14/11/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Τσίχλες και μπεγλέρια

      Pin It

Πολλές φορές έχει επισημανθεί ότι σε αντίθεση με τους ξένους (και σ’ αυτό καλύτερους τους θέλουμε τους αφιλότιμους) οι Ελληνες στα μέσα μεταφοράς δεν διαβάζουν. Είναι ελάχιστοι αυτοί που θα ανοίξουν κάποιο βιβλίο και λίγο περισσότεροι αυτοί που θα ξεφυλλίσουν κάποια εφημερίδα.

 

Είναι αλήθεια ότι οι διαδρομές του μετρό, ας πούμε, είναι μικρές και μέχρι να βγάλεις το βιβλίο και να διαβάσεις μια-δυο σελίδες έχεις φτάσει στον προορισμό σου. Για τα τρόλεϊ και τα λεωφορεία δεν γίνεται κουβέντα, διότι αν κάθεσαι είσαι αγκαζέ με τον διπλανό σου, τον χειμώνα απαραιτήτως βγάζεις το μπουφάν, αφού οι θέσεις είναι μεγέθους παιδικού ριλάξ. Αν είσαι όρθιος δεν υπάρχει περίπτωση να κρατήσεις κάτι, για διάβασμα – ο διάδρομος είναι στενός και σε δέχεται μόνο αν έχει τα χέρια ψηλά. «Προχωρήστε στον διάδρομο», φωνάζουν στους επιβιβασμένους οι επιβαίνοντες. Κανένα βήμα, μόνο κάποιο σπάσιμο των γοφών ή ρούφηγμα της κοιλιάς. Οποιος κάνει το λάθος και μετακινηθεί προς τον διάδρομο είναι σίγουρο ότι δεν θα τα καταφέρει να κατεβεί στη στάση που θέλει.

 

Τα μέσα μεταφοράς δεν προσφέρονται για απολαυστικό διάβασμα. Σ’ αυτά προσπαθούμε να βολευτούμε, κοιτάζουμε πάνω-κάτω και κλεφτά τους συνεπιβάτες, καρφωνόμαστε στους όμορφους, παίζουμε με το κινητό, «προσέχουμε τα προσωπικά μας αντικείμενα»… Φτάσαμε, αλλά με τα νεύρα τσατάλια. Οχι μόνο γιατί σπρώξαμε και σπρωχθήκαμε, πατήσαμε και πατηθήκαμε αλλά γιατί κάποιοι απολάμβαναν τη διαδρομή μασώντας τσίχλα θορυβωδώς ή χτυπώντας το μπεγλέρι μανιωδώς.

 

Τσικ τσικ μασάει ο ένας συνεχώς, ανοιγοκλείνοντας το στόμα λες κι έχει βάλει μηχανισμό εκγύμνασης σιαγόνων, τσακ τσακ ο άλλος βροντάει μέχρι θραύσεως τις χάντρες. Οι νεότεροι δεν κρατούν το κλασικό μπεγλέρι, αλλά εκείνο το κοντό σκοινάκι που στις άκρες του έχει από μία χάντρα, ένα μικρότερο και χωρίς κρίκο «τάκα τάκα» –το παιχνίδι που είχε κάνει θραύση το 1970 και απαγορεύτηκε επειδή διατάρασσε την κοινή ησυχία…

 

Κατανοητό να θέλει κάποιος να δροσίσει την αναπνοή του, να αρωματίσει το στόμα του. Αλλά για λίγο, βρε αδερφέ, και με το στόμα κλειστό και αθόρυβα. Κι αν πρέπει οπωσδήποτε είτε γιατί κόπηκε το τσιγάρο (ο συνηθέστερος λόγος) είτε για τον εκνευρισμό, κάτι να βαστούν τα χέρια κι έχει επιλεγεί το κομπολόι –ενώ υπάρχουν κι άλλα… πράγματα– δεν είναι ανάγκη να βροντοχτυπούν τις χάντρες.

 

Στους θορυβώδεις δρόμους της πόλης πνίγονται οι δικοί μας ήχοι και γενικότερα οι… θόρυβοι του κορμιού μας. Στους κλειστούς όμως είναι αβάσταχτα ενοχλητικοί. Ας έχουμε τον νου μας. Είναι θέμα παιδείας και οι δάσκαλοι του σπιτιού δεν πρέπει και δεν δικαιούνται να απεργούν.

 

Σταυρούλα Ματζώρου

 

Scroll to top