17/11/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Πολυτεχνείο

40 χρόνια σύμβολο αγώνα και αντίστασης

1 Νοσοκομείο Στην Κατοχή κάποιες από τις αίθουσες του Πολυτεχνείου είχαν λειτουργήσει ως νοσοκομείο. Το 1941 είχε παρουσιαστεί έκθεση χαρακτικών του καθηγητή Γ. Κεφαλληνού που απεικόνιζαν τα θύματα της μεγάλης πείνας, προκαλώντας τη βίαιη επέμβαση των κατακτητών. 2 Υποδομές Το Πολυτεχνείο είχε πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες.
      Pin It

Ακριβώς σαράντα χρόνια από την εξέγερση του Νοέμβρη, τα οράματα των αγωνιστών του Πολυτεχνείου παραμένουν χωρίς δικαίωση και το βασικό σύνθημα «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία» διατηρείται πιο επίκαιρο από ποτέ. Η φετινή «στρογγυλή» επέτειος δίνει αφορμή για μια αρχιτεκτονική «ξενάγηση» στην ιστορία του πρώτου τεχνολογικού ιδρύματος της χώρας, από τα σπλάχνα του οποίου δημιουργήθηκε και η Εθνική Πινακοθήκη.

 

→Ακόμη και τα σχέδια του κτιρίου που έγιναν από τον πρώτο πρύτανη της σχολής έχουν τον συμβολισμό τους

 

«Αρχιτεκτονικό μνημείο με μακρόχρονη ιστορία, το Πολυτεχνείο λειτούργησε στα μισοτελειωμένα κτίρια της Πατησίων το 1873

 

Της Χαράς Τζαναβάρα

 

Το Πολυτεχνείο είναι συνδεδεμένο άρρηκτα με την οδό Πατησίων, παρά το γεγονός ότι εδώ και χρόνια όλες οι σχολές του –εκτός της Αρχιτεκτονικής– κατοικοεδρεύουν στου Ζωγράφου. Λίγοι όμως γνωρίζουν ότι οι ρίζες του «Σχολείου των Τεχνών», όπως ήταν η αρχική του ονομασία, ξεκινούν από την οδό Πειραιώς, που τότε βρισκόταν… εκτός της κατοικημένης ζώνης. Το βασιλικό διάταγμα της ίδρυσής του, που φέρει την υπογραφή του Οθωνα, δημοσιεύτηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1836, αλλά με το παλιό ημερολόγιο και έτσι ως γενέθλιος χρόνος κατοχυρώθηκε το 1837. Η λειτουργία του βασίστηκε στην εισήγηση του Βαυαρού στρατιωτικού αρχιτέκτονα Φρειδερίκου Τσέντνερ, που ήταν και ο πρώτος διευθυντής του.

 

Στην αρχή λειτουργούσε μόνον Κυριακές και αργίες, αφού αυτό επέβαλλαν οι βιοποριστικές ανάγκες των πρώτων σπουδαστών του. Ηταν εργαζόμενοι στην ανοικοδόμηση της νέας πρωτεύουσας που επιθυμούσαν «να μορφωθώσιν αρχιτεχνίται (μαΐστορες) εις την αρχιτεκτονικήν», όπως καθόριζε ο ιδρυτικός του νόμος. Γρήγορα όμως η μεγάλη συρροή σπουδαστών οδήγησε στη δημιουργία και καθημερινών τμημάτων, αυξάνοντας τις ανάγκες για νέους χώρους διδασκαλίας. Για τη στέγαση του «Σχολείου» είχε νοικιαστεί το οίκημα του άρχοντα της Βλαχίας Γ. Βλαχούτση, ο οποίος είχε σπεύσει να επενδύσει σε ακίνητα στην αρχή της οδού Πειραιώς, όταν είχε διαρρεύσει η αρχική χωροθέτηση των Ανακτόρων στην Ομόνοια. Ηταν ένα λιτό διώροφο στην αριστερή πλευρά της οδού στο ρεύμα προς Πειραιά, που γρήγορα απέκτησε πρόσθετο όροφο, ενώ επεκτάθηκε και προς νότια για να δημιουργηθεί το πρώτο μηχανουργείο. Αργότερα στέγασε το Ωδείο Αθηνών. Σχεδόν ταυτόχρονα νοικιάστηκε και άλλο κτίριο της ίδιας οικογένειας στην απέναντι πλευρά του δρόμου.

 

Η πρώτη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση καταγράφεται το 1843, όταν μετονομάζεται σε «Σχολή Βιομηχανικών και Ωραίων Τεχνών», αποκτώντας χωριστό τμήμα για τις τέχνες χάρη στη μεγάλη δωρεά της δούκισσας της Πλακεντίας. Ηταν η απαρχή της μεγάλης συλλογής πινάκων που συγκέντρωσε το πρώτο Πολυτεχνείο, που εμπλουτίστηκαν από δωρεές αλλά και έργα καθηγητών του, όπως οι κορυφαίοι ζωγράφοι της εποχής Νικόλαος Γύζης και Νικηφόρος Λύτρας. Μέσα σε λίγα χρόνια συγκεντρώθηκαν 256 καλλιτεχνικοί θησαυροί που παραδόθηκαν το 1900 στον Γ. Ιακωβίδη και αποτέλεσαν τη μαγιά της Εθνικής Πινακοθήκης.

 

Χρονιά-σταθμός πάντως ήταν το 1873 όταν η «Σχολή» μετακόμισε στα μισοτελειωμένα κτίρια της Πατησίων και απέκτησε τη σημερινή ονομασία της «Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο» προς τιμήν των εξ Ηπείρου μεγάλων ευεργετών του, Γ. Αβέρωφ, Ν. Στουρνάρη και της οικογένειας Τοσίτσα.

 

Το ακίνητο, όπου λειτουργούσε από χρόνια το «Παυσίλιπον», το πιο γνωστό στέκι των Βαυαρών στην πρωτεύουσα, είχε περιέλθει στην ιδιοκτησία του στρατηγού Σμολένσκι από τον οποίο το αγόρασε η Ελένη Τοσίτσα το 1859 διαθέτοντας 140.000 δραχμές. Είχαν προηγηθεί οι δωρεές του συζύγου της Μιχ. Τοσίτσα (1787-1856) και Νικόλαου Στουρνάρη (1806-1856), που είχαν διαθέσει από 500.000 δραχμές για να χτιστεί «λαμπρόν Πολυτεχνείον». Τα χρήματα όμως δεν έφτασαν και χρειάστηκε να συμβάλει με 300.000 δραχμές ο Γεώργιος Αβέρωφ για να ολοκληρωθεί το κεντρικό κτίριο της Αρχιτεκτονικής, που φέρει το όνομά του, ενώ εξασφαλίστηκαν 100.000 δραχμές από την κυβέρνηση.

 

Τα σχέδια είχαν ανατεθεί στον Λύσσανδρο Καυταντζόγλου, ο οποίος δεν ήταν μόνον ο αρχιτέκτονας αλλά και ο πρώτος πρύτανης του Πολυτεχνείου ώς το 1866, που υπέβαλε την παραίτησή του. Ηταν μια συμβολική κίνηση που επισημοποιούσε το τέλος της παντοδυναμίας των ξένων μηχανικών. Είχαν εκδιωχθεί από τη χώρα μαζί με τον Οθωνα, αλλά είχαν προλάβει να βάλουν τη σφραγίδα τους σε σπουδαία κτίρια, όπως την περίφημη «Τριλογία», το εξαιρετικό σύμπλεγμα της Ακαδημίας, του Πανεπιστημίου και της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

 

Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1811, ο Λ. Καυταντζόγλου είχε καταφύγει οικογενειακώς στη Μασσαλία και αργότερα εγκαταστάθηκε στη Ρώμη όπου σπούδασε και διέπρεψε ως αρχιτέκτονας. Δούλεψε για μεγάλο διάστημα στην Κωνσταντινούπολη, από όπου επέστρεψε το 1843 για να εγκατασταθεί στην Αθήνα και να αναλάβει ένα χρόνο αργότερα τους σχεδιασμούς του Πολυτεχνείου. Ως τον θάνατό του (1885), πρόλαβε να σχεδιάσει το συγκρότημα του Αρσακείου στην οδό Πανεπιστημίου και σημαντικούς ναούς, όπως του Αγίου Κωνσταντίνου, της Αγίας Ειρήνης και του Αγίου Διονυσίου.

 

Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε την κατασκευή πέντε κτιρίων, τέσσερα στην περίμετρο του οικοπέδου και ένα στο κέντρο. Γρήγορα όμως άρχισαν οι… εκπτώσεις λόγω της οικονομικής στενότητας. Ο Λ. Καυταντζόγλου περιορίστηκε στα συμμετρικά μπροστινά κτίρια επί της Πατησίων, της Συγκλήτου προς την οδό Στουρνάρη και της σχολής Καλών Τεχνών προς την Τοσίτσα, καθώς και το κεντρικό που στεγάζει ώς σήμερα την αρχιτεκτονική σχολή. Το τελευταίο χαρακτηρίζεται ως το καλύτερο έργο του από τον Δημήτρη Φιλιππίδη, καθηγητή και μελετητή της ελληνικής αρχιτεκτονικής, που αναφέρει: «Η κλίμακα του συγκροτήματος του επέτρεψε να συνθέσει μια πολυφωνία ανάμεσα στα επιμήκη κτίρια, που δεν είχε καταφέρει ούτε ο Τσίλερ». Δεν αποσιωπά όμως την έντονη κριτική που είχε δεχτεί, ειδικά για την πολυτέλεια του κεντρικού κτιρίου Αβέρωφ, παρά τις σημαντικές αλλαγές που είχε αναγκαστεί να επιφέρει.

 

Είκοσι χρόνια μετά, πάλι με δωρεά Γ. Αβέρωφ, είχε κατασκευαστεί προς την πλευρά της οδού Μπουμπουλίνας το «Μηχανουργείο» για την πρακτική εξάσκηση των μηχανολόγων. Με χαρακτηριστικά της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής της εποχής απέκτησε γρήγορα δεύτερο όροφο και κατεδαφίστηκε το 1950 για να κατασκευαστεί το πολυώροφο κτίριο της σχολής.

 

Η πρώτη μεγάλη προσθήκη είχε γίνει το 1920. Πρόκειται για το κτίριο «Γκίνη» προς την πλευρά της οδού Στουρνάρη, που στέγασε τη σχολή Πολιτικών Μηχανικών. Σχεδιάστηκε από τον καθηγητή Κώστα Κιτσίκη, μετά από πρόταση του Αγγελου Γκίνη, που διετέλεσε πρύτανης την περίοδο 1910-16 και θεωρείται ο θεμελιωτής του νεότερου Πολυτεχνείου. Το συγκρότημα ολοκληρώθηκε το 1947 με την προσθήκη του κτιρίου των Χημικών Μηχανικών προς την Τοσίτσα, όπου βρίσκεται και το μεγάλο αμφιθέατρο, σε σχέδια του καθηγητή Εμμανουήλ Κριεζή.

 

Τα αρχικά κτίρια έχουν χαρακτηριστεί μνημεία, ενώ τα μεταγενέστερα είναι διατηρητέα. Ολόκληρο το συγκρότημα αποτελεί ιστορικό τόπο μετά την ηρωική εξέγερση του 1973.

 

[email protected]

 

 

1 Νοσοκομείο
Στην Κατοχή κάποιες από τις αίθουσες του Πολυτεχνείου είχαν λειτουργήσει ως νοσοκομείο. Το 1941 είχε παρουσιαστεί έκθεση χαρακτικών του καθηγητή Γ. Κεφαλληνού που απεικόνιζαν τα θύματα της μεγάλης πείνας, προκαλώντας τη βίαιη επέμβαση των κατακτητών.

2 Υποδομές
Το Πολυτεχνείο είχε πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες σχολές, τα οποία είχαν συμβάλει στην επιτυχή κατάληψη τον Νοέμβριο του 1973. Στις εγκαταστάσεις του λειτουργούσαν εστιατόριο, φαρμακείο και ιατρείο, κυρίως όμως υποσταθμός της ΔΕΗ που τροφοδοτούσε μεγάλη περιοχή του κέντρου. Ηταν ο λόγος που η χούντα δεν μπορούσε να κατεβάσει τους «διακόπτες» και να σιγήσει ο ραδιοφωνικός σταθμός.

3 Το γλυπτό
Σε ανάμνηση των αγωνιστών και των ανώνυμων πολιτών που έδωσαν τη ζωή τους στην υπόθεση της ελευθερίας, ο γλύπτης Μέμος Μακρής φιλοτέχνησε το χάλκινο κεφάλι που τοποθετήθηκε κοντά στην ιστορική πύλη του Πολυτεχνείου.

 

 

 

Scroll to top