10/11/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

113 χρόνια κατασκευάζουν μπουζούκια

Στο κέντρο του Πειραιά, δίπλα στον σταθμό του Ηλεκτρικού, λειτουργεί το οργανοποιείο του Στέλιου Σκεντερίδη, γιου του Μιχάλη Σκεντερίδη, του παλαιότερου κατασκευαστή μπουζουκιών και έγχορδων στην πόλη.
      Pin It

Στο κέντρο του Πειραιά, δίπλα στον σταθμό του Ηλεκτρικού, λειτουργεί το οργανοποιείο του Στέλιου Σκεντερίδη, γιου του Μιχάλη Σκεντερίδη, του παλαιότερου κατασκευαστή μπουζουκιών και έγχορδων στην πόλη

 

Οι οργανοποιοί πρέπει να παίζουν μουσική, γιατί μόνο έτσι πονάνε τη δουλειά τους

 

Από το 1900 η οικογένεια Σκεντερίδη κατασκευάζει μουσικά όργανα. Μετά την καταστροφή του 1922 η επιχείρηση μεταφέρθηκε στον Πειραιά

 

Του Χάρη Φραντζή

 

Η οικογένεια του Στέλιου Σκεντερίδη έχει ιστορία στην κατασκευή μουσικών οργάνων πάνω από έναν αιώνα. Ο πατέρας του Στέλιου, Μιχάλης, ξεκίνησε το 1900 από την Καισάρεια της Καππαδοκίας την τέχνη της κατασκευής οργάνων και τη συνέχισε στην Ελλάδα το 1922.

 

«Ο πατέρας μου ήρθε το 1922 με τη Μικρασιατική Καταστροφή, φτωχός πρόσφυγας, αλλά με μεράκι και θέληση. Ετσι, με κέφι έχτισε την πρώτη παράγκα εδώ στην Αλιπέδου, που τότε ήταν κατσάβραχα, και δημιούργησε το πρώτο εργαστήριο μουσικών οργάνων» μας εξιστόρησε ο Στέλιος.

 

Εκείνη την περίοδο ακόμη και η κατασκευή μπουζουκιού ήταν παράνομη. «Τότε ο Μπαϊρακτάρης ήταν διοικητής της αστυνομίας, αυτός που είχε κόψει το μανίκι του μάγκα στο Μοναστηράκι, κυνηγούσε πολύ τους μπουζουξήδες. Αν κράταγες τότε μπουζούκι ήσουν αμφιβόλου χαρακτήρα, δακτυλοδεικτούμενος. Το τραγούδι «Θα σαλτάρω» ο Μιχάλης Γενίτσαρης το έβγαλε στο μαγαζί του πατέρα μου μέσα. Στη διπλανή οδό σαλτάρανε στα γερμανικά καμιόνια και παίρνανε λάστιχα οι σαλταδόροι και άμα τους πιάνανε οι ναζί τούς εκτελούσαν. Στην Κατοχή αλλά και στον Εμφύλιο μπαίνανε μέσα στο μαγαζί οι χωροφύλακες και οι χίτες και λέγανε στον πατέρα μου: Τα λεφτά σου ή τη ζωή σου. Ληστεία δηλαδή στα ίσα. Ο πατέρας μου ήταν και συνηθισμένος από τους Τούρκους που τον κυνήγαγαν παλαιότερα… Μια ζωή ταλαιπωρία».

 

Ρωτήσαμε τον κ. Στέλιο ποια γνωστά ονόματα έχουν περάσει από το μαγαζί κι αυτός μας απάντησε μ' ένα χαμόγελο:

 

«Ο πιο παλιός πελάτης του μαγαζιού ήταν ο Γιοβάν Τσαούς, φίλος με τον πατέρα μου. Από κει και μετά φιλοξενήσαμε σχεδόν όλο το μουσικό στερέωμα. Να αρχίσουμε από τον Βαμβακάρη, τον Τσιτσάνη, τον Παπαϊωάννου, τον Ζαμπέτα, τον Σεκίν Μορέν, τον Τούρκο μαέστρο, και πολλούς άλλους».

 

Μιλώντας για το ρεμπέτικο συνοφρυώθηκε… Σκεφτικός είπε ότι το ρεμπέτικο είναι η μουσική παράδοση της Ελλάδας, η ιστορία της.

 

«Το ρεμπέτικο ήταν παραπονιάρικη δουλειά, σαν μοιρολόι. Ο μπαγλαμάς βγήκε από τη φυλακή, παίρνανε ένα κομμάτι ξύλο και το κάνανε όργανο για να περάσει η ώρα τους. Από τις δυσκολίες και τις κακουχίες παράγεται η τέχνη».

 

Η γνώμη του Στέλιου για τους οργανοποιούς είναι ότι πρέπει να παίζουν μουσική όπως και ο ίδιος, γιατί έτσι ζεις και πονάς τη δουλειά σου. Περνώντας στους οργανοπαίχτες λέει ότι «οι μουσικοί όλοι έχουν καλή καρδιά, δεν υπάρχει μουσικός που να είναι εγκληματίας, όλοι είναι καλλιεργημένοι, φτάνει να μην τους γελάσεις». Ο κάθε καλλιτέχνης είχε τη λόξα του, θυμάται ο Στέλιος, και ήθελαν τα μπουζούκια τους όταν τα επισκεύαζε να βγάζουν συγκεκριμένους ήχους εντελώς διαφορετικούς ο καθένας. Την περίοδο της άνθησης του ρεμπέτικου ταξίδευε σε όλη τη χώρα, σε μαγαζιά και πανηγύρια, και γλένταγαν, οι περισσότεροι ήταν πελάτες στο μαγαζί του. «Την εποχή εκείνη δουλεύαμε μέχρι το πρωί αλλά και πάνω απ' όλα το γλέντι – εδώ, στο στενό δρομάκι του Ηλεκτρικού, το βράδυ που έβγαιναν οι πόρνες και περίμεναν στις σκοτεινιές γωνιές, οι νταβατζήδες στέκονταν πιο πέρα, οι μάγκες και τα αλάνια σουλατσάριζαν κι εμείς ρίχναμε καμιά πενιά, αλλά ποτέ δεν είχαμε φασαρίες, υπήρχε ο κώδικας της τιμής και της μαγκιάς».

 

Σήμερα, εκτός από το μαγαζί όπου τον συναντήσαμε, έχει και μια βιοτεχνία όπου κατασκευάζονται μουσικά όργανα. «Ολα τα όργανα είναι χειροποίητα, δεν υπάρχει σ' εμένα πρέσα» τονίζει και συνεχίζει: «Τα όργανα τα φτιάχνουμε σήμερα στη βιοτεχνία αλλά υπό την εποπτεία μου, δεν κυκλοφορεί όργανο αν δεν αρέσει σ' εμένα». Την επιχείρηση πλέον την έχει αναλάβει ο γιος του Στέλιου, Μιχάλης Σκεντερίδης, και έτσι για τρίτη γενιά συνεχίζεται η παράδοση της οικογένειας. «Εγώ ασχολούμαι και με την επισκευή, οι νέοι τεχνίτες το αποφεύγουν γιατί είναι δύσκολο, χρονοβόρο και όχι πολύ δημιουργικό» μας λέει εκπλήσσοντάς μας λόγω της ηλικίας του αφού… έχει ήδη 70 χρόνια στη δουλειά ως οργανοποιός και δεν θέλει να σταματήσει: «Δεν μπορώ να κάθομαι σπίτι και να μην κάνω τίποτα. Η δουλειά αυτή είναι η ζωή μου, την αγαπάω και όσο μπορώ θα είμαι εδώ».

 

Το επίθετο της οικογένειας αρχικά ήταν Σκεντέρογλου από το Σκεντέρ ή Ισκεντέρ, που σημαίνει στα τουρκικά Μέγας Αλέξανδρος, αλλά «άλλαξε το επίθετο της οικογένειας ο πατέρας μου όταν ήρθε από τη Μικρά Ασία» μας είπε στο τέλος ο Στέλιος. Υπάρχουν δημιουργίες της οικογένειας στο Μουσείο Μουσικών Οργάνων που χρονολογούνται στα 1900, φτιαγμένες από τα χέρια του Μιχάλη Σκεντερίδη, που θεωρούνταν ένας από τους πέντε καλύτερους τεχνίτες οργάνων στην Ελλάδα. Η επιχείρηση παραμένει στο ίδιο σημείο από την πρώτη μέρα που άνοιξε, στην οδό Αλιπέδου. Εκεί όποιος επιθυμεί μπορεί να βρει τον Στέλιο Σκεντερίδη αλλά και τον γιο του που έχει πάρει τα ηνία, συνεχίζοντας μια παράδοση εκατό χρόνων.

 

Scroll to top