09/11/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο στόχος είναι ο εγκέφαλος

Οι πρωτοφανείς εμβιομηχανικές και βιοϊατρικές δυνατότητες της εποχής μας, τις οποίες παρουσιάσαμε στα τελευταία μας άρθρα, θα μπορούσαν κάλλιστα να εφαρμοστούν τόσο για τη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης όσο, δυστυχώς, και για τη δημιουργία πιο αποτελεσματικών μεθόδων κοινωνικής χειραγώγησης του ανθρώπινου σώματος και νου..
      Pin It

Οι πρωτοφανείς εμβιομηχανικές και βιοϊατρικές δυνατότητες της εποχής μας, τις οποίες παρουσιάσαμε στα τελευταία μας άρθρα, θα μπορούσαν κάλλιστα να εφαρμοστούν τόσο για τη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης όσο, δυστυχώς, και για τη δημιουργία πιο αποτελεσματικών μεθόδων κοινωνικής χειραγώγησης του ανθρώπινου σώματος και νου. Πάντως, η προοδευτική εκμηχάνιση του ανθρώπινου σώματος έχει ήδη ξεκινήσει και, αν δεν προνοήσουμε από τώρα, ενδέχεται να οδηγήσει στην πλήρη απανθρωποποίησή μας.
Μέχρι σήμερα η βασιλική οδός για την προοδευτική εκμηχάνιση των ανθρώπινων σωμάτων και, παράλληλα, για την «ενανθρώπιση» των μηχανών ήταν η δημιουργία επιφανειών διεπαφής (interface) μεταξύ ανθρώπου και υπολογιστικής μηχανής. Μια αρκετά διαφορετική στρατηγική στοχεύει στην κατασκευή πανίσχυρων υπερυπολογιστών ικανών όχι μόνο να προσομοιώνουν τη βασική δομή των βιολογικών εγκεφάλων αλλά και να αναπαράγουν τις ανώτερες λειτουργίες τους. Αυτή τη νέα και υπερβολικά φιλόδοξη νευροπληροφορική προσέγγιση θα παρουσιάσουμε σήμερα, με την ελπίδα ότι θα καταφέρουμε να αναδείξουμε τόσο τις εντυπωσιακές γνωστικές-πρακτικές δυνατότητες όσο και τα κοινωνικά-ηθικά προβλήματα που προκύπτουν από τις σύγχρονες νευροτεχνολογικές αναζητήσεις.

 

Νευροπληροφορική: τα πρώτα αποτελέσματα του «Blue Brain Project»

 

Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή του βιοτεχνολογικού μας πολιτισμού. Στα καυτά και δυσεπίλυτα ερωτήματα που προκύπτουν από την εκρηκτική ανάπτυξη της εμβιομηχανικής και της βιοκυβερνητικής δεν μπορούν (ούτε και θα έπρεπε!) να απαντήσουν οι ειδικοί επιστήμονες. Μόνο οι ίδιοι οι πολίτες πρέπει να αποφασίζουν, αφού πρώτα ενημερωθούν επαρκώς, για το ποια από όλες τις δυνατές εφαρμογές της νευροτεχνολογίας θα πρέπει να θεωρείται απλώς τεχνολογικά εφικτή και ποια κοινωνικά ευκταία

 

Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης

 

Η είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου πριν από δύο μήνες: μια ομάδα ερευνητών στο Πολυτεχνείο της Λωζάννης (EPFL) κατάφερε, μέσω ενός πανίσχυρου υπολογιστή, να προσομοιώσει τη δραστηριότητα του εγκεφαλικού δικτύου ενός ποντικού. Με άλλα λόγια, ο Μίκαελ Ράιμαν (Michael W. Reimann) και οι συνάδελφοί του (μεταξύ των οποίων και ο Ελληνας Κώστας Αναστασίου) κατάφεραν να αναπαραγάγουν σε ψηφιακό υπολογιστή το εγκεφαλικό κύκλωμα ενός θηλαστικού (του ποντικού).

 

Το συγκεκριμένο εγκεφαλικό δίκτυο του ποντικού αποτελείται από 12 χιλιάδες νευρώνες στενά διασυνδεδεμένoυς μεταξύ τους. Οι ερευνητές στη Λωζάννη κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα ηλεκτρονικό υπολογιστικό δίκτυο που ήταν σε θέση να προσομοιώνει, δηλαδή να παράγει κύματα σχεδόν ταυτόσημα με τα εγκεφαλικά κύματα του νευρωνικού δικτύου των τρωκτικών, τα οποία καταγράφονταν από το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα.

 

Είναι η πρώτη απτή και άκρως ενθαρρυντική ένδειξη ότι το «Blue Brain Project» βρίσκεται στον σωστό δρόμο. Το αρχικό πρόγραμμα Γαλάζιος Εγκέφαλος θα μετονομαστεί κατόπιν σε Πρόγραμμα Ανθρώπινος Εγκέφαλος (Human Brain Project ή HBP). Σήμερα θεωρείται το πλέον φιλόδοξο ευρωπαϊκό επιστημονικό πρόγραμμα που χρηματοδοτείται απευθείας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με ένα δισεκατομμύριο ευρώ.

 

Ψηφιακές προσομοιώσεις του «Μεγάλου προσομοιωτή»

 

Χέρνι ΜάρκραμΤο Πρόγραμμα Ανθρώπινος Εγκέφαλος ή HBP είναι ένα μακράς πνοής ερευνητικό πρόγραμμα που, αν ολοκληρωθεί επιτυχώς, θα αποδειχτεί πολύ πιο φιλόδοξο και δαπανηρό από τον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων στη Γενεύη, αφού στοχεύει στην πλήρη προσομοίωση του ανθρώπινου εγκεφάλου ο οποίος, μεταξύ άλλων, δημιούργησε τον Μεγάλο Επιταχυντή!

 

Ξεκίνησε άτυπα το 2005 στο Brain Mind Institute του Πολυτεχνείου της Λωζάννης ως μια προσπάθεια του νευροπληροφορικού Χένρι Μάρκραμ (Henry Markram) και της ομάδας του να δημιουργήσουν ένα υπολογιστικό μοντέλο του εγκεφάλου των ποντικών. Ενα φαινομενικά «δειλό» ξεκίνημα, που σύντομα αναβαθμίστηκε στοχεύοντας στη προσομοίωση μέσω υπολογιστή του πολύ πιο πολύπλοκου ανθρώπινου εγκεφάλου. Ωστόσο, για την υλοποίηση αυτού του προγράμματος απαιτείται η κατασκευή μεγα-υπολογιστικών μηχανών: ίσως χίλιες φορές πιο ισχυρών από τους υπερυπολογιστές που διαθέτουμε σήμερα.

 

Σήμερα το HBP είναι μια ερευνητική πρωτοβουλία στη οποία εμπλέκονται άμεσα πάνω από 135 πανεπιστήμια απ’ όλο τον κόσμο. Η βασική ιδέα είναι να εισαγάγουν σε έναν υπερυπολογιστή όλα όσα γνωρίζουν οι νευροεπιστήμες μέχρι σήμερα για τις δομές και τις λειτουργίες του ανθρώπινου εγκεφάλου, με άμεσο στόχο να δημιουργήσουν μια πολύτιμη «βάση δεδομένων» και απώτερο σκοπό να προσομοιώσουν όλες αυτές τις γνώσεις μέσω του υπολογιστή. Κοντολογίς, να αναπαραγάγουν ψηφιακά το σύνολο των νευρωνικών λειτουργιών.

 

Ακούγεται ίσως πιο εύκολο απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Στην πράξη, ο μεγα-υπολογιστής θα πρέπει να μπορεί να προσομοιώνει όχι μόνο τη λειτουργία των 100 εκατομμύριων νευρώνων που αποτελούν τον εγκέφαλό μας, αλλά και τα 100 χιλιάδες δισεκατομμύρια των συνάψεων που εξασφαλίζουν την επικοινωνία αυτών των νευρώνων, και τελικά όλες τις λειτουργίες του εγκεφάλου μας! Πολλοί διαπρεπείς ειδικοί θεωρούν αυτήν την πολυπλοκότητα ως ένα ανυπέρβλητο –τεχνολογικά και γνωσιακά– πρόβλημα. Γι’ αυτό και στοιχηματίζουν ότι το όλο εγχείρημα θα αποτύχει.

 

Σε αυτούς τους σκεπτικιστές ο Χένρι Μάρκραμ, που είναι ο γενικός διευθυντής του προγράμματος HBP, απαντά ότι έχουν δίκιο! Θα ήταν όντως αδύνατο να προσομοιώσει κανείς πιστά έναν ανθρώπινο εγκέφαλο, όμως το Πρόγραμμα Ανθρώπινος Εγκέφαλος δεν επιχειρεί να κάνει κάτι τέτοιο. Οπως εξηγεί ο ίδιος: «Το μυστικό της στρατηγικής μας είναι να αναπαραγάγουμε το πιο ουσιαστικό πρότυπο ή σχέδιο λειτουργίας, σύμφωνα με το οποίο κατασκευάζεται ο ανθρώπινος εγκέφαλος, δηλαδή το σύνολο των κανόνων που καθοδήγησαν τη συγκρότησή του κατά την εξέλιξη, και οι οποίοι ενεργοποιούνται απαρέγκλιτα κατά την ανάπτυξη κάθε ανθρώπινου κυήματος».

 

Είναι ο βιολογικός εγκέφαλος ψηφιακή υπολογιστική μηχανή;

 

Μόνο αν καταφέρουν να ενσωματώσουν στον Μεγα-υπολογιστή τις «αρχές λειτουργίας» και τα «κατασκευαστικά πρότυπα» του ανθρώπινου εγκεφάλου αυτοί οι ερευνητές μπορούν να ελπίζουν ότι, σε ένα απώτερο μέλλον, ίσως καταφέρουν να προσομοιώσουν το σύνολο των λειτουργιών του!

 

Μέχρι τότε, ευελπιστούν πως αυτό το γιγάντιο πρόγραμμα προσομοίωσης θα μας προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις λειτουργίες επιμέρους κυκλωμάτων του εγκεφάλου, και ενδεχομένως συγκεκριμένες και εξατομικευμένες θεραπευτικές λύσεις για πολλές σοβαρές νευρολογικές παθήσεις.

 

Επιπλέον, η κατασκευή τέτοιων πανίσχυρων ψηφιακών «εγκεφάλων» ίσως να αποδειχτεί μια ρεαλιστική στρατηγική υπέρβασης του ορίου της υπολογιστικής δύναμης των σημερινών υπολογιστών.

 

Ομως, το όλο πρόγραμμα βασίζεται στην πεποίθηση ότι οι βιολογικοί εγκέφαλοι είναι και λειτουργούν ως υπολογιστικές μηχανές που επεξεργάζονται πληροφορίες. Αν αυτή η κυρίαρχη, σήμερα, υπολογιστική αντίληψη είναι λανθασμένη, τότε δεν θα καταφέρουμε ποτέ να προσομοιώσουμε ψηφιακά τον ανθρώπινο εγκέφαλο, όσο ισχυρές υπολογιστικές μηχανές κι αν κατασκευάσουμε.

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

Νευροηθική και (αν)ήθικη βιοεξουσία

 

Από τις νευροβιολογικές προϋποθέσεις της ηθικής στην ηθική αποτίμηση των εφαρμογών της νευροτεχνολογίας

 

Είναι, 'Ή μάλλον θα έπρεπε να είναι, ολοφάνερο ότι η ανάπτυξη των νευροεπιστημών, και ειδικότερα της νευροτεχνολογίας και της νευροθεραπευτικής, έχει ζωτική σημασία τόσο για την ποιότητα της ζωής μας στο παρόν όσο και για την επιβίωση του είδους μας στο μέλλον.

 

Ωστόσο, η εισαγωγή νέων διαγνωστικών και θεραπευτικών βιοϊατρικών μεθόδων ενέχει, μεταξύ άλλων, τον κίνδυνο της «γενικευμένης ιατρικοποίησης» των πιο ιδιωτικών πτυχών της ανθρώπινης ζωής. Με άλλα λόγια, την απειλητική προοπτική να εκχωρήσουμε στη δικαιοδοσία μιας παντοδύναμης βιοϊατρικής εξουσίας ολοένα και μεγαλύτερα κομμάτια της καθημερινής μας ζωής.

 

Συνεπώς, η συντελούμενη στις μέρες μας «νευροτεχνολογική επανάσταση» έχει μια βαθύτατη ηθικο-πολιτική διάσταση και γεννά εύλογα ερωτήματα και ανησυχίες:

 

1) Είναι θεμιτός, και σε ποιες περιπτώσεις, ο έλεγχος ή και η βελτίωση με νευροτεχνολογικά μέσα των νοητικών μας ικανοτήτων; Και αν μπορούμε να γνωρίζουμε τις ψυχονοητικές ικανότητές μας, θα πρέπει να επιτρέπεται η καταγραφή τους σε δημόσια και ιδιωτικά αρχεία και άρα η χρήση τους για την αξιολόγησή μας;

 

2) Τα υποκειμενικά χαρακτηριστικά μας και η προσωπικότητά μας εξαντλούνται από την πλήρη επιστημονική περιγραφή του εγκεφάλου μας;

 

3) Αν, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι επιφανείς νευροεπιστήμονες, η προσωπική μας ταυτότητα ή, αν προτιμάτε, η «ψυχή» μας ταυτίζεται με τον εγκέφαλό μας, τότε τι νόημα μπορεί να έχει η περιβόητη «ελευθερία βουλήσεως» σε μια κοινωνία όπου οι ειδικοί (και όχι μόνο!) θα μπορούν να «διαβάζουν» τις σκέψεις μας πριν ακόμα τις κάνουμε;

 

Τέτοιου τύπου ερωτήματα αποτελούν το αντικείμενο έρευνας της «Νευροηθικής», του νεοσύστατου τομέα της Βιοηθικής, που επιχειρεί να κατανοήσει τις συνέπειες που έχει για την κοινωνία και το άτομο η εκρηκτική ανάπτυξη της νευροεπιστήμης και των εφαρμογών της (νευροτεχνολογία).

 

Βιοπολιτική διαχείριση της υγείας

 

Πλήθος ιατρικών δημογραφικών μελετών προβλέπουν ότι στις ανεπτυγμένες κοινωνίες θα υπάρξει στο άμεσο μέλλον (τις δύο επόμενες δεκαετίες) μια ραγδαία αύξηση των νευροεκφυλιστικών παθήσεων, όπως π.χ. η νόσος Πάρκινσον ή η νόσος Αλτσχάιμερ, οι οποίες σχετίζονται με τη γήρανση του πληθυσμού. Προβλέπεται επίσης η εμφάνιση νέων επιδημικών φαινομένων βαριάς κατάθλιψης ή διαταραχών της προσοχής ακόμη και σε άτομα νεαρής ηλικίας.

 

Δεδομένου ότι ο μέσος όρος ζωής στις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης έχει αυξηθεί σημαντικά, διατυπώνεται η εξαιρετικά δυσοίωνη πρόβλεψη ότι μέχρι το 2030 περίπου το 50% του πληθυσμού των ανεπτυγμένων χωρών θα υποφέρει από κάποια νευρολογική ασθένεια! Αν τα τελευταία 30 χρόνια το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί σημαντικά, για τα επόμενα 30 χρόνια προβλέπεται ότι ο μέσος όρος ζωής θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Υπολογίζεται ότι το 2020 το προσδόκιμο ζωής των αντρών θα αυξηθεί περίπου κατά 3 χρόνια, ενώ των γυναικών κατά περίπου 4 χρόνια. Ενώ το 2030 η ζωή των ανδρών θα επιμηκυνθεί κατά περίπου 4 χρόνια και των γυναικών κατά 5!

 

Τα προβλήματα που θα ανακύψουν από την αύξηση του μέσου όρου ζωής των ανθρώπων, τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, θα είναι ασφαλώς μεγάλα και δυσεπίλυτα. Μέχρι σήμερα τέτοια προβλήματα αντιμετωπίζονταν, λιγότερο ή περισσότερο επιτυχώς, από το Κράτος Πρόνοιας και την ποιότητα ιατρικής περίθαλψης που διέθετε η κάθε χώρα. Αρα, η πρόσφατη καταστροφική πολιτική των χωρών της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά την κοινωνική πρόνοια και την περίθαλψη, καθώς και η κοντόφθαλμη απόφασή της για άμεση παράταση του χρόνου συνταξιοδότησης των πολιτών της, σχετίζεται στενά με αυτές τις προβλέψεις.

 

Τα οξύτατα μικρο- και μακρο-πολιτικά προβλήματα, με τις στείρες και αδιέξοδες αντιπαραθέσεις των κομμάτων αποτελούν τη μία μόνο όψη του προβλήματος. Μια άλλη διάσταση του προβλήματος είναι ότι ο εγκέφαλος δεν βγαίνει ποτέ στη σύνταξη! Πράγματι, η διαχείριση της ψυχοφυσικής υγείας των ηλικιωμένων, έτσι ώστε η αύξηση του προσδόκιμου της ζωής τους να συνεπάγεται όχι απλώς μια παράταση ζωής αλλά και μια ζωή άξια να τη ζήσει κανείς, αποτελεί σήμερα ένα μείζον κοινωνικό αλλά και επιστημονικό ζήτημα. Και ήδη διαθέτουμε τα επιστημονικά εργαλεία για να βελτιώσουμε -ως κοινωνία και όχι ατομικά!-την ποιότητα ζωής των υπερηλίκων, αρκεί βέβαια να υπάρχει η πολιτική βούληση.

 

Ο διαφανής εγκέφαλος

 

Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει από την ανάγνωση τέτοιων ανησυχητικών στοιχείων είναι: μπορούν οι πρόσφατες κατακτήσεις των νευροεπιστημών να συμβάλουν στην αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών νευροεκφυλιστικών παθήσεων;

 

Μολονότι για ορισμένες από αυτές τις ασθένειες δεν υπάρχει ακόμη πραγματική θεραπεία, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι εφικτή, μέσω της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής, η επιβράδυνση ή η καταστολή της εκδήλωσης των συμπτωμάτων τους. Ενώ σε πειραματικό στάδιο βρίσκονται νέες και πολλά υποσχόμενες θεραπευτικές μέθοδοι. Για παράδειγμα η «βαθιά εγκεφαλική διέγερση», δηλαδή η εμφύτευση μικροηλεκτροδίων στις πληγείσες περιοχές του εγκεφάλου με την ελπίδα να επιτευχθεί η μερική αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας, καθώς και η περίφημη «μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων» τα οποία, θεωρητικά, θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τους εκφυλισμένους ή κατεστραμμένους νευρικούς ιστούς.

 

Αν οι νευροϊατρικές πρακτικές -φαρμακολογικές ή νευροχειρουργικές- είναι ήδη σε θέση να επεμβαίνουν στη βαθύτερη δομή του εγκεφάλου ενός ασθενούς για να βελτιώσουν την κατάσταση της υγείας του, θα ήταν άραγε εξίσου επιτρεπτή, δηλαδή κοινωνικά σκόπιμη και ηθικά αποδεκτή, η προσφυγή σε τέτοιες βελτιωτικές ή τροποποιητικές επεμβάσεις σε άτομα με υγιή εγκέφαλο; Ποιος αποφασίζει, στη νεοφιλελεύθερη κοινωνία των Αγορών, πότε και από ποιον είναι επιτρεπτή η χρήση τέτοιων νευροδιεγερτικών ουσιών ή νευροβελτιωτικών επεμβάσεων όχι για θεραπευτικούς σκοπούς αλλά για να αυξάνει κανείς τις εγκεφαλικές του επιδόσεις; Σε αυτά και σε πολλά άλλα καυτά κοινωνικά ζητήματα επιχειρεί σήμερα να απαντήσει η Νευροηθική.

 

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να διαπιστώσει ότι χάρη στην εντυπωσιακή πρόοδο των νευροεπιστημών τα τελευταία χρόνια, ο εγκέφαλός μας, έδρα των πιο ανομολόγητων συναισθημάτων μας και των πιο μύχιων σκέψεών μας, έχει γίνει όχι μόνο διαφανής στην επιστημονική γνώση αλλά και δυνητικά χειραγωγήσιμος από όποιον κατέχει και διαχειρίζεται αυτή τη γνώση (Βιοεξουσία). Πράγματι, οι ειδικοί είναι ήδη σε θέση να εντοπίζουν και να αναλύουν με νευροβιολογικούς όρους τις εγκεφαλικές δομές που ενεργοποιούνται όταν π.χ. ερωτευόμαστε, όταν μαθαίνουμε ή απομνημονεύουμε κάτι, όταν λέμε ψέματα, όταν κοιτάζουμε ένα έργο τέχνης ή το αγαπημένο μας πρόσωπο!

 

Οπως μάλιστα υποδεικνύουν ορισμένες πολύ πρόσφατες έρευνες, αυτές οι «ιδιωτικές» εγκεφαλικές διεργασίες επιτελούνται με σχετικά διαφορετικό τρόπο από έναν αρσενικό και από έναν θηλυκό εγκέφαλο. Αν αυτό όντως ισχύει, τότε ο εγκέφαλος των ανδρών διαφέρει, τόσο από μικροανατομική όσο και από λειτουργική άποψη, από αυτόν των γυναικών.

 

Πρόκειται για ένα τυπικό παράδειγμα ανακάλυψης των νευροεπιστημών, που αν παρερμηνευτεί -σκοπίμως ή από άγνοια- υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να οδηγήσει σε ξεπερασμένες και επικίνδυνες ρατσιστικές-κοινωνικές προκαταλήψεις σχετικά με τα δύο φύλα. Από τα όσα είπαμε, θα πρέπει να έγινε σαφές ότι σε τέτοια «καυτά» επιστημονικά και κοινωνικά ζητήματα ούτε μπορούν ούτε και πρέπει να απαντήσουν μόνοι τους οι ειδικοί. Οι ίδιοι οι πολίτες θα πρέπει να αποφασίζουν, αφού βέβαια πρώτα ενημερωθούν κατάλληλα, για το τι πρέπει να θεωρείται κοινωνικά εφικτό και τι ευκταίο από όλες τις δυνατές εφαρμογές της νευροτεχνολογίας.

 

 

Scroll to top