29/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Φωτογραφίζει και σχολιάζει ο Τάσος Κωστόπουλος

Οι παρελάσεις θέλουν Μεταξάδες

      Pin It

Εθνική επέτειος δεν σημαίνει μόνο μνημονική ανάκληση του παρελθόντος, συνήθως με μια δόση αγωνιστικής εξιδανίκευσης των «παλιών καλών καιρών». Σημαίνει και απότιση φόρου τιμής στην τελετουργική παράδοση του δικτάτορα Μεταξά, αυτού που θεωρητικά μόνο οι ακροδεξιοί επιμένουν να προβάλλουν ως υπόδειγμα (1, Καλαμάτα 2004) και οι πάσης φύσης αντιφασίστες είθισται να κοροϊδεύουν (2, ΕΠΛ Αμπελοκήπων 1999). Δικό του πνευματικό τέκνο υπήρξαν, γαρ, οι επετειακές μαθητικές παρελάσεις –σε αντιδιαστολή προς τις στρατιωτικές που, ως επίδειξη της κρατικής ισχύος απέναντι σε κάθε δυνητικό «εξωτερικό» ή «εσωτερικό» εχθρό, αποτελούν διαχρονική παράδοση κάθε εξουσίας. Παρά την αντικειμενική δυσκολία τού να έρθει κανείς αντιμέτωπος με αισθήματα και θεσμούς, όπως η γονική περηφάνια, η ανομολόγητη διακριτική οφθαλμοπορνεία της σούπερ μίνι νεανικής φούστας ή η ακατανίκητη νοσταλγία των παλιότερων για τις μέρες που ήταν κι εκείνοι σημαιοφόροι/παραστάτες/διμοιρίτες ή απλοί πεζικάριοι, η αμφισβήτηση των στρατοκρατικών προτύπων παρέλαβε την περασμένη δεκαετία και το πλέον «αθώο» χάπενινγκ αυτής της κατηγορίας. Με τρόπο παραδοσιακό και ανορθόγραφο (3, Θεσσαλονίκη 2006), με την προκλητική υπενθύμιση της άρρηκτης γενετικής σχέσης εθνικισμού και ναζισμού (4-5) αλλά και με την ενοχλητική επισήμανση πως η πίσω πλευρά κάθε «εθνικής ανάτασης» είναι συνήθως η άνευ όρων υποταγή στους κυβερνώντες – που, εκ των πραγμάτων, «μας» εκπροσωπούν απέναντι στους «άλλους» (6).

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

 

Εθνική οδός Τρίπολης-Καλαμάτας, Μάρτιος 2006. Πέντε ολόκληρα χρόνια πριν από την επιστημονική μονογραφία του Ιάσονα Χανδρινού, που αποκατέστησε ιστοριογραφικά την Οργάνωση Προστασίας Λαϊκού Αγώνα, η τοπική οργάνωση του ΚΚΕ δεν διστάζει να εντάξει πανηγυρικά το ένοπλο σκέλος του ΕΑΜ των αστικών κέντρων -και πολιτική, ταυτόχρονα, αστυνομία του κόμματος μέσα στο κίνημα- στο αντιστασιακό πεντάπτυχο της ηρωικής δεκαετίας του ’40. Ισότιμα με το νόμιμα αναγνωρισμένο πολιτικό, ένοπλο και νεανικό σκέλος της Αντίστασης, αλλά και με τον πρόσφατα αναβαθμισμένο στην επίσημη κομματική μνήμη Δημοκρατικό Στρατό του Εμφυλίου. Τα περί συνέχισης του (ένοπλου;) αγώνα θα πρέπει βέβαια ν’ αναζητηθούν κυρίως στη σφαίρα της φαντασίας. Προτού περάσουν τρία χρόνια, η γενική γραμματέας του κόμματος θα διακηρύξει άλλωστε με κάθε επισημότητα από το βήμα της Βουλής πως αναγκαία προϋπόθεση για την επανάσταση είναι να μη σπάσει ούτε τζάμι.

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Καλό βόλι

 

Σωτήριον έτος 2001. Καθ’ οδόν προς το ολυμπιακό έπος του 2004, οι προκηρύξεις προσλήψεων στο Ελληνικό Δημόσιο αφορούν μόνο κομπιουτεράδες, αστυνομικούς κι επαγγελματίες οπλίτες. Η «ισχυρή Ελλάδα» απλώνει τα ένοπλα άκρα της προς διάφορες κατευθύνσεις, οι ελληναράδες της προηγούμενης δεκαετίας συνειδητοποιούν πως τα στρατά μας είναι ευκολότερο (κι επικερδέστερο) να διαβούν τα σύνορα ως ειρηνοποιοί, παρά να τα σπάσουν. Στην παραμεθόριο, ο ακήρυκτος πόλεμος της προηγούμενης δεκαετίας κατά των «λαθρομεταναστών» συστηματοποιείται, αφαιρείται από τα χέρια των απρόθυμων ή υπερευαίσθητων κληρωτών και περνά στη στιβαρή διαχείριση των ένστολων επαγγελματιών. Μετά την κατάργηση της επετηρίδας διορισμού των εκπαιδευτικών το 1998, οι μόνες σχολές που εγγυώνται βέβαιη απασχόληση είναι οι παραγωγικές της ΕΛ.ΑΣ. και των ενόπλων δυνάμεων. Οι βάσεις εισαγωγής εκεί εκτινάσσονται, η στολή αποκτά ξανά κοινωνικό αντίκρισμα μαζί με κάποια λιγότερο προφανή συμφραζόμενα: φίλος καθηγητής σε φροντιστήριο μένει σύξυλος, εκεί γύρω στο 2000, όταν οι αγαπημένοι του μαθητές τού εξηγούν ότι «δήλωσαν» σχολές αστυνομικών και όχι πυροσβεστών, επειδή «σαν πυροσβέστες δεν θα μπορούν να τα πιάνουν».

 

Ενάντια στο ρεύμα της εποχής, η αφίσα που υπογράφεται από την ψευδώνυμη συλλογικότητα «Απόψε κάνεις Μπαμ» δεν περιορίζεται στην κατάθεση της διαφωνίας της μ’ αυτές τις νέες ιεραρχήσεις. Τραβά την αντιπαράθεση μέχρι την ύστατη λογική της συνέπεια, προσδίδοντας στον εθνικά καθαγιασμένο αποχαιρετισμό των κλεφταρματολών ένα βαθιά ειρωνικό περιεχόμενο.

 

Scroll to top