ANOIXTO BIBΛΙΟ
Ντον Ντελίλο «Σημείο Ωμέγα». Μετάφραση: Ελένη Γιαννακάκη. Εκδόσεις Εστία, σελ. 128.
Του Χρίστου Κυθρεώτη
Σύμφωνα με τον Γάλλο ιησουίτη ιερέα και φιλόσοφο Τεϊλάρ ντε Σαρντέν, η ύλη εξελίσσεται διαρκώς προς όλο και υψηλότερα στάδια περιπλοκότητας και συνειδητότητας, με απώτερο επίπεδο της εξέλιξης αυτής το Σημείο Ωμέγα. Στο ομώνυμο μυθιστόρημά του, που κυκλοφορεί φέτος από τις εκδόσεις Εστία σε ανάγλυφη μετάφραση της Ελένης Γιαννακάκη, ο σπουδαίος Αμερικανός πεζογράφος Ντον ΝτεΛίλο τοποθετεί τη θεωρητική αυτή κατασκευή στο επίκεντρο της κοσμοθεωρίας του κεντρικού του ήρωα, ενός διανοούμενου ερημίτη με κυβερνητική θητεία στον θεωρητικό σχεδιασμό του πολέμου στο Ιράκ.
Ο Ρίτσαρντ Ελστερ, σε ηλικία εβδομήντα τριών ετών, έχει πλέον αποσυρθεί σε ένα σπίτι κάπου στις ερημιές της Καλιφόρνιας – εκεί τον βρίσκει ένας νεαρός σκηνοθέτης με σκοπό να τον πείσει να συμμετάσχει στο επόμενο «πρότζεκτ» του, ένα πειραματικό ντοκουμέντο με μοναδικό πρωταγωνιστή τον ίδιο τον Ελστερ.
Η συνάντηση και συνύπαρξή τους για πολλές εβδομάδες στο σπίτι, με φόντο την έρημο της Καλιφόρνιας, αποτελούν το αφηγηματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ο ΝτεΛίλο ξεδιπλώνει υπαινικτικά τους στοχασμούς του πάνω στην ύστερη φάση της εξέλιξης όχι μόνο του ανθρώπινου πνεύματος και του πολιτισμού, αλλά και μιας αυτοκρατορίας – της αμερικανικής.
Θεματικός καμβάς αυτού του πυκνού μυθιστορήματος ιδεών είναι η αυτοκαταστροφική ροπή της συνείδησης: η τάση δηλαδή της ανθρώπινης συνείδησης, αφότου έχει εξελιχθεί στο υψηλότερο επίπεδο, να στρέφεται στη συνέχεια προς τον εαυτό της, επιδιώκοντας ουσιαστικά την αυτοκατάργησή της – την επιστροφή στην κατάσταση της ανόργανης ύλης.
«Θέλουμε να γίνουμε πέτρες σ’ ένα χωράφι», υποστηρίζει ο Ελστερ – και αλλού: «Θέλουμε να γίνουμε η νεκρή ύλη που ήμασταν παλιά». Τα λόγια του αντλούν υποβλητικό βάθος από τη σιωπηλή απεραντοσύνη της ερήμου γύρω του, αλλά και από το γεγονός ότι εκφέρονται απ’ τον ίδιο – έναν διανοητή με αμφιλεγόμενο ρόλο στον πόλεμο του Ιράκ.
Παρότι ο Ελστερ έχει πλέον αποσυρθεί, η κριτική που ασκεί στον στρατηγικό σχεδιασμό του πολέμου απέχει από την αυτονόητη αλλά εύκολη ηθική καταγγελία. Για τον ίδιο ο πόλεμος ήταν απαραίτητος: «Ακόμη θέλω πόλεμο. Μια ισχυρή δύναμη πρέπει να δρα… Η ισχύς της θέλησης, η απόλυτη ζωτική ανάγκη».
Από τη σκοπιά του, το πρόβλημα έγκειται στον υπερβολικό εξορθολογισμό του πολέμου, στην υπερίσχυση των μεθοδολογιών, των αξιολογήσεων και των στατιστικών προσεγγίσεων. Ο Ελστερ επιθυμούσε έναν πόλεμο χαϊκού –έναν πόλεμο που να μη σημαίνει τίποτα άλλο από αυτό που είναι, «ένα φάσμα ιδεών που να συνδέονται με εφήμερα πράγματα»-, καθώς για εκείνον η ανθρώπινη συνείδηση έχει εξουθενωθεί στην προσπάθειά της να εξορθολογίζει και να «συναρμολογεί» πραγματικότητες, και επιζητεί πια την αυτοαναίρεσή της: την περιέλευσή της σε μία κατάσταση όπου θα αλληλεπιδρά ελάχιστα με την πραγματικότητα ή τους άλλους ανθρώπους.
Στο πλαίσιο αυτό λειτουργούν άψογα τόσο ο χειρισμός του μυστηρίου που προκύπτει από την εξαφάνιση της κόρης του Ελστερ όσο και οι εικόνες αυτιστικής μόνωσης που κατακλύζουν το μυθιστόρημα: από τον ίδιο τον διανοούμενο αναχωρητή και τους στοχασμούς του πάνω σε μια λωρίδα νεκρού δέρματος μέχρι την υποδειγματική τριτοπρόσωπη αφήγηση που πλαισιώνει τον κύριο κορμό του βιβλίου.
Εκεί -σε αντιστοιχία με το αυτοκαταστροφικό σπέρμα που ενυπάρχει στην εξέλιξη της συνείδησης- η επεξεργασμένη, επιβραδυμένη και βουβή εκδοχή του «Ψυχώ» προβάλλει ουσιαστικά ως «αποσυναρμολόγηση» της αρχικής ταινίας – ένα είδος οπισθοχώρησης προς τη ρευστή και α-νόητη προφιλμική πραγματικότητα.