Pin It

Της Μαργαρίτας Κουλεντιανού

 

Το τάβλι είναι ένα αγαπημένο εθνικό μας παιχνίδι, παλιότερα αποκλειστικά αντρικό, πιο πρόσφατα και γυναικείο, αφού το διεκδίκησε με πείσμα το γυναικείο κίνημα της δεκαετίας του ’80. Είναι ίσως το αρχαιότερο επιτραπέζιο παιχνίδι, αλλά πήρε τη σύγχρονη μορφή του γύρω στο 50 μ.Χ. Για μεγάλο διάστημα θεωρήθηκε τυχερό παιχνίδι και απαγορεύτηκε από πολιτεία και εκκλησία, αλλά τελικά κατατάχτηκε στην κατηγορία των τεχνικών παιχνιδιών και επιτράπηκε.

 

Το τάβλι είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στην Ελλάδα και την Κύπρο. Ετσι, μάλλον δεν είναι τυχαίο που ένας Ελληνας γιατρός από τα Τρίκαλα είναι από το 2009 παγκόσμιος πρωταθλητής στο μπάγκαμον, ένα είδος «πόρτες» με βίδο. Σε συνέντευξή του είπε πως μυήθηκε στο παιχνίδι στα φοιτητικά του χρόνια, αφού όπως φαίνεται δεν ανήκε στην άλλη σχολή, της πρέφας, στην οποία επίσης εντρυφούν πολλοί φοιτητές. Αναμφισβήτητα χρειάζονται πολλές ικανότητες για να παίξει κανείς τάβλι με τόση επιτυχία. Πρέπει να μπορείς στα γρήγορα να υπολογίσεις τις πιθανές ζαριές που θα φέρει ο αντίπαλος, να τον ψυχολογήσεις για να προβλέψεις τον βαθμό επιθετικότητάς του και το είδος της άμυνάς του, να έχεις ταυτόχρονα τόλμη και περίσκεψη.

 

Οι περισσότεροι ταβλαδόροι φυσικά δεν ενδιαφέρονται για όλα αυτά. Ενδιαφέρονται μόνο να κερδίσουν το στοίχημα της συγκεκριμένης παρτίδας, που συνήθως αφορά το ποιος θα πληρώσει τους καφέδες. Γιατί το τάβλι, τουλάχιστον εδώ σε εμάς, συνδυάζεται με τον καφέ. Τα απογεύματα της Κυριακής στο μπαλκόνι του σπιτιού ή στην αυλή, τις καθημερινές στο καφενείο.

 

Ο ήχος από το τάβλι, το απαλό σύρσιμο των ζαριών, το δυνατό χτύπημα σε κάθε πούλι που τοποθετεί ο ταβλαδόρος στη νέα του θέση, το ηχηρό κλείσιμο του κουτιού στο τέλος της παρτίδας είναι μια μουσική που για πολλά χρόνια συνόδευε το βήμα αυτών που περπατούσαν στους δρόμους, στη γειτονιά, στην πλατεία, στο νησί.

 

Αυτή η οικεία μουσική έχει χαθεί εδώ και κάμποσα χρόνια – και στ’ αλήθεια δεν φταίει το Μνημόνιο γι’ αυτό. Φταίει που, στις πόλεις τουλάχιστον, εξαφανίστηκαν τα καφενεία. Στις θέσεις τους εμφανίστηκαν καφετέριες, που δεν ενθαρρύνουν τα παιχνίδια ούτε τους θαμώνες που θα ασχολούνταν με αυτά. Στα καφενεία, που παλιότερα υπήρχαν σε όλες τις γειτονιές, μαζεύονταν συνήθως οι συνταξιούχοι κάθε πρωί για να πιουν τον πρωινό τους καφέ, να διαβάσουν την εφημερίδα τους, να συναντήσουν γνωστούς, να παίξουν μια παρτίδα τάβλι. Τα απογεύματα, με τον απογευματινό καφέ κι επειδή οι θαμώνες ήταν περισσότεροι, συνήθως στα καφενεία στηνόταν χαρτί: ξερή, δηλωτή…

 

Με το κλείσιμο των καφενείων κλείστηκαν και οι άνθρωποι στα σπίτια τους. Οπου μελαγχολούν όπως φαίνεται, αφού είμαστε λέει η τέταρτη χώρα στην παγκόσμια κατάταξη σε απογοήτευση και μελαγχολική διάθεση. Οι καφετέριες γενικά δεν κατάφεραν να αναλάβουν τους ρόλους των καφενείων ούτε προσφέρονται για παιχνίδι. Κι όμως το παιχνίδι δεν είναι μόνο μια ενασχόληση για να περνάει η ώρα. Δίνει στους ανθρώπους την ευκαιρία να παραμείνουν κοινωνικοί. Γύρω από τους παίκτες σε μια παρτίδα τάβλι συγκεντρώνεται σχεδόν πάντα μια ομάδα που παρακολουθεί. Παρά τον αυστηρό κανόνα «οι απέξω δεν μιλάνε», οι απέξω συζητούν τις κινήσεις, κάνουν υποδείξεις, σχολιάζουν τις ζαριές. Με το τέλος της παρτίδας, όλοι μαζί αναλύουν διάφορες φάσεις της, σε μια κουβέντα εξίσου ζωηρή και παθιασμένη με το παιχνίδι. Κι αν τους μένει χρόνος για απογοήτευση και μελαγχολική διάθεση, θα είναι μέχρι την επόμενη παρτίδα τάβλι.

 

Scroll to top