Του Γιώργου Σταματόπουλου
Πολλά μπορεί να είναι ο άνθρωπος· άλλοι λένε ότι είναι το ύφος του, άλλοι η γλώσσα του, το πνεύμα του, το σώμα του και λοιπά. Τελευταία φαίνεται να είναι περισσότερο ο φόβος του, ουδείς, όμως, θέλει να το παραδεχτεί. Και ως γνωστόν ο φόβος είναι το δεκανίκι της εξουσίας. Σκορπίζει αυτή απλόχερα τον φόβο στη ζωή μας και κοιμάται ήσυχη. Ενα όπλο της είναι αυτό. Ενα άλλο είναι η εξυπνάδα της να προσφέρει δώρα σε όσους την υπηρετούν με συνέπεια, σε όσους φέρονται δουλικά απέναντι στους δαιδαλώδεις μηχανισμούς της, μεταλλασσόμενοι και οι ίδιοι σε κάποιο γρανάζι αυτού του εργαλειακού μηχανισμού.
Τα δώρα όμως είναι κίνδυνος-θάνατος για όσους τα αποδέχονται (για να βελτιώσουν τη ζωή τους οι άνθρωποι). Γράφει ο Παναγιώτης Κονδύλης: «Η στρατηγική του δώρου είναι να βολιδοσκοπεί κανείς τον άλλο και να τον εμπλέκει σε ένα δίκτυο μελλοντικών υποχρεώσεων, από το οποίο δύσκολα θα μπορούσε να ξεμπλέξει». Και αλλού: «Ο ισχυρός προσφέροντας δώρα απλώνει μέχρι τους αποδέκτες την ανωτερότητα και τη μεγαλοσύνη του. Η παροδική επαφή μέσω της πράξης της δωρεάς θέλει εδώ να θυμίσει τη διαρκή απόσταση· πρόκειται για τον πιο εκλεπτυσμένο και κομψό τρόπο με τον οποίο ο δωρητής κάνει τον αποδέκτη να αισθανθεί την ανισότητα της εξουσίας».
Ο M. Moss, αντίθετα, έβλεπε στην ανταλλαγή των δώρων μια ξεχωριστή διαδικασία ανθρώπινης επαφής. Αυτό προϋποθέτει μια αυτόνομη κοινωνική τάξη που εξακολουθεί να ζει ανεπηρέαστη από τη δυτική αλλοτρίωση, μια κοινότητα που δεν διαχωρίζει την οικονομία από την ηθική. Σαφώς είναι ανθρώπινος ο Γάλλος ανθρωπολόγος, αποδεικνύεται όμως ουτοπικός σε ό,τι αφορά τις διαμορφωνόμενες κοινωνικές σχέσεις.
Παντού επικρατεί ο φόβος. Στην προσπάθειά μας να τον αποκρύψουμε, να πούμε ότι δεν είμαστε έρμαιά του, προβαίνουμε με μεγαλοπρέπεια στην άρνησή του. Πώς; Τον εκλογικεύουμε! Αλλά τι σημαίνει εκλογίκευση; Ιδού: «Η εκλογίκευση είναι μια έννοια της ψυχολογίας του βάθους, που δηλώνει τη διαδικασία με την οποία το άτομο ερμηνεύει εκ των υστέρων τρόπους συμπεριφοράς του, πράξεις, σκέψεις, συναισθήματα κ.λπ., έτσι ώστε να συγκαλύπτει τα πραγματικά, συνήθως ασυνείδητα κίνητρά του και να νομιμοποιεί τη στάση του ως ορθολογική ή ηθικά αποδεκτή και οπωσδήποτε όχι ως αδυναμία, αλλά ως «επιλογή» του». Ετσι γράφει ο Π. Κονδύλης, πάλι. Πάει καλά, πάντως εμείς επιμένουμε να δικαιολογούμε εαυτούς και ας μας ξεγυμνώνει ο Ελληνας διανοητής. Κουτσά-στραβά προχωρούμε λησμονώντας ότι είμαστε δειλοί. Εχουμε, όμως, άλλον φόβο να αντιμετωπίσουμε, αυτόν, τον γνωστό μπροστά στην ελευθερία. Τι θα κάνουμε άμα κατακτήσουμε απόλυτη ελευθερία;
Αλλοι θ’ αρχίσουμε, μάλλον, τον καλαματιανό, άλλοι τον τσάμικο, άλλοι θ’ αρχίσουμε να πυροβολούμε, άλλοι θα πάρουμε τα βουνά· πολλοί, όμως, θα αναζητήσουμε εναγωνίως κάποιο αφεντικό, κάποιον να μας εξουσιάζει, διότι τι θα απογίνουμε μόνοι κι έρημοι στον ψεύτη τούτο ντουνιά, στον δυσερμήνευτο πολυπλόκαμο μηχανισμό του; Κι άλλοι πολλοί θα επιδιώξουμε να καταστήσουμε άλλους υποτακτικούς μας· εδώ και χιλιετίες κάθε άνθρωπος θέλει τον αχθοφόρο του.
Ωστε άτιμο πράγμα ο φόβος και με άτιμο τρόπο τον απωθούμε στη λήθη. Οχι ότι μας εγκαταλείπει ποτέ, απλώς, είπαμε, τον εκλογικεύουμε και «καθαρίζουμε» με τη συνείδησή μας. Και ο φόβος και η ελευθερία υπόθεση είναι, όχι πραγματικότητα, αλλά μάλλον όχι. Λένε ότι ο φόβος βοήθησε τους Αθηναίους να νικήσουν τότε τους Πέρσες· και μετά τη νίκη σκόρπιζαν οι ίδιοι σε άλλους τον φόβο. Ωστε η εξουσία καθορίζει τη στάση και το συναίσθημα· το μυαλό απλώς τη βοηθάει στην άσκηση της πολιτικής της.
Να ’μαστε πάλι κόντρα στην εξουσία, γι’ ακόμη μια φορά· μάλλον πάμε γυρεύοντας. Γιατί δεν την αφήνουμε στην ησυχία της; Γιατί δεν παραδεχόμαστε την ήττα μας; Μα, ακριβώς γιατί δεν θέλουμε να παραδεχτούμε ότι είμαστε δειλοί και βολεμένοι (και δεν είμαστε λίγοι…). Οι πλείστοι πολιτικοί μας είναι ακοινώνητοι, κατά έναν παράδοξο όμως τρόπο ξέρουν να ασκούν πολιτική, ξέρουν δηλαδή τον φόβο των ανθρώπων, την εχθρότητα που δημιουργεί ανάμεσά τους τούτος ο φόβος. Απλώς διαιρούν και βασιλεύουν, όπως πολύ νωρίς έμαθαν οι Σάξονες να διοικούν και να είναι ήσυχοι ότι δεν θα γίνονται επαναστάσεις. Γενικώς πλανώμεθα αλλά δεν επιθυμούμε να μας εξαπατάνε, θέλουμε και δεν θέλουμε να αυταπατώμεθα.
Η ζωή είναι πλανεύτρα, ο μηχανισμός της κοινωνικής σχέσης είναι σκληρός αλλά και τρυφερός, σκοτεινός αλλά και φωτεινός, σεξιστικός αλλά κι ερωτικός· πόλεμος και ειρήνη, αιώνες τώρα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να λέει ότι του αρέσει ο πόλεμος (εξαιρούνται μερικοί τρελαμένοι), εντούτοις άπαντες πολεμάμε και δολοφονούμε (για την επιβίωση…) και άντε πάλι απ’ την αρχή. Ποιος είχε δίκιο, ποιος άδικο και λοιπά ιλαρά. Μήπως σκεφτόμαστε με το αίμα μας όπως είχε υπαινιχτεί ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος;
Πάντως με τούτα και με τ’ άλλα η εφημερίδα διανύει τον δεύτερο χρόνο κυκλοφορίας της κι εξακολουθεί να φιλοξενεί τους πάντες. Καλά (θα) πάει. Ξερίζωμα, απαιτείται, του φόβου, όχι εκλογίκευσή του.
gstamatopoulos@efsyn.gr