13/01/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Μεταξύ ιστορίας και κοινωνίας

      Pin It

Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης

 

Οι μετανεωτερικές κοινωνίες επιφυλάσσουν στην τεχνοεπιστήμη (επιστημονική σκέψη και πρακτική) πρωτεύοντα αλλά άχαρο κοινωνικό ρόλο: Οφείλει να αναζητά την αλήθεια για χάρη του κέρδους. Τι σχέση μπορεί να έχει αυτή η κοινωνικά επωφελής και ετεροκατευθυνόμενη παραγωγή της επιστημονικής γνώσης με τη ρομαντική ή με τη θετικιστική ψευδαίσθηση περί γνωστικής «αντικειμενικότητας» και ιστορικοκοινωνικής «ουδετερότητας» της επιστήμης; Η ανάπτυξη της σύγχρονης ιστορίας και της κοινωνιολογίας των επιστημών οδήγησε σε μια πιο ρεαλιστική, αλλά και πιο απομαγευμένη, εικόνα της επιστημονικής περιπέτειας.

 

Η αναγνώριση του ιστορικού και κοινωνικού χαρακτήρα κάθε επιστήμης δεν υπονομεύει το κύρος και την αξιοπιστία της. Αντίθετα, την καθιστά πιο ανθρώπινη

 

Το ότι η επιστήμη έχει αναδειχθεί σε κατεξοχήν έγκυρη και καθολικά αποδεκτή γνωστική δραστηριότητα των ανθρώπων είναι μια κοινότοπη διαπίστωση.

 

Μήπως δεν επιβεβαιώνεται καθημερινά ότι μόνο μέσω της επιστημονικής ιδιοποίησης μπορούμε να αποκτήσουμε μια ακριβή «αναπαράσταση» και μια ορθολογική κατανόηση του κόσμου που μας περιβάλλει;

 

Πώς όμως και κυρίως γιατί η σύγχρονη επιστήμη απέκτησε, σταδιακά, τις σχεδόν «μαγικές» γνωστικές ικανότητες που της διασφαλίζουν μια αποκλειστική ή, τουλάχιστον, μια προνομιακή σχέση με την «αλήθεια»; Η συνήθης απάντηση σε αυτή την εύλογη απορία είναι: χάρη στην επιστημονική μέθοδο.

 

Αλήθεια και ιστορικότητα

 

Υιοθετώντας την πειραματική, ποσοτική, και μαθηματική προσέγγιση της πραγματικότητας, οι θετικές επιστήμες έχουν κατ’ επανάληψη αποδείξει πως είναι σε θέση να περιγράφουν και να αναπαριστούν πιστά κάθε γνωστικό αντικείμενο που μελετούν. Μόνο η εφαρμογή της επιστημονικής μεθόδου μπορεί να διαψεύσει οριστικά και αμετάκλητα ή να επιβεβαιώσει (προσωρινά!) μια επιστημονική θεωρία, διασφαλίζοντας έτσι τη «διυποκειμενική» αποδοχή της.

 

Απαλλαγμένη από τις μεταφυσικές προκαταλήψεις και τις πολιτισμικές «αγκυλώσεις» του παρελθόντος, η επιστήμη υποτίθεται ότι βαδίζει προοδευτικά, αλλά σταθερά, στην οδό της Αλήθειας. Και οι πρωταγωνιστές της επιστήμης; Και αυτοί, εφόσον ακολουθούν πιστά την επιστημονική μέθοδο, καταφέρνουν να υπερβαίνουν τις υποκειμενικές αδυναμίες και τους ιστορικούς περιορισμούς της εποχής τους, συνεισφέροντας με το έργο τους στο επιστημονικό οικοδόμημα.

 

Πρόκειται για μια ευρέως διαδεδομένη εικόνα της επιστημονικής δραστηριότητας, την οποία συμμερίζονται μέχρι σήμερα τόσο οι απλοί πολίτες όσο και οι περισσότεροι ειδικοί επιστήμονες.

 

Ωστόσο, από τα μέσα του 20ού αιώνα, αυτή η διαυγής και καθησυχαστική εικόνα της επιστήμης θα αρχίσει προοδευτικά να θολώνει. Ο διαχρονικός χαρακτήρας των επιστημονικών «αληθειών», η ανιστόρητη και άρα υπεριστορική περιγραφή των φαινομένων, η ουδετερότητα των παρατηρησιακών δεδομένων από τη θεωρία, ακόμη και η καθολικότητα και η αποτελεσματικότητα της επιστημονικής μεθόδου θα αμφισβητηθούν συστηματικά τις επόμενες δεκαετίες.

 

Κάτω από το βάρος των συγκλονιστικών ανακαλύψεων δύο νεοσύστατων ερευνητικών πεδίων -της ιστορίας των επιστημών και της επιστημολογίας- η παραδοσιακή εικόνα της επιστήμης που μόλις περιγράψαμε θα αποδειχτεί υπερβολικά εξωραϊσμένη και απλοϊκή. Μια εικόνα μυθική και ταυτόχρονα μυθοποιητική, χρήσιμη μόνο σε όσους επιμένουν να βλέπουν τη νέα επιστημονική «αυθεντία» ως υποκατάστατο της ξεπερασμένης θρησκευτικής αυθεντίας: σε όσους δηλαδή επιθυμούν διακαώς να νομιμοποιήσουν «επιστημονικά» τις νέες κοινωνικές σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης.

 

Η απώλεια του παραδείσου

 

Αν, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οι αξίες που κινητοποίησαν και εξακολουθούν να κινητοποιούν την ανθρώπινη γνωστική περιπέτεια είναι η αντικειμενικότητα, η ορθολογικότητα και η πρόοδος της γνώσης, τότε η νεωτερική επιστήμη όχι απλώς ήταν αλλά και όφειλε να είναι η «πραγμάτωση» αυτών των αξιών.

 

Βασική προϋπόθεση για την πραγμάτωση αυτών των αξιών είναι η αντικειμενική και ανεξάρτητη από κάθε παρατηρητή πραγματικότητα του γνωστικού αντικειμένου.

 

Δυστυχώς, μια σειρά από κατακτήσεις της σύγχρονης θεωρητικής και πειραματικής επιστήμης -από την κβαντομηχανική μέχρι τις πιο πρόσφατες επιστήμες του εγκεφάλου και του νου- κατέστησαν ιδιαίτερα δύσκολο, αν όχι αδύνατο, τον αποκλεισμό του παρατηρητή από τα παρατηρούμενα φαινόμενα.

 

Κατ' αυτό τον τρόπο, στις μέρες μας, η σχέση της επιστήμης με την πραγματικότητα που μελετά έχει καταστεί πολύ πιο πολύπλοκη. Ο παρατηρητής όχι μόνο συμμετέχει ενεργά και επηρεάζει τα παρατηρούμενα φαινόμενα, αλλά και η ίδια η επιστήμη δεν θεωρείται πλέον ουδέτερη και αυτόνομη γνωστική δραστηριότητα: η θεώρηση των φαινομένων «από τη σκοπιά του Θεού» έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.

 

Αυτό το γεγονός, πολλαπλά και ποικιλοτρόπως επιβεβαιωμένο, δεν σημαίνει βέβαια ότι η αντικειμενική επιστημονική γνώση είναι ανέφικτη ή πως ό,τι παρατηρούμε είναι απλώς μια ψευδαίσθηση. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο: μόνο η ανιστόρητη, μονόπλευρη, και γραμμική σχέση του γνωστικού υποκειμένου με το γνωστικό αντικείμενο γεννά την ψευδαίσθηση μιας απόλυτης, αμετάβλητης «πραγματικότητας», εκτός τόπου και χρόνου.

 

Πώς όμως η καταφανής αδυναμία θεώρησης της πραγματικότητας «από τη σκοπιά του Θεού» επηρέασε αποφασιστικά και διαμόρφωσε τη σύγχρονη επιστημολογική σκέψη;

 

Οι ιστορικοί και οι φιλόσοφοι της επιστήμης επιχείρησαν να επεξεργαστούν κάποια εξηγητικά μοντέλα ικανά να ανασυγκροτήσουν ιστορικά και να εξηγήσουν επιστημολογικά τις εξελίξεις της σύγχρονης επιστήμης, καταλήγοντας εντέλει σε μερικά αναπάντεχα και πολύ ανατρεπτικά συμπεράσματα.

 

Με το έργο των N. R. Hanson, T. S. Kuhn, P. Feyerabend το ενδιαφέρον της επιστημολογίας μετατοπίζεται δραματικά. Εστιάζεται περισσότερο σε συγκεκριμένες ιστορικές μελέτες της συγκεκριμένης επιστήμης και πολύ λιγότερο σε αφηρημένα και ιστορικά ανεπιβεβαίωτα θεωρητικά μοντέλα.

 

Από αυτές τις πρωτοποριακές έρευνες προέκυψε μια εντελώς νέα και επαναστατική περιγραφή της δομής, του τρόπου λειτουργίας, και της δυναμικής των επιστημονικών ιδεών.

 

Διαπίστωσαν, για παράδειγμα, η εξέλιξη των επιστημών δεν είναι ποτέ γραμμική ούτε αποκλειστικά συσσωρευτική αλλά, αντίθετα, μια εναλλαγή σύντομων επαναστατικών περιόδων που τις διαδέχονται μακροχρόνιες περίοδοι «κανονικής επιστήμης» (βλ. ειδικό πλαίσιο για τον Τόμας Κουν και το έργο του). Επίσης διαπίστωσαν ότι τα εμπειρικά δεδομένα δεν είναι ποτέ ουδέτερα, και ούτε διακρίνονται σαφώς από τη θεωρία.

 

Για το νόημα και τις συνέπειες αυτής της «επανάστασης» στην ιστορία των επιστημών θα συζητήσουμε στο επόμενο άρθρο μας με τον Κώστα Γαβρόγλου, επιφανή Ελληνα ερευνητή και δάσκαλο της Ιστορίας των Επιστημών.

 

Ο επαναστατικός ορθολογισμός του Τόμας Κουν

 

Πενήντα χρόνια διαρκούς επανάστασης στην επιστημολογική σκέψη

 

Πριν από μισό αιώνα, το 1962, κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ ένα φαινομενικά ασήμαντο βιβλιαράκι με τον πολλά υποσχόμενο αλλά μάλλον προκλητικό, για την εποχή, τίτλο «Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων». Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τότε τις συνέπειες και τη δραματική επιρροή που θα ασκούσαν οι ιδέες αυτού του βιβλίου στην ανθρώπινη σκέψη.

 

Και πράγματι, στην αρχή η έκδοση του βιβλίου πέρασε σχεδόν απαρατήρητη. Σταδιακά όμως οι πωλήσεις άρχισαν να ανεβαίνουν, και αυτό το «βαρετό» πανεπιστημιακό δοκίμιο άρχισε να κυκλοφορεί και να συζητιέται παντού. Κοντολογίς, σύντομα ξεπέρασε τις προσδοκίες του δημιουργού και των εκδοτών του: ενώ απευθυνόταν σε ένα πολύ ειδικό κοινό πανεπιστημιακών ερευνητών, στην πραγματικότητα αποδείχτηκε ένα βιβλίο όχι απλώς ευπώλητο (Best seller), αλλά «μακροχρόνια ευπώλητο» (long seller)!

 

Το γεγονός ότι αυτό το «δύστροπο» ανάγνωσμα έχει πουλήσει πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα και έχει μεταφραστεί σε δεκαεννέα γλώσσες αποτελεί αναμφίβολα ένα κριτήριο για την αποτίμηση της αξίας του. Ωστόσο, η επιρροή και η αξία του δεν περιορίζονται στις πωλήσεις αλλά στο ότι ένας τεράστιος αριθμός ανθρώπων χρησιμοποιούν και σκέφτονται με τις έννοιες που εισήγαγε ο συγγραφέας σε αυτό το βιβλίο.

 

Δύσκολα θα βρούμε σε όλο τον κόσμο μορφωμένους ανθρώπους που να αγνοούν έννοιες όπως «Παράδειγμα», «επιστημονική επανάσταση», «φυσιολογική» ή, εναλλακτικά, «ιδιόρρυθμη επιστήμη», «επιστημονική κοινότητα». Εννοιες-κλειδιά που τις χρησιμοποίησε πρώτη φορά ο νεαρός, τότε, φυσικός και επιστημολόγος Τόμας Κουν (Thomas S. Kuhn, 1922-1996) για να προτείνει μια ρηξικέλευθη ανάλυση της δομής και της δυναμικής της επιστήμης ως ενός ορθολογικού φαινομένου, η ορθολογικότητα του οποίου όμως δεν είναι μεταφυσική αλλά ιστορικά και κοινωνικά καθορισμένη.

 

Υιοθετώντας μια όχι αναχρονιστική, όπως συνέβαινε μέχρι τότε, αλλά «ερμηνευτική», όπως ο ίδιος την προσδιόρισε, ανάγνωση της επιστήμης, ο Κουν μάς δίδαξε ότι δεν πρέπει να διαβάζουμε τα γεγονότα και τα κείμενα του παρελθόντος (π.χ. τις φυσικές θεωρίες του Αριστοτέλη) από τη σκοπιά της σύγχρονης επιστήμης και με περισσή ευκολία να τα απορρίπτουμε ως εξόφθαλμα λανθασμένες περιγραφές της πραγματικότητας. Αντίθετα, πρέπει να προσπαθήσουμε να ανασυγκροτήσουμε και να κατανοήσουμε τις ιστορικές, πολιτιστικές αναγκαιότητες που επέβαλαν τη γέννηση των «λανθασμένων» θεωριών του παρελθόντος!

 

Μια διαρκής επανάσταση

 

Οι επιστημονικές επαναστάσεις που επαναπροσδιορίζουν και οριοθετούν χρονολογικά και νοηματικά την πορεία της επιστημονικής σκέψης δεν πρέπει, σύμφωνα με τον Κουν, να γίνονται αντιληπτές ως διαψεύσεις μεμονωμένων υποθέσεων, που κάποτε ήταν αποδεκτές από την εκάστοτε επιστημονική κοινότητα, όπως υποστήριζε ο Καρλ Πόππερ και οι οπαδοί του. Αντίθετα, υποστηρίζει ο Κουν, πρέπει να θεωρούνται ως μια συνολική μεταστροφή της οπτικής γωνίας της συγκεκριμένης επιστήμης: των βασικών δηλαδή θεωρητικών και μεθοδολογικών παραδοχών της.

 

Οπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο διακεκριμένος Ελληνας ιστορικός της επιστήμης Κώστας Γαβρόγλου στο βιβλίο του «Το παρελθόν των επιστημών ως ιστορία»: «Στον Kuhn η σύσταση ενός γνωστικού πεδίου είναι σχεδόν ταυτόσημη με τη δημιουργία ενός Παραδείγματος, που υιοθετείται από τα μέλη της επιστημονικής κοινότητας. Δεν είναι δυνατό να περιγραφούν πλήρως τα στοιχεία του παραδείγματος, αλλά σίγουρα, ρητά ή άρρητα, το Παράδειγμα περιέχει διάφορες γνωσιολογικές, οντολογικές και μεθοδολογικές παραδοχές, γενικούς νόμους, κανόνες εφαρμογής των νόμων και πρωτότυπες πειραματικές διατάξεις. Όλα αυτά μαζί παρέχουν στους επιστήμονες μια συνεκτική εικόνα του κόσμου…».

 

Η εισαγωγή της πολυμήχανης έννοιας του Παραδείγματος στη σύγχρονη επιστημολογική σκέψη προκάλεσε μια μεγάλη γνωσιολογική τομή. Εκτοτε, η ιστορικότητα της επιστήμης και η κατανόηση των κοινωνικών-πολιτισμικών προϋποθέσεών της θα αποτελέσουν την αναγκαία -αλλά όχι και ικανή- συνθήκη για την πρόοδο της ανθρώπινης γνώσης και αυτογνωσίας.

 

Thomas Kuhn

Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων μετ. Γ. Γεωργακόπουλος, Β. Κάλφας εκδ. «Σύγχρονα Θέματα»

 

Παρουσιάζοντας στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό πρώτη φορά στα 1981 αυτό το πολύ σημαντικό βιβλίο, οι εκδόσεις «Σύγχρονα Θέματα» εγκαινίασαν μια νέα, τότε, και πολύτιμη ακόμη και σήμερα σειρά βιβλίων γύρω από τη σύγχρονη επιστημολογική σκέψη. Άριστα μεταφρασμένο στα ελληνικά και επιμελημένο το βιβλίο του Τ. Κουν αποτελεί ένα υποχρεωτικό ανάγνωσμα για όποιον ενδιαφέρεται για μια εναλλακτική προσέγγιση της ιστορίας και της φιλοσοφίας της επιστήμης.

 

Η εκτενής αλλά πολύ κατατοπιστική εισαγωγή του επιμελητή Βασίλη Κάλφα προσφέρει στον Ελληνα αναγνώστη όλα τα απαραίτητα εργαλεία για την ουσιαστικότερη κατανόηση του κειμένου. Σε αυτό το βιβλίο του, περισσότερο από κάθε άλλο, ο Κουν παρουσιάζει τις καινοφανείς, τότε, επιστημολογικές ιδέες του, που τόσο πολύ επηρέασαν τις μετέπειτα εξελίξεις στην ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήμης.

 

Περιοδικό «ΝΕΥΣΙΣ» Αφιέρωμα στον T. S. Kuhn Τεύχος 6, Ανοιξη-καλοκαίρι 1997 εκδ. «Νεφέλη»

 

Με την ευκαιρία της επίσκεψης του T. S. Kuhn στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1995 προκειμένου να παραστεί στην τελετή ανακήρυξής του σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών, η συντακτική επιτροπή του περιοδικού «ΝΕΥΣΙΣ» οργάνωσε προς τιμήν του ένα συμπόσιο στο ΕΜΠ. Σε αυτό το ειδικό τεύχος-αφιέρωμα ο αναγνώστης θα βρει όλες τις βασικές ομιλίες που εκφωνήθηκαν στο συμπόσιο: κείμενα των Δ. Αναπολιτάνου, Α. Μπαλτά, Β. Κιντή, Κ. Γαβρόγλου, Κ. Κριμπά, Π. Νικολακόπουλου, καθώς και δύο κείμενα του ίδιου του Kuhn.

 

Κατά τη γνώμη μας όμως η πιο πολύτιμη προσφορά αυτού του αφιερώματος είναι η μεταγραφή και η απόδοση στα ελληνικά της μακροσκελούς αλλά ιδιαιτέρως ερεθιστικής συζήτησης του Kuhn με τους Κ. Γαβρόγλου, Β. Κιντή και Α. Μπαλτά.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Scroll to top