Την είχε πρωτακούσει το 1975, μαθήτρια τότε του Γυμνάσιου στην Αμερική. Εκτοτε η Ελλη Πασπαλά παρακολούθησε όλη την καριέρα της, λάτρεψε τους στίχους της, αλλά και την προσωπικότητά της. Παρέα με μια ομάδα εξαίρετων σολίστ ετοίμασε ένα πρόγραμμα με τις καλύτερες στιγμές της. Σαν ένα πάρτι για τα 70 της χρόνια
Της Μαρίνας Κουβέλη
Είναι μια ιδέα που στροβιλίζεται στο μυαλό της Ελλης Πασπαλά από χρόνια. Από τότε που κοριτσάκι ακόμα διάβαζε τους στίχους της και ταύτιζε την εφηβεία της με τις προσωπικές αναζητήσεις τής Τζόνι Μίτσελ. Από τότε που την είδε για πρώτη φορά στη σκηνή και θαμπώθηκε. Από τότε που κατάλαβε πως αυτή η γυναίκα μπορεί να γράφει για τα πιο προσωπικά της ζητήματα και να μας ακουμπά όλους το ίδιο.
Ετσι, πολλά χρόνια μετά, με αφορμή τα 70ά γενέθλια της Μίτσελ, η Πασπαλά ετοίμασε για το Gazarte μια παράσταση αφιερωμένη σε τραγούδια και μουσικές της σπουδαίας Καναδής τραγουδοποιού με τίτλο «Happy Bithday Joni» (μεθαύριο και στις 24 Νοεμβρίου). Θα έχει μαζί της μερικούς εξαίρετους σολίστ (τον Nτέιβιντ Λιντς στο σαξόφωνο, τον Tάκη Φαραζή στο πιάνο, τον Γιώργο Λιμάκη στις κιθάρες, τον Γιώτη Κιουρτσόγλου στο ηλεκτρικό μπάσο και τον Μιχάλη Καπηλίδη στα τύμπανα). Το πρόγραμμα επιμελείται μουσικά ο Ντέιβιντ Λιντς.
«Η Τζόνι Μίτσελ είναι μια γυναίκα που έχει συνοδεύσει τη ζωή μου. Από τα 14 που άρχισα να την παρακολουθώ σημάδεψε την αισθητική και τις προσωπικές μου επιλογές» λέει η Ελλη Πασπαλά. «O τρόπος που γράφει για τον εαυτό της έχει τόση δύναμη που μοιάζει σαν να μας κλείνει το μάτι και να μας πείθει ότι μιλά για μας. Αναφέρεται στα πιο προσωπικά πράγματα, αλλά είναι οικουμενικά. Σε κάνει σε όλα συμμέτοχο. Νομίζω ότι οι συγκλονιστικοί της στίχοι είναι αυτοί που με μύησαν στο να δίνω τη δέουσα προσοχή στα λόγια. Eχει το σπάνιο χάρισμα να μιλά για βαρυσήμαντα θέματα, χωρίς να ακούγονται βαρύγδουπα, να ισοπεδώνει τη σοβαροφάνεια με τον αυτοσαρκασμό της. Στο «Big yellow taxi», για παράδειγμα, ακούγεται απλοϊκή αλλά μιλά για την καταστροφή του περιβάλλοντος».
Ποια θέματα από αυτά που σχολιάζει την αφορούν περισσότερο; «Δυσκολεύομαι να επιλέξω. Η ζωή, η σχέση με το άλλο φύλο, οι προσωπικές αναζητήσεις, η διεκδίκηση των ελευθεριών αποκτούν άλλες διαστάσεις στα τραγούδια της. Ολόκληρη η πορεία και η στάση της, η ζωγραφική και οι φωτογραφίες της, φυσικά και τα τραγούδια της, συνδέονται όλα με έναν τόσο ποιητικό λόγο που δεν μπορώ να διαλέξω. Με αφορούν όλα».
H Τζόνι Μίτσελ δεν είναι μόνο μία από τις πιο σημαντικές τραγουδοποιούς της Αμερικής. Είναι από τα πρόσωπα εκείνα που επηρέασαν και ενέπνευσαν όσο λίγα τις νεότερες γενιές μουσικών. Εδώ και τέσσερις δεκαετίες έχει κυκλοφορήσει σπουδαίους δίσκους (όπως ο ιστορικός «Blue», τα «For the Roses», «Court and Spark», «Miles of Aisles», «The Hissing of Summer Lawns», το «Turbulent Indigo» των δύο Γκράμι, αλλά και το υπέροχο «Mingus» που προέκυψε από τη συνεργασία της με τον σπουδαίο τζαζίστα Τσαρλς Μίνγκους).
«Ακόμα κάτι κάνει τη Μίτσελ αξεπέραστη: το γεγονός ότι με κάθε νέα ακρόαση των τραγουδιών της ανακαλύπτεις και μια νέα ενδιαφέρουσα πτυχή. Το ίδιο συμβαίνει και στις καλές ταινίες. Είναι μια γυναίκα που έχει απαρνηθεί εντελώς τον ναρκισσισμό. Δεν της αρέσει να πετά μια κουβέντα και μετά να σταματά στον υπαινιγμό. Προχωρά τη σκέψη της μέχρι τέλους. Το εκτιμώ αυτό διότι είναι μια καλλιτεχνική στάση που δεν εμπεριέχει αλαζονεία».
Η πρώτη και μοναδική φορά που η Ελλη Πασπαλά την είδε να τραγουδά ζωντανά ήταν το 1975 στη Νέα Υόρκη. Μαθήτρια της Γ′ Γυμνασίου τότε, περιγράφει την εμπειρία ως μία από τις σημαντικότερες της ζωής της. «Ηταν μια μεγάλη στιγμή γιατί βρισκόμουν και στην ηλικία που όλα ακόμα διαμορφώνονται μέσα σου. Θυμάμαι τη χαρά και τη λατρεία που της έδειχνε ο κόσμος. Ηταν η εποχή που έπαιζε με μπάντα. Αριστούργημα. Ελπίζω στις συναυλίες του Gazarte να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στο μέγεθός της».
Με τέτοιους μουσικούς, πάντως, δίπλα της το άγχος πρέπει να μετριάζεται. «Μπα, μη νομίζετε. Κατ’ αρχήν είναι όλοι τους μεγάλοι θαυμαστές της Μίτσελ κι άρα το άγχος είναι κοινό. Επειτα, εκτός από ασφάλεια που νιώθω παίζοντας με αυτήν τη σπουδαία πεντάδα, άλλο τόση πρόκληση είναι να σταθώ δίπλα τους. Αλλωστε όλοι βρισκόμαστε μπροστά στο θηρίο Τζόνι Μίτσελ».
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
*Η Ρομπέρτα Τζόαν Αντερσον γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1943 στον Καναδά. Η μητέρα της ήταν δασκάλα. Ο μπαμπάς της αξιωματικός της Καναδικής Αεροπορίας. Τα παιδικά της χρόνια συνέπεσαν με τον πόλεμο κι έτσι για καιρό περιπλανήθηκε από τη μια στρατιωτική βάση στην άλλη. Στα 8 της νοσηλεύτηκε για πολιομυελίτιδα. Το 1957 ήθελε να αγοράσει την πρώτη της κιθάρα αλλά η «παραδοσιακή» μητέρα της της πήρε ένα γιουκαλίλι. Τη δεκαετία του ΄60 άρχισε να παίζει σε συνοικιακά μπαράκια. Το 1968 μπήκε στη δισκογραφία, το 1969 ήρθε το πρώτο Γκράμι και τα πράγματα πήρα τον δρόμο τους.
Πάντα ανήσυχο πνεύμα, με στίχους πηγαία ποιητικούς και προσωπικούς, με θαρραλέα και αιχμηρή κοινωνική ματιά, πολιτική συνείδηση αλλά και κλίση στη ζωγραφική και τη φωτογραφία. Στις μουσικές της, δημιουργική και ευρηματική, με αναφορές τόσο στην τζαζ και τη φολκ, όσο στη ροκ και την κλασική μουσική. Δημιούργησε μουσικές και στίχους που έχουν συγκινήσει και εμπνεύσει δεκάδες άλλους δημιουργούς, όπως τους Πρινς, Χέρμπι Χάνκοκ, Μπγιορκ, Ελβις Κοστέλο, K. Nτ. Λανγκ, Καετάνο Βελόζο κ.ά. Στα 40 και πλέον χρόνια καριέρας έχει κυκλοφορήσει 26 άλμπουμ.