Pin It

Του Ακη Παπαντώνη

 

Ντόρις ΛέσινγκOκτώβριος 1973, «Southern Review», συνέντευξη στην Τζόις Κάρολ Οουτς: «Νομίζω ότι ξεκινάς να αλλάξεις την κοινωνία με τη λογοτεχνία και έπειτα, όταν δεν συμβεί αυτό, έχεις μια αίσθηση αποτυχίας. Επειτα όμως αναρωτιέσαι: γιατί αισθάνθηκα ότι θα αλλάξω την κοινωνία; Οτι θα αλλάξω το οτιδήποτε; Σε κάθε περίπτωση, κανείς συνεχίζει. [...] Νομίζω έχουν υπάρξει αλλαγές. Παραφθορές συνείδησης. [...] Πάντως, είτε η λογοτεχνία καταφέρνει κάτι είτε όχι, εμείς συνεχίζουμε».

 

Μάρτιος 1988, «Paris Review – The Art of Fiction No. 102», συνέντευξη στον Τόμας Φρικ: (πριν ξεκινήσει η εγγραφή) «Δεν θα μου έκανε έκπληξη αν ανακάλυπτα πως… οι διαστάσεις των κτιρίων μάς επηρεάζουν με τρόπους που δεν μπορούμε να μαντέψουμε», (κατά τη συνέντευξη) «Μεταξύ άλλων, σίγουρα θα μπορούσα να είχα γίνει γιατρός. Θα ήμουν εξίσου καλή αγρότισσα κ.ο.κ. Εγινα συγγραφέας από απογοήτευση, όπως—πιστεύω— συμβαίνει με τους περισσότερους συγγραφείς», «βλέπω κάθε βιβλίο σαν ένα πρόβλημα που αναζητά λύση. Κι αυτό υποδεικνύει τη φόρμα που χρησιμοποιείς εν τέλει», «έχω υπάρξει πολύ κοντά στη βιομηχανία της λογοτεχνίας, για πολύ καιρό. Ξέρω τα καλά και τα άσχημά της. Δεν είναι τόσο οι εκδότες όσο οι κριτικοί, τους οποίους βρίσκω εξαιρετικά προβλέψιμους», (και λίγο πριν το κλείσιμο) «Οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται πόσο γρήγορα θα γεράσουν. Ο χρόνος κυλά γρήγορα».

 

Ιανουάριος 1990, «London Review of Books», περί γραφής: «Πρωτοξεκίνησα να σκέφτομαι περί βιβλίων που δεν θα καταφέρω να γράψω στα τέλη της δεκαετίας του ’50. [...] Ηξερα πως είχα ζήσει σε απίστευτους καιρούς, όμως είχαν πια τελειώσει. Αυτό που είχε τελειώσει ήταν η πολιτική ατμόσφαιρα — κι αυτό είναι πάντα αδύνατο να το περιγράψει κανείς στις επόμενες γενιές, οι οποίες ζουν σε μια εντελώς διαφορετική, εξίσου γοητευτική, ατμόσφαιρα, σχεδόν πάντα ισοπεδωτική κάθε προηγούμενης».

 

Απρίλιος 1992, ομιλία στο Πανεπιστήμιο Rutgers: «Κάθε ισχυρή ιδέα που επηρεάζει τη συμπεριφορά μας είναι εμφανής στις μικρές μας προτάσεις ή ακόμα και στις φράσεις μας. Ολοι οι συγγραφείς έχουν ερωτηθεί την εξής ερώτηση κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης: Πιστεύετε πως ένας συγγραφέας θα έπρεπε να…; Αυτή η ερώτηση αφορά, πάντοτε, την πολιτική στάση. [...] Αν πάμε πίσω στη Ρωσία του 19ου αιώνα, υπήρχαν σπουδαίοι κριτικοί: Belinsky, Dobrolubov, Chernyshevsky κτλ. Ηθελαν τους συγγραφείς να εστιάζουν στα κοινωνικά ζητήματα. [...] Στο έργο όλων των μεγάλων αυτών [Ρώσων] συγγραφέων δεν υπάρχει στιγμή που νιώθεις πως γράφουν εξαιτίας κάποιου αισθήματος ευθύνης. Εάν αυτοί οι συγγραφείς δεν είχαν διεκδικήσει το δικαίωμά τους στην [αποτύπωση της] προσωπικής συνείδησης, αντί της συλλογικής, ούτε θα θυμόμασταν ούτε θα διαβάζαμε σήμερα Gogol, Tolstoy, Dostoevsky, Chekhov, Turgenev».

 

Νοέμβριος 2007, μόλις πληροφορείται από δημοσιογράφους τη βράβευσή της με το Νομπέλ Λογοτεχνίας: «Χριστέ μου! [...] Ημουν 88 χρόνων. Δεν μπορείς να βραβεύσεις με Νόμπελ τους νεκρούς, γι’ αυτό προφανώς μου το έδωσαν προτού τα τινάξω…». Το σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδημίας που συνόδευε τη βράβευση μιλούσε για μια «επική συγγραφέα της γυναικείας εμπειρίας, η οποία με σκεπτικισμό, φλόγα και ενορατική δύναμη υπέβαλε έναν διχασμένο πολιτισμό σε εξονυχιστική διερεύνηση».

 

Ομως, ίσως την ισχυρότερη περιγραφή της περσόνας της Λέσινγκ, την έκανε —με αφορμή το αυτοβιογραφικό αφήγημά της «Under my skin»— η ομότεχνός της Χίλαρι Μάντελ στο «London Review of Books» τον Δεκέμβρη του 1994: «Η Ντόρις Λέσινγκ γράφει [...] διακρίνοντας, και έχοντας αίσθηση των συμφραζομένων, το ειδικό από το γενικό. [...] Τότε, μετά από ένα πέρασμα από τη μουσκεμένη, βρόμικη, χωρίς χάρη Αγγλία, ήρθε η μετοίκηση στη Ροδεσία, η οποία έθρεψε με φως και αέρα τη συγγραφέα που μεγάλωνε μέσα της». Με τα λόγια αυτά η Μάντελ ιχνογράφησε τη γενναία, αγνά πολιτική ματιά της Λέσινγκ, η οποία μίλησε για τις μορφές που παίρνει η εξουσία στις διαφορετικές εποχές, προέβαλε το προσωπικό βίωμα στο κάδρο της συλλογικής πραγματικότητας, προτού αποπνεύσει, πριν από λίγες ημέρες, σε ηλικία 94 ετών.

 

Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία της: «Οι γιαγιάδες», «Το πιο γλυκό όνειρο», «Η σχισμή», «Ο Μπεν στον κόσμο», «Το πέμπτο παιδί», «Αναμνήσεις ενός επιζώντος», «Το καλοκαίρι πριν από το σκοτάδι» (Καστανιώτης), «Μάρα και Νταν», «Ενας άντρας και δύο γυναίκες», «Αγάπη ξανά» (Α.Α. Λιβάνης), «Ο απεσταλμένος στον πλανήτη 8» (Κέδρος), «Η καλή τρομοκράτισσα», «Προμήνυμα καταιγίδας», «Ενας καλός γάμος», «Μάρθα Κουέστ», «Το χρυσό σημειωματάριο» (Οδυσσέας), «Τραγουδάει το χορτάρι» (Γνώση), «Οι ζώνες της Σικάστα» (Κάκτος).

 

Scroll to top