03/11/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Με μεγάλες πληγές και όνειρα…

Για τα 25 χρόνια από τον θάνατο του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη.
      Pin It

Για τα 25 χρόνια από τον θάνατο του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη

 

Του Δημήτρη Γκιώνη

 

Τάσος ΛειβαδίτηςΕίχα την καλή τύχη να συγκατοικώ με τον Τάσο Λειβαδίτη, τον πρώτο, μετά την πτώση της δικτατορίας, χρόνο στην «Αυγή», με το προνόμιο μάλιστα να παραλαμβάνω τις χειρόγραφες κριτικές ποίησης που έγραφε και να τις προωθώ στο τυπογραφείο, και την απρονοησία, μολονότι αρχειομανής, να μην βγάζω φωτοτυπίες και να κρατώ τα πρωτότυπα χειρόγραφα (διατηρώ τουλάχιστον κάποιες αφιερώσεις σε βιβλία του). Του ζητούσα όμως (ειδικότερα όταν έφυγα από την «Αυγή»), μετά την έκδοση κάποιου βιβλίου του, συνέντευξη, αλλά: «Αν σου αρέσει, όπως λες, η ποίησή μου, γράψε κάτι μόνος σου – εκεί άλλωστε τα λέω όλα». Και έγραφα, αλλά δεν μου αρκούσε.

 

Ωσπου κάποτε μάθαμε ότι μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο. Δυο απανωτές εγχειρήσεις, για ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, δεν απέτρεψαν το τέλος: 30 Οκτωβρίου 1988 (πριν από 25 χρόνια), στα 66 του. Μέσα σ’ ένα δεκαήμερο, ο ποιητής διέτρεξε την απόσταση ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο που, τραγική ειρωνεία, προκλήθηκε από την ίδια αιτία με αυτήν του αδελφού του, του ηθοποιού Αλέκου Λειβαδίτη, που πέθανε κι αυτός στα 66 του (1914-1980).

 

Ρίτσος – Θεοδωράκης

 

«Ζήσαμε τόσο κοντά ο ένας με τον άλλο», δήλωσε ο Γιάννης Ρίτσος. «Μαζί στην εξορία – και στη Μακρόνησο, και στον Αη Στράτη. Πάντα συντροφιά όλα αυτά τα χρόνια. Είναι τεράστια, τρομερή απώλεια, όχι μόνο για μένα, αλλά και για τα ελληνικά γράμματα. Γιατί είναι μεγάλος ποιητής ο Τάσος Λειβαδίτης. Αλλά ήταν κι ένας έξοχος άνθρωπος. Σεμνός, ευγενικός, ευαίσθητος».

 

Και ο Μίκης Θεοδωράκης, που τους συνέδεαν κοινές μνήμες (εξορία, διώξεις), και η μελοποίηση, μεταξύ άλλων, των έξοχων «Δραπετσώνα», «Μάνα μου και Παναγιά», οι κύκλοι «Πολιτεία» και «Τα Λυρικά»: «Υπήρξε κορυφαίος ποιητής της γενιάς του. Ο βαθύς ανθρωπισμός, η πίστη του στα φωτεινά ιδανικά για ένα καλύτερο μέλλον και η ελληνολατρία του, συνδυασμένα με μια απέραντη ευαισθησία και πολύχρωμη φαντασία, τον οδήγησαν στο κέντρο της μεγάλης δοκιμασίας που σημάδεψε τη γενιά της Εθνικής μας Αντίστασης, τον ανέδειξαν σ’ έναν από τους κύριους και ανθεκτικότερους πνευματικούς της εκφραστές. Ορφανέψαμε, όπως και η ελληνική ποίηση και το ελληνικό τραγούδι, που μίλησαν με τη μαγεία και το πάθος μιας ψυχής όμορφης κι ελληνικής».

 

Ηταν –και παραμένει– από τους αγαπημένους μου, και ως ποιητής και ως άνθρωπος, από τότε, νέος, που ακούμπησα στο «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» (το έχει μελοποιήσει ο Γιώργος Τσαγκάρης), που με τις διώξεις έγινε λαϊκό ανάγνωσμα, ενώ εξακολουθητικά μάθαινα και το τι τραβούσε για την ιδεολογία του. Τρεις ογκώδεις τόμοι και κάμποσα ακόμα εκδομένα γραφτά του (από τον «Κέδρο») συνοψίζουν το σύνολο του έργου του.

 

Οσο κι αν η ποίησή του, κυρίως στο ξεκίνημα, χαρακτηρίζεται από έναν «σοσιαλιστικό ρεαλισμό, με κύρια γνωρίσματα τον ρητορισμό», όπως γράφει ο Λίνος Πολίτης («Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας»), ο Λειβαδίτης, όντας ευαίσθητος δέκτης των αισθημάτων πίκρας και απογοήτευσης της Αριστεράς, εξέφραζε ολοένα και περισσότερο με την ποίησή του το αίσθημα του ξοδέματος μιας γενιάς που πίστεψε όσο καμιά άλλη σ’ έναν καλύτερο κόσμο.

 

Απάνθισμα

 

Ο δημοσιογράφος και ποιητής Γιώργος Δουατζής, που δηλώνει μαθητής και φίλος του Λειβαδίτη, ανθολόγησε χαρακτηριστικούς στίχους του ποιητή και τους παρουσιάζει στο βιβλίο «Τάσου Λειβαδίτη Απάνθισμα» («Κέδρος», 1997). Από εκεί μερικοί στίχοι:

 

● «Δεν είμαστε πια ποιητές / παρά μονάχα / σύντροφοι / με μεγάλες πληγές και πιο μεγάλα όνειρα».

 

● «κι η ποίηση είναι η νοσταλγία μας για κάτι ακαθόριστο που ζήσαμε / κάποτε μες τ’ όνειρο».

 

● «οι επαναστάτες είναι ανήσυχοι για το μέλλον, οι εραστές για το παρελθόν, οι ποιητές έχουν επωμιστεί και τα δυο».

 

● «Ηξερες να δίνεσαι, αγάπη μου. Δινόσουνα ολάκερη / και δεν κράταγες για τον εαυτό σου / παρά μόνο την έγνοια αν είχες ολάκερη δοθεί».

 

● «Πατρίδα, είσαι γεννημένη απ’ τους πεθαμένους».

 

● «Γιατί οι άνθρωποι υπάρχουν απ’ τη στιγμή που βρίσκουνε μια θέση / στη ζωή των άλλων. / Ή /ένα θάνατο για τη ζωή των άλλων».

 

● «η αμαρτία μας: ότι θελήσαμε τόσα πολλά, το έγκλημά μας: πράξαμε τόσο λίγα».

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

Στο πλαίσιο

 

Να ζεις σ’ αυτό τον ευλογημένο, και συνάμα κακορίζικο τόπο, και να εννοείς να παραμένεις (όντας στα αζήτητα ή… υποψήφιος αζήτητος) σ’ αυτή την πόλη–χαβούζα, είναι, νομίζω, κάτι που ανάγεται στη σφαίρα της ψυχιατρικής. Μικρή, για μια ακόμη φορά, απόδραση στην άλλη Ελλάδα, με τις ακαλλιέργητες εκτάσεις, που αποφάσισε να χαρατσώσει το ανεπρόκοπο κράτος–ληστής. Μήπως, (ξανα)λέω, είναι ένας λόγος να ξαναπάρουν ζωή;

 

Μια δεύτερη μικρή απόδραση, το εθνικοθρησκευτικό τριήμερο, σε κοντινό νησί. Ηλιος, θάλασσα λάδι, αλλά ελάχιστοι οι αποδράστες. Ερημες οι ακτές, κατάκλειστα τα κάθε είδους μαγαζιά, και τα βράδια στο σκοτάδι οι δρόμοι. Οπου, ξανά η διαπίστωση: Ελλάδα και διακοπές σημαίνει τρεις μήνες. Οι εξής δύο: Ο Αύγουστος. Και καλά, ντεκόρ το υπουργείο Τουρισμού, αλλά οι ίδιοι οι επιχειρηματίες πώς βολεύονται μ’ αυτή την απραξία; (Δεν λέω για δικούς μας τουρίστες αλλά κυρίως για ξένους –του Βορρά ειδικότερα- που ο ελληνικός χειμώνας είναι το δικό τους καλοκαίρι.)

 

Τώρα που με το καλό ξανάνοιξε το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε τι έγινε το πολύτιμο, από κάθε άποψη, θεατρικό –οπτικό και ακουστικό– υλικό του Μάνου Κατράκη, που, το 1994, η σύζυγός του Λίντα Αλμα παραχώρησε, έπειτα από υπόσχεση του τότε δημάρχου Στέλιου Λογοθέτη, για τη δημιουργία ενός μουσειακού χώρου με τ’ όνομα του Κρητικού πρωταγωνιστή. Παρά τις οχλήσεις, στα χρόνια που ήμουν στην «Ελευθεροτυπία», το μουσείο δεν έγινε και η τύχη του υλικού αγνοείται, ενώ ούτε οι ομότεχνοι του Κατράκη ούτε οι συμπατριώτες του Κρήτες φαίνεται να έχουν σκοτιστεί.

 

ΚΑΙ… Αυτιά παντού.

 

[email protected]

 

 

Scroll to top