Tsianos-Kostas

31/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

O Kώστας Τσιάνος ανεβάζει τη «Γειτονιά των αγγέλων» του Καμπανέλλη στο Εθνικό Θέατρο

«Εμείς παλιώσαμε, η σκυτάλη πήγε ήδη στους νέους»

Ο γνωστός σκηνοθέτης επιστρέφει με ένα έργο παλιό, που ζωντανεύει τη νεοελληνική κοινωνία της δεκαετίας του ’60. Με την ευκαιρία αυτή, μας μιλάει για τις φτωχογειτονιές του χθες και του σήμερα, τη σημασία του λαϊκού θεάματος, την πορεία του Εθνικού Θεάτρου, το ιστορικό Θεσσαλικό.
      Pin It

Κώστας ΤσιάνοςΟ γνωστός σκηνοθέτης επιστρέφει με ένα έργο παλιό, που ζωντανεύει τη νεοελληνική κοινωνία της δεκαετίας του ’60, πλημμυρισμένο στις μουσικές του Μίκη Θεοδωράκη. Με την ευκαιρία αυτή, μας μιλάει για τις φτωχογειτονιές του χθες και του σήμερα, τη σημασία του λαϊκού θεάματος, την πορεία του Εθνικού Θεάτρου, το ιστορικό Θεσσαλικό στο οποίο παραμένει διευθυντής. Επειτα από 50 χρόνια δουλειάς δηλώνει πως ακόμα μαθαίνει και προτείνει «τόπο στα νιάτα»

 

Της Εφης Μαρίνου

 

Νίκος Ψαρράς, Μαρίνα ΑσλάνογλουΜια φτωχογειτονιά με Μικρασιάτες στη Δραπετσώνα κι ένας έρωτας κοινωνικά «ανάρμοστος»… Ενας εργάτης κι ένα πλουσιοκόριτσο ερωτεύονται προκαλώντας την «οργή» της γειτονιάς. «Η γειτονιά των αγγέλων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη ανέβηκε ήδη από το Εθνικό Θέατρο στη σκηνή Ρεξ. Μια παράσταση πλημμυρισμένη στα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, που φιλοδοξεί να ζωντανέψει μια μακρινή εποχή: τη νεοελληνική κοινωνία της δεκαετίας του ’60. Ο σκηνοθέτης της, Κώστας Τσιάνος, μιλάει γι’ αυτές τις γειτονιές που γνωρίζει καλά. Υπερασπίζεται το λαϊκό θέαμα, συστήνει ψυχραιμία στην κριτική προς τον Σωτήρη Χατζάκη, δηλώνει θαυμαστής των νέων καλλιτεχνών, ομολογώντας θαρραλέα ότι ο ίδιος ανήκει στο παρελθόν.

 

«Tο έργο είχε προβλήματα και η λογοκρισία στο πρώτο του ανέβασμα εμπόδισε να αναδειχτεί τότε η πολιτικοκοινωνική κατάσταση της εποχής. Δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία, κατέβηκε μέσα σε τρεις εβδομάδες. Προκειμένου να πλουτίσει θεατρικά, διασκεύασα το κείμενο. Πρόσθεσα κάποιες σκηνές από τον “Εχθρό λαό” του Καμπανέλλη και μερικά ακόμα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, τα οποία είχαν γραφτεί ειδικά για το έργο, όπως “Το παλικάρι έχει καημό”, “Σ’ αυτή τη γειτονιά”, “Λαχτάρησα μια χώρα”. Το έργο, παρ’ όλο που δεν είναι πολιτικό, διαδραματίζεται τα μετεμφυλιακά χρόνια, ενώ οι φυλακές και τα ξερονήσια “φιλοξενούσαν” ακόμα κόσμο και η χώρα άδειαζε από το κύμα της μετανάστευσης. Οι άνθρωποι της γειτονιάς, σαν χορός αρχαίου δράματος. Προεξάρχων ο κλασικός τρελός, ο θυμόσοφος. Οι χαρές, οι πίκρες, οι αγωνίες ενός κόσμου που γνωρίζω καλά. Είχα την τύχη τρία κορίτσια του θιάσου να παίζουν ακορντεόν, βιολί, κιθάρα».

 

• Θέλατε η ίδια η γειτονιά να πρωταγωνιστεί;

 

«Απ’ αυτές τις γειτονιές με το αριστερό παρελθόν, τις εξορίες και τις ξενιτιές, τη φτώχεια και τα προβλήματα. Σε μια τέτοια μεγάλωσα κι εγώ. Οι άνθρωποί της ήταν έτοιμοι να σκοτωθούν για ψύλλου πήδημα και την επόμενη στιγμή έτειναν χέρι βοηθείας. Στα κουτούκια αντάμωναν για να τραγουδήσουν, να κλάψουν, να πολιτικολογήσουν, “ανεβάζοντας” και “κατεβάζοντας” κυβερνήσεις. Εκεί πήγαινε -κι εγώ μαζί- η Δόρα Στράτου με σημαντικούς καλλιτέχνες από το εξωτερικό και ξετρελαίνονταν. Τότε που πάλευαν να φτιάξουν τον υγιή συνδικαλισμό -αυτόν που είδαμε να αποτυγχάνει σκανδαλωδώς- αλλά και να δημιουργήσουν μια πνευματική ζωή. Τότε που η δικτατορία ανέκοψε τη μεγάλη άνθηση της χώρας στις τέχνες και τα γράμματα. Εξέχοντα πρόσωπα σ’ αυτές τις γειτονιές είναι η σοφή λαϊκή μάνα, ο παππούς, οι νέοι που ερωτεύονται. Οι κηδείες ήταν γλέντι για τους νέους που έχαναν τη ζωή τους. Με τραγούδια γάμου και κουφέτα. Οπως του νεαρού Παύλου στο έργο – μακάβρια σύμπτωση με το θύμα της Χρυσής Αυγής. Οι πλούσιοι δεν τα ξέρουν αυτά. Αυτοί ντρέπονται και να κλάψουν. Και σήμερα βρίσκεις τέτοιες γειτονιές στις λαϊκές συνοικίες. Εκεί είναι που περισσεύει η αλληλεγγύη στα μικρά και τα μεγάλα, τα χαρούμενα και τα δυσάρεστα. Ναι, στόχος μου ήταν να βγει προς τα έξω η γειτονιά, ο περίγυρος, σιγοντάροντας την ερωτική ιστορία πότε θετικά και πότε αρνητικά».

 

• Η παράσταση με απλό και τετριμμένο θέμα δεν κινδυνεύει να διολισθήσει στον λαϊκισμό;

 

«Με τα μέσα που διέθετα προσπάθησα να κάνω μια καλή λαϊκή παράσταση που αγγίζει την αλήθεια. Υπάρχει σαφής διαφορά ανάμεσα στο λαϊκό και το λαϊκίστικο. Το δεύτερο είναι ψεύτικο, τυχοδιωκτικό. Γιατί να μην είναι λαϊκίστικες κάποιες παραστάσεις που έρχονται απέξω πουλώντας μας φύκια για μεταξωτές κορδέλες; Κακό θέατρο υπάρχει σε κάθε είδος θεάτρου. Δεν καταλαβαίνω αυτή τη διχαστική διάθεση. Το γεγονός ότι χαιρόμαστε με την καταπληκτική παράσταση του Οστερμάιερ δεν σημαίνει ότι θα καταργήσουμε τον Σακελλάριο ή τον Ψαθά… Πρόκειται για σπουδαίους συγγραφείς στο είδος τους. Οπως πολύ σπουδαίος είναι ο Δημητριάδης. Η τέχνη είναι περιβόλι στο οποίο ανθίζουν τα πάντα. Γι’ αυτό δεν πρέπει να είμαστε μίζεροι και επικριτικοί».

 

• Είχατε υπηρετήσει στο Εθνικό Θέατρο ως αναπληρωτής καλλιτεχνικός διευθυντής. Πώς βλέπετε το ξεκίνημα του Σωτήρη Χατζάκη;

 

«Διακρίνω υπερβολές στην κριτική προς αυτόν. Αφήστε να δούμε τι θα κάνει ο άνθρωπος. Και τον Κούρκουλο, που έδωσε τεράστια πνοή στο Εθνικό Θέατρο κάνοντας τομές σε όλα τα επίπεδα, δεν τον καλόβλεπαν στην αρχή. Ο αξιολογότατος Γιάννης Χουβαρδάς, τα δυο-τρία πρώτα χρόνια που έψαχνε στίγμα, αντιμετώπισε τη μιζέρια και την καχυποψία πολλών. Η κριτική του τύπου “γιατί αυτό το έργο, γιατί αυτός ο σκηνοθέτης” μου φαίνεται απαράδεκτη. Είναι απλό: γιατί εκείνος αποφασίζει. Ολα κρίνονται εκ του αποτελέσματος και σ’ ένα σχετικό βάθος χρόνου. Μην το ξεχνάμε αυτό».

 

• Και τα μέτωπα που άνοιξε με καλλιτέχνες πριν καν ξεκινήσει η σεζόν;

 

«Δεν υπάρχουν μονοί καβγάδες. Κι ούτε είμαστε σε θέση να ξέρουμε τι ακριβώς συνέβη. Χρειάζεται ψυχραιμία και καλή προαίρεση από όλους. Αλλά να σας πω και κάτι: δεν ξέρω πολλούς καλλιτεχνικούς διευθυντές που θα ξεκινούσαν το δικό τους ρεπερτόριο με επαναλήψεις περσινών πετυχημένων παραστάσεων του προηγούμενου διευθυντή. Κι ας μην ξεχνάμε ότι το Εθνικό Θέατρο δεν είναι του όποιου διευθυντή. Ανήκει σε όλους μας».

 

• Είστε μακριά από την Αθήνα τα τελευταία χρόνια. Πώς την βλέπετε τώρα;

 

«Δεν έχει αλλάξει η Αθήνα αλλά όλη η χώρα. Μιλάμε για ένα ελεεινό κράτος. Δεν λειτουργεί τίποτα εκτός κι αν σπρώχνεις διαρκώς τα πράγματα. Ολοι δουλεύουμε με τα ελάχιστα. Οι εργαζόμενοι στο Εθνικό δεν έχουν πια υπερωρίες, νυχτερινά, αργίες. Γι’ αυτό όλα καθυστερούν. “Τελείωσε το ωράριό μου”, λέει ο άλλος. Τι να πεις αφού έχει δίκιο; Δεν ξέρω πού τελειώνει η κατρακύλα. Δεν αφήνω τον εαυτό μου να πολυσκέφτεται και προσπαθώ να δουλέψω. Εγώ θέλω να υπάρξω ακόμα και μέσα σ’ αυτές τις καταστάσεις, θέλω να ζήσω και να προσφέρω από το μετερίζι μου. Αν δεν μπορούν οι πολιτικοί να βρουν λύση, γιατί να μπορώ εγώ; Ο καθένας έχει γνώμη, άποψη, λύση. Εγώ δεν έχω. Ακόμα προσπαθώ να μάθω τη δουλειά μου. Αν και στη δύση της πορείας μου -δουλεύω πάνω από πενήντα χρόνια- αισθάνομαι ότι δεν την ξέρω ακόμα».

 

• Εχετε χρόνια να ασχοληθείτε με το αρχαίο δράμα.

 

«Η Ρούλα Πατεράκη μού λέει: “δεν θα κατάφερνα ποτέ να κάνω αυτό που κάνεις”. Πράγματι, δεν είναι εύκολο να ανεβάσεις Σακελλάριο… Οπως κι εγώ δεν μπορώ να κάνω την Εντα Γκάμπλερ. Με μια τραγωδία θα ήθελα να ασχοληθώ, ίσως, κάποτε. Την “Ιφιγένεια εν Αυλίδι”, έργο που έχω ήδη ανεβάσει στο παρελθόν αλλά το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που ήθελα. Είχα φοβηθεί να στηρίξω την άποψή μου».

 

• Η Αντιγόνη, ας πούμε, δεν σας ενδιαφέρει;

 

«Για να τη χαλάσω;.. Μου φτάνει που την έχω δει σε μια θαυμάσια παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή. Ξέρεις, δεν είμαστε όλοι ικανοί για όλα. Αν δεν μπορώ να αγγίξω την ουσία του κειμένου, γιατί να εμπλακώ; Ας ομολογούμε τις αδυναμίες μας. Δεν είναι κακό».

 

• Πώς είναι η κατάσταση στο Θεσσαλικό Θέατρο;

 

«Χωρίς επιχορήγηση είναι όλα δύσκολα. Ο δήμος πληρώνει απλώς τα πάγια έξοδα. Τα κάνω όλα εγώ χωρίς να πληρώνομαι τις περισσότερες φορές. Το θέατρο κρατιέται με πείσμα, με παραστάσεις και παράλληλες εκδηλώσεις. Τα έργα που έχουν επιτυχία στην Αθήνα, στην επαρχία δεν πάνε πάνω από τρεις-τέσσερις μέρες. Ενας Πίντερ δεν αντέχει πάνω από μια εβδομάδα. Προσπαθώ να βρίσκω έργα που αγγίζουν το πλατύ κοινό χωρίς να προσβάλλουν ποιοτικά. Στη Λάρισα υπάρχει ένα θαυμάσιο ωδείο και σπουδαίοι μουσικοί. Το καλοκαίρι εγκαινιάσαμε το θέατρο “Αυλή” και σε λίγο ανοίγει μια κλειστή αίθουσα θεάτρου που θα γίνει στέκι των νέων. Θυμάμαι σαν ψέμα την εποχή της μεταπολίτευσης όταν εγκαταλείψαμε με την Αννα Βαγενά την Αθήνα για να κάνουμε επαγγελματικό θέατρο στη Λάρισα. Μας κοιτούσαν λες και ήμασταν τρελοί. Τότε που γυρνούσαμε τα χωριά και παίζαμε όπου βρίσκαμε. Πλην της Τετάρτης που την κάναμε ρεπό γιατί η τηλεόραση είχε το “Λούνα Παρκ” και ήταν όλοι κλεισμένοι στο σπίτι… Σήμερα δεν υπάρχουν ούτε καφενεία ούτε αποθήκες ούτε κινηματογράφοι. Μόνο τηλεόραση και ίντερνετ».

 

• Ζήσατε τη θεατρική άνθηση της δεκαετίας του ’70. Σήμερα μπορούμε να εντοπίσουμε το καινούργιο στη θεατρική γραφή;

 

«Κάτι κυοφορείται. Πριν από τον Καμπανέλλη υπήρχε ένα τέλμα. Μετά ακολούθησαν Κεχαΐδης, Αναγνωστάκης, Σκούρτης, Ποντίκας. Βέβαια, το Θέατρο Τέχνης αλλά και το Εθνικό έδιναν ώθηση στην ελληνική δραματουργία. Μέσα στην παγκόσμια κρίση το θέατρο δεν σταματά. Πρέπει να περάσουν δέκα χρόνια για να ασχοληθούν οι συγγραφείς, ακόμα και στη λογοτεχνία, με το σήμερα. Οπως έγινε με τον Εμφύλιο ή με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Καμαρώνω τα νέα παιδιά που δίνουν την ψυχή τους μέσα σε διάφορους χώρους. Από αποθήκες και μπαρ μέχρι τους δρόμους. Στην πρωτοπορία της εποχής μου ήμασταν λίγοι. Αυτοί θα δημιουργήσουν το μέλλον κι ας απέχουν απ’ τη δική μου νοοτροπία. Και λοιπόν; Εγώ πάλιωσα, είμαι το παρελθόν. Η σκυτάλη πέρασε ήδη σε νέα χέρια».

 

INFO: Εθνικό Θέατρο/ Ρεξ (Πανεπιστημίου 48, τηλ.: 210 3305074) «Η γειτονιά των αγγέλων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Σκηνοθεσία: Κώστας Τσιάνος. Σκηνικά/κοστούμια: Αγγελος Μέντης. Χορογραφίες: Φωκάς Ευαγγελινός. Μουσική ενορχήστρωση/διδασκαλία: Παναγιώτης Τσεβάς. Παίζουν: Μαρίνα Ασλάνογλου, Κατερίνα Γιαμαλή, Δημήτρης Δεγαΐτης, Αθηνά Δελιάδη, Βασίλης Ευταξόπουλος, Ανδρη Θεοδότου, Ελισάβετ Ιγγλίζ, Ζαχαρίας Καρούνης, Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, Κωνσταντίνος Κωτσαδάμ, Νικόλας Μακρής, Θοδωρής Μπουζικάκος, Χρήστος Νίνης, Ελένη Ουζουνίδου, Τάνια Παλαιολόγου, Κατερίνα Πατσιάνη, Θάλεια Προκοπίου, Γιάννης Σοφολόγης, Γρηγόρης Σταμούλης, Λουκία Στεργίου, Χάρης Τζωρτζάκης, Ταξιάρχης Χάνος, Αννα Ψαρρά, Νίκος Ψαρράς.

 

[email protected]

 

Scroll to top