29/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Καρέ καρέ η φρίκη της Κατοχής

«Στη δίκη της Νυρεμβέργης δύο άνθρωποι ήταν αρκετοί για να φανεί η αλήθεια την οποία έκρυβαν οι Γερμανοί και δεν παραδέχονταν, ότι δηλαδή είχαν διαπράξει τρομερά εγκλήματα πολέμου εναντίον της χώρας μου, της Ελλάδας: ο ένας ήταν ο πατέρας μου, με το βίντεο - ντοκουμέντο που κινηματογράφησε στα χρόνια της Κατοχής.
      Pin It

ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ – Κινηματογράφησε την αλήθεια της γερμανικής Κατοχής στην Αθήνα σε ένα σπάνιο και μοναδικής αξίας ντοκουμέντο

 

«Στη δίκη της Νυρεμβέργης δύο άνθρωποι ήταν αρκετοί για να φανεί η αλήθεια την οποία έκρυβαν οι Γερμανοί και δεν παραδέχονταν, ότι δηλαδή είχαν διαπράξει τρομερά εγκλήματα πολέμου εναντίον της χώρας μου, της Ελλάδας: ο ένας ήταν ο πατέρας μου, με το βίντεο – ντοκουμέντο που κινηματογράφησε στα χρόνια της Κατοχής και ο δεύτερος ήταν ένας κάτοικος των Καλαβρύτων…».
Λουκία Παπαναστασίου

 

Της Νόρας Ράλλη

 

Η δίκη της Νυρεμβέργης ξεκίνησε στις 20 Νοεμβρίου 1945, με κατηγορούμενους 24 μέλη του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος και οχτώ ναζιστικές οργανώσεις. Τελείωσε ένα χρόνο μετά και οι κατηγορούμενοι λογοδότησαν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ειρήνης. Από την Ελλάδα δύο άνθρωποι ήταν αρκετοί για να φανερώσουν την αλήθεια, καθώς οι Γερμανοί φονιάδες δήλωναν πως δεν είχαν διαπράξει κανένα από τα προαναφερθέντα εγκλήματα κατά τη διάρκεια της Κατοχής.

 

Η… ιστορία

 

Ωστόσο το μοναδικό ιστορικό ντοκουμέντο που με κίνδυνο της ζωής του, αλλά και της οικογένειάς του, τράβηξε ο Αγγελος Παπαναστασίου ήταν αρκετό για να καταδείξει τη σκληρότητα και τη βαναυσότητα των Γερμανών κατακτητών.

 

Ισως γι’ αυτόν τον λόγο, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, οι μαρτυρίες της κόρης του Αγγελου Παπαναστασίου, Λουκίας, για τις αλήθειες που κατέγραψε ο πατέρας της αλλά και για τις «περιπέτειες» του συγκεκριμένου φιλμ τα κατοπινά χρόνια, έχουν και μια επιπλέον βαρύτητα, καθώς επιβεβαιώνουν το γεγονός πως όταν κάποιος θέλει να καταδυναστεύσει ένα κράτος, μπορεί να το κάνει πολύ εύκολα, όταν δεν βρίσκεται ούτε ένας που να τον καταδείξει ως προδότη.

 

«Με τον πατέρα μου ήμασταν πολύ δεμένοι. Είμαι μοναχοπαίδι και ως οικογένεια ήμασταν πολύ δεμένοι. Να φανταστείτε πως όταν γυρνούσα από το σχολείο, δεν έτρωγα αν ο πατέρας μου δεν ήταν στο σπίτι, με αποτέλεσμα να αφήνει τη δουλειά του για λίγο και να έρχεται να μου κάνει παρέα. Δυστυχώς, τον έχασα πολύ νωρίς, ήμουν μόλις 12 χρόνων, τον Ιούνιο του 1953. Οταν ήμουν πολύ μικρή, του ζητούσα να μου πει ένα παραμύθι για να κοιμηθώ και εκείνος μου έλεγε «και τώρα θα σου πω ένα ατέλειωτο παραμύθι»! Και ξεκινούσε μια συναρπαστική διήγηση… Οταν αργότερα ξεκίνησα το σχολείο και κάναμε Ιστορία, πετάχτηκα και είπα στη δασκάλα: Μα αυτά που μας λέτε είναι το Ατέλειωτο Παραμύθι του μπαμπά μου! Βλέπετε ο πατέρας μου, αντί για παραμύθια, μου διηγιόταν την Ιστορία της χώρας μας».

 

Κάπως έτσι ξεκίνησε η κ. Παπαναστασίου να μιλάει με περισσή ευγένεια, εκτός των άλλων, και για τον πατέρα της και το μεγάλο ρίσκο που πήρε να βάλει μια κινηματογραφική κάμερα σε ένα τενεκεδάκι συσσιτίου –«από αυτά που είχαν οι Αθηναίοι και γύρναγαν τους δρόμους μήπως βρουν τίποτε πεταμένο, να το μαζέψουν να φάνε…»– για να μην τον καταλάβουν οι Γερμανοί. «Αφησε παρακαταθήκη ένα σπάνιο ντοκουμέντο από την τραγωδία της πατρίδας μας, καταγράφοντας την καθημερινότητα στους δρόμους της γερμανοκρατούμενης Αθήνας. Κανείς μας δεν ήξερε τι έκανε. Ούτε η μητέρα μου, ούτε κι εγώ. Για το ντοκουμέντο αυτό έμαθα μετά τον θάνατό του. Μου παραδόθηκε ως παρακαταθήκη προς φύλαξη και προβολή. Αργότερα, καθώς στην Ελλάδα δεν βρήκαμε ανταπόκριση, το δώσαμε σε μουσείο του εξωτερικού όπου το καθάρισαν και το φύλαξαν, καθώς όπως μας είπαν το θεωρούν ένα σημαντικό βιντεοσκοπημένο πολεμικό ντοκουμέντο (πλέον υπάρχει και σε ψηφιακή μορφή). Ο ίδιος ήθελε να μας προφυλάξει με το να μη μας πει τίποτε. Μάλιστα, ενώ έκανε τις κινηματογραφικές καταγραφές, με σκληρές εικόνες πείνας και τραγωδίας του λαού της Αθήνας, την ίδια στιγμή κινηματογραφούσε κι εμένα να παίζω ως μωρό, ώστε αν οι Γερμανοί βρίσκανε το φιλμ, να βλέπανε εμένα στην αρχή και στο τέλος του και να ξεγελαστούν».

 

Κίνδυνοι

 

Ο κίνδυνος και το ρίσκο για τον Α. Παπαναστασίου, μεγάλα. «Ξέρετε, οι ναζί δεν αστειεύονταν. Σκότωναν κόσμο για το τίποτα. Στο φιλμ μάλιστα φαίνεται ένα νεαρό παιδί κρεμασμένο στη μέση μιας πλατείας κοντά στον Ευαγγελισμό. Απλά περπατούσε στον δρόμο, το έπιασαν και το κρέμασαν επιτόπου. Χωρίς δικαιολογία, χωρίς δίκη, χωρίς τίποτα. Συγγενείς του που έτυχε να δουν το φιλμ, το αναγνώρισαν και μας διηγήθηκαν αυτή την αποτρόπαιη ιστορία».

 

Για το τι απέγινε το φιλμ, η κ. Λουκία δηλώνει: «Ο πατέρας μου κατάφερε να κινηματογραφήσει και να διαφυλάξει το ανεκτίμητο αυτό υλικό από τους ναζί κατακτητές. Ωστόσο έπειτα από χρόνια, στην απελευθερωμένη πλέον Ελλάδα, για “άγνωστους λόγους” αφαιρέθηκαν και εξαφανίστηκαν τα τμήματα που παρουσίαζαν πρόσωπα βασανισμένων, πορείες διαμαρτυρίας, αλλά και “εν δράσει” Ελληνες συνεργάτες των Γερμανών… Δεν χρειάζεται να μπω σε λεπτομέρειες. Από τότε πάντως που έγινε αυτό είμαι πολύ προσεκτική, καθώς το φιλμ δεν είναι για εμπορική χρήση, ανήκει στην Ελλάδα και αυτό πρέπει να το διαφυλάξουμε και το προστατεύω όσο καλύτερα μπορώ. Προσωπικά το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να μάθουν από το φιλμ αυτό όλοι οι Ελληνες την αλήθεια για τον τόπο και είμαι διατεθειμένη να το δώσω εγώ η ίδια σε όποιον μου το ζητήσει, αρκεί να σεβαστεί τη μνήμη του πατέρα μου και την ιστορική αλήθεια, δηλαδή να μην παραφράσει ή αλλοιώσει τα όσα δείχνει το φιλμ.

 

Ξέρετε, δεν είναι ανύπαρκτοι όσοι υποστηρίζουν πως εμείς φταίγαμε για τα δεινά της γερμανικής Κατοχής και προσπαθούν να το αποδείξουν μάλιστα. Το μόνο που λέω απέναντι σε όλα αυτά είναι πως εμείς ποτέ δεν καλέσαμε κανέναν να έρθει να καταλάβει τη χώρα μας, τολμήσαμε να αντισταθούμε στους κατακτητές και ακόμα πληρώνουμε αυτή την αντίσταση, η οποία ήταν τεράστια για την ιστορία της Ευρώπης. Αλλοι πάλι λένε πως το φιλμ εμπεριέχει σκληρές σκηνές και ίσως δεν πρέπει να το βλέπουν παιδιά, καθώς δείχνει παιδιά σκελετωμένα, με πρησμένες κοιλιές, ανθρώπους σε άθλια κατάσταση και πόσα άλλα.

 

Να γνωρίζουμε

 

Η βιαιότητα που ασκείται σε ένα παιδί με την τηλεόραση σήμερα ή τα βιντεοπαιχνίδια είναι πολύ χειρότερη από την αλήθεια της ιστορίας. Και αυτό θέλω να τονίσω: το σημαντικό είναι να γνωρίζουμε την αλήθεια. Και να μείνουμε ενωμένοι και όχι διχασμένοι, όπως μας θέλουν. Από τον πατέρα μου έμαθα να κάνω το σωστό χωρίς πολλή φασαρία και φανφάρες. Και αυτό θα συνεχίσω να κάνω, όσο κι αν μας πιέζουν και οι απ’ έξω και οι δικοί μας».

 

Αποτελεί τραγική ειρωνεία ίσως το γεγονός πως στο τέλος του φιλμ διαβάζουμε: «Αυτό το έκανα, για να βλαστήσει μια νέα Ελλάδα, ενωμένη, απελευθερωμένη, ευτυχισμένη». Αυτή ήταν η ελπίδα του Αγγ. Παπαναστασίου, ο οποίος σε επιστολή που άφησε στην κόρη του ανέφερε: «Επήρα μια απόφαση να κινηματογραφήσω την άφιξη του γερμανικού στρατού στην Αθήνα και εν συνεχεία ό,τι μπορούσα περισσότερα κατά την περίοδο της κατοχής των. Υπελόγιζα ότι η εις την Ελλάδα παραμονή τους θα ήτο μόνον μια Εθνική Περιπέτεια, αλλά όχι και Εθνική Συμφορά, όπως απεδείχθη κατά την περίοδο της Κατοχής. Η θηριωδία τους, αι καταστροφαί που έκαμαν στα χρόνια της Κατοχής, τα μαρτύρια που υπεβλήθη ο ελληνικός λαός είναι άνευ προηγουμένου».

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

Ενας αξιωματικός του Ναυτικού, μάρτυρας της αλήθειας του έθνους

 

Ο Αγγελος Παπαναστασίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1896 και νεαρό παιδί ακόμη εισήχθη στη Σχολή Δοκίμων Βασιλικού Ναυτικού. Το 1929, μαζί με τον φίλο του Αδαμάντιο Καρόκη, άνοιξαν το μεγαλύτερο και μοναδικό εργοστάσιο μπαταριών στα Βαλκάνια, με την επωνυμία ΠΑΚ από τα αρχικά τους (Παπαναστασίου Αγγελος, Αδαμάντιος Καρόκης). Ωστόσο η κατάληψη της Αθήνας από τους ναζί σήμανε και την κατάληψη του εργοστασίου των μπαταριών ΠΑΚ. Ο Α. Παπαναστασίου, που δεν ήθελε να συνεργαστεί με τους κατακτητές, αποχώρησε από τη διεύθυνσή του. Εκανε μάλιστα και σαμποτάζ: οι μπαταρίες που τον ανάγκασαν να δώσει στους Γερμανούς για τα τανκς τους στη Μ. Ανατολή φρόντισε να είναι αλλοιωμένες. Και όταν ο Γερμανός διοικητής τον κάλεσε στο γραφείο του για να τον επιπλήξει που πολλά από τα μηχανοκίνητα του γερμανικού στρατού είχαν ακινητοποιηθεί, εκείνος το απέδωσε στην κακή συντήρηση. Ετσι γλίτωσαν οι εργάτες και ο ίδιος την εκτέλεση. Μετά την απελευθέρωση, συνέχισε την πατριωτική δράση του. Το νήμα της ζωής του όμως έμελλε να κοπεί απότομα και ο ίδιος χάθηκε πρόωρα το 1953 σε αυτοκινητικό δυστύχημα.

 

[email protected]

 

Scroll to top