη και συστηματική βία που εκτελείται από μικρές ομάδες ατόμων, σε αντίθεση με τη βία που προέρχεται από την κοινότητα, η οποία είναι αυθόρμητη, σποραδική και απαιτεί μαζική συμμετοχή. Στόχος της τρομοκρατίας είναι ο εκφοβισμός ενός λαϊκού ακροατηρίου που παρακολουθεί, βλάπτοντας μόνο μικρό αριθμό ατόμων, ενώ η γενοκτονία είναι η εξάλειψη ολόκληρων κοινοτήτων. Η τρομοκρατία έχει στόχο να πληγώσει, όχι να καταστρέψει. Η τρομοκρατία είναι κυρίως πολιτική και συμβολική ενώ ο ανταρτοπόλεμος είναι στρατιωτική δραστηριότητα. Ο κατασταλτικός ‘‘τρόμος’’ που ασκείται εκ των άνω, προέρχεται από εκείνους που βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, ενώ η τρομοκρατία είναι μια μυστική αντίσταση στην εξουσία. Στην πράξη, ωστόσο, τα γεγονότα δεν μπορούν πάντα να κατηγοριοποιηθούν με σαφήνεια».

 

Ο,τι κι αν προσπαθούν να χωρέσουν εντός του όρου οι πολυώνυμοι πολιτικοί δράστες, η ίδια η χρήση της λέξης δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα σ' ένα ντόμινο πολλαπλών κοινωνικο-ψυχολογικών αντιδράσεων. «Μια πράξη είναι τρομοκρατική όταν οι ψυχολογικές της συνέπειες υπερβαίνουν κατά πολύ τις αντικειμενικές» έλεγε ο R. Aron. Η θεσμική κατάχρηση και διασταλτική εφαρμογή του όρου «τρομοκρατία» μπορεί λοιπόν να είναι η ίδια τρομοκρατική, στον βαθμό που, αξιοποιώντας τη χειραγωγική δυναμική του φόβου του πλήθους, αποπειράται να νομιμοποιήσει την υπερβολική επιβολή μέτρων ηθικής και φυσικής εκμηδένισης του πολιτικού αντιπάλου, μετατρέποντάς τον από αντιπολιτευόμενο εντός του παιγνίου του δημοκρατικού διαλόγου σε απόλυτο εχθρό. Εδώ και μια 20ετία τουλάχιστον είναι γνωστό μέσα από την ερευνητική παράδοση της «Θεωρίας Διαχείρισης Τρόμου» πως η πρόκληση υπαρξιακού άγχους στην κοινωνία μέσα από ενεργοποίηση σκέψεων καταστροφής και θανάτου, συντηρητικοποιεί και προσδένει εξαρτησιακά το άτομο στην εξουσία ενσταλάζοντάς του μίσος για τον ονοματισμένο εχθρό της όποιας θεωρούμενης ασφάλειας και τάξης του: διαφορετικός δρόμος αλλά εντέλει ίδια δομή και περιεχόμενο ψυχολογικών εγχαράξεων με την ακραία επιθετικότητα του ακροδεξιού αυταρχισμού.

 

Η «σιωπηρή πλειοψηφία» ως τελικός αποδέκτης των επικοινωνιακών χρήσεων της τρομοκρατίας και του αέναου παιχνιδιού νομιμοποιήσεων και απονομιμοποιήσεων των μορφών φυσικής και συμβολικής βίας, οφείλει να υπερβεί τον ρόλο του ενεργούμενου και να επιδείξει ένα μίνιμουμ διαγνωστικής ικανότητας εκτιμήσεων για τη σκηνοθεσία, τα σενάρια, και τους χρόνους των δραματικών παιχνιδιών πολέμου με λάφυρο τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τις αξιολογήσεις του. Γιατί, σε τελευταία ανάλυση, τρόμος είναι η ήττα του πλήθους από δειλία.

 

 

* Αναπληρωτής καθηγητής Πειραματικής Κοινωνικής Ψυχολογίας Παντείου Πανεπιστημίου

 

Scroll to top