03/11/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Οι υπόγειες διαδρομές λογοτεχνίας και μετάφρασης

Η χρησιμότητα του έργου υπερβαίνει τη βιβλιογραφική του αξία. Επιβάλλει να αναγνωρίσουμε ότι η πρωτότυπη ελληνική λογοτεχνία οφείλει πια να μελετηθεί ως «συνανάγνωση» με τη μετάφραση.
      Pin It

«Η χρησιμότητα του έργου υπερβαίνει τη βιβλιογραφική του αξία. Επιβάλλει να αναγνωρίσουμε ότι η πρωτότυπη ελληνική λογοτεχνία οφείλει πια να μελετηθεί ως «συνανάγνωση» με τη μετάφραση

 

Του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή

 

Το έργο της συγκέντρωσης όλων των λογοτεχνικών μεταφράσεων από οποιαδήποτε γλώσσα στη νέα ελληνική με σημείο εκκίνησης τον 19ο αιώνα και κατάληξη το τέλος του 20ού σκοπεύει να εντοπίσει, περιγράψει και καταλογογραφήσει χρονολογικά κάθε έκδοση έπειτα από έρευνα και αυτοψία (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) σε βιβλιοθήκες, συλλογές και αρχεία, διασώζοντας έτσι τον θησαυρό επίμονης προσπάθειας ανήσυχων πνευμάτων που, με ελάχιστα μέσα και περιορισμένη υποστήριξη, έκριναν πως η μεταφορά ενός ξένου λογοτεχνικού έργου στην ελληνική γλώσσα ενίσχυε την παιδεία και την πολιτιστική ανάπτυξη της πατρίδας τους. Ερχονται με αυτόν τον τρόπο στο φως εργάτες του λόγου, επιφανείς, λιγότερο ή και ελάχιστα γνωστοί, που εντάσσονται οπωσδήποτε στην πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική πορεία του τόπου.

 

Ο Κώστας Κασίνης, ομότιμος καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, άρχισε το 1989 την έρευνα για τον εντοπισμό και την καταγραφή της μεταφρασμένης στα ελληνικά ξένης λογοτεχνίας, με αποτέλεσμα την έκδοση το 2006 ενός τόμου 814 σελίδων σε σχήμα Α4, όπου πιστοποιούνται 3.215 μεταφράσεις 587 συγγραφέων από 13 γλώσσες, οι οποίες κυκλοφόρησαν από το 1801 έως το 1900. Πρόσφατα, κυκλοφόρησε ο δεύτερος τόμος (594 σελίδες, πάντα σε σχήμα Α4) που καλύπτει την πρώτη πεντηκονταετία του 20ού αιώνα με 2.540 μεταφράσεις 711 συγγραφέων από 24 γλώσσες. Οσον αφορά τη δεύτερη πεντηκονταετία, τέσσερις τόμοι είναι προς έκδοση.

 

Για κάθε λήμμα, η τεκμηρίωση είναι εξαντλητική: όνομα του συγγραφέα του πρωτοτύπου, τίτλος της μετάφρασης, φωτογραφία του εξωφύλλου (συχνά), όνομα του μεταφραστή, τόπος έκδοσης, όνομα και διεύθυνση εκδότη, αριθμός σελίδων, περιεχόμενα, αφιερώσεις όπου υπάρχουν, εντοπισμός του αντίτυπου της μετάφρασης, τίτλος του πρωτοτύπου, συσχετισμός με προγενέστερες ή μεταγενέστερες μεταφράσεις του ίδιου έργου. Προς διευκόλυνση του ερευνητή, κάθε τόμος συμπληρώνεται με παραρτήματα: κατάλογοι των ξένων συγγραφέων, των τίτλων των μεταφράσεων, των μεταφραστών, των εκδοτικών οίκων, των τυπογραφείων και των βιβλιοπωλείων.

 

Η χρησιμότητα του έργου υπερβαίνει τη βιβλιογραφική του αξία. Επιβάλλει να αναγνωρίσουμε ότι η πρωτότυπη ελληνική λογοτεχνία οφείλει πια να μελετηθεί ως «συνανάγνωση» με τη μετάφραση. Δεν πρόκειται για δύο διαφορετικές δημιουργίες, αλλά για μια «συνάντηση». Το γεγονός ότι κορυφαίοι Ελληνες λογοτέχνες και διανοούμενοι υπήρξαν μεταφραστές συγκεκριμένης ξένης λογοτεχνίας και συγκεκριμένων ξένων λογοτεχνών είναι προφανές όταν ίχνη των μεταφράσεων, ως επιρροές συγγραφής, ως πολιτικές και φιλοσοφικές ιδέες, ανιχνεύονται στα έργα τους. Πολύ περισσότερο, οι μεταφράσεις φωτίζουν την κοινωνιολογία της μετάφρασης: η προσφορά ισορροπεί τη ζήτηση και την ανάγκη ενός διευρυνόμενου κοινού, που διατρέχουν επείγουσες ορατές και υπόγειες πνευματικές και κοινωνικές αναζητήσεις. Μικρό παράδειγμα είναι ότι, πολλές φορές, η μετάφραση ενός λογοτεχνήματος δεν απέχει από την έκδοση του πρωτοτύπου παρά μερικούς μήνες ή ελάχιστα χρόνια. Σε σχέση με τις γλώσσες, η πρωτοκαθεδρία της γαλλικής στον 19ο και 20ό αιώνα περιορίζεται σταδιακά από την εμφάνιση της αγγλικής, της παλαιότερης και νεότερης ρωσικής παράδοσης, της επέλασης της βορειοευρωπαϊκής έκφρασης, με τους Ιψεν και Κνουτ Χάμσουν. Επιβεβαίωση της δυναμικής τής μετάφρασης (για να σταθούμε στον 20ό αιώνα) από τον Μεσοπόλεμο και μετά είναι ότι, ακόμα και στην Κατοχή, οι μεταφράσεις, περιορισμένες σε αριθμό, συντηρούν τον στόχο μιας πνευματικής προόδου.

 

Η κοινωνιολογία της μετάφρασης υπογραμμίζει την κοινωνιολογία της χώρας και της διασποράς. Αν, κατά τον 19ο αιώνα, η γεωγραφία των μεταφράσεων εκτείνεται από τη Βενετία και τη Βιέννη σε κάθε πόλη της διασποράς, της ελεύθερης και τουρκοκρατούμενης Ελλάδας, για να συγκεντρωθεί στη συνέχεια σε Αθήνα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Ερμούπολη (αυτές οι τέσσερις πόλεις –σε σύνολο 70- καλύπτουν το 77% των μεταφράσεων), ο 20ός αιώνας αποδεικνύει τον υδροκεφαλισμό της Αθήνας (με ποσοστό 91%) σε σύνολο 30 πόλεων, αποτέλεσμα ιστορικών συνεπειών, οι οποίες, αργά αλλά σταθερά, οδήγησαν στον περιορισμό της πολιτιστικής εμβέλειας του «απανταχού Ελληνισμού». Ενδιαφέρον κοινωνιολογικό στοιχείο του 20ού αιώνα είναι πως ο κοσμοπολιτισμός των ελληνικών κοινοτήτων, σε Αλεξάνδρεια, Κάιρο, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη περιορίζεται σε 117 μεταφράσεις μόνο (5% του συνόλου). Και τα μεταφρασμένα εκεί έργα είναι κατά κανόνα λογοτεχνήματα της μόδας, επιτυχίες συγγραφέων, των οποίων όλα τα ίχνη έχουν χαθεί.

 

Ωστόσο, η ροή των μεταφράσεων από τον 19ο αιώνα ώς τα μέσα του 20ού εμφανίζει αξιοπρόσεκτη προσαρμογή σε ό,τι αφορά κορυφαίες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Στο θέατρο, για παράδειγμα, ο Σαίξπηρ, με 50 μεταφράσεις τον 19ο αιώνα, κατατάσσεται πρώτος στο πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα με 84 μεταφράσεις, ενώ ο αριθμός των μεταφράσεων έργων του Μολιέρου περιορίζεται αρκετά, αφήνοντας χώρο για τον Ιψεν και τον Ο’Νιλ. Στο μυθιστόρημα, ο Αλέξανδρος Δουμάς και ο Ευγένιος Σύη υποχωρούν μπροστά στους Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Γκόρκι, Τσβάιχ: τα νεότερα έργα πάντως δεν παραμερίζουν τα κλασικά.

 

Αν επιμείνουμε πως η μετάφραση επηρέασε την ελληνική λογοτεχνία, το πεδίο προσφέρεται για τον εντοπισμό και την τεκμηρίωση των άμεσων και έμμεσων επιδράσεων, έτσι που δίχως υπερβολή, θα είναι απαραίτητο να υπάρξει νέα ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας προς όφελος της ταυτότητας, αλλά και της «συνομιλίας» των γραμμάτων μας με τη μετάφραση. Το έργο του Κ. Κασίνη έχει ανοίξει τέτοιο δρόμο.

 

 

Κ. Γ. Κασίνης, «Βιβλιογραφία των ελληνικών μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας, ΙΘ΄-Κ΄ αι.», τ. Α΄ και τ. Β΄, εκδ. Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήναι, 2006 και 2013.

 

Scroll to top