26/11/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Φωτογραφίζει και σχολιάζει ο Τάσος Κωστόπουλος

Η κληρονομιά του 2004

      Pin It

 

 

 

 

 

 

 

Ο δολοφόνος, λέει ένα παλιό αστυνομικό ρητό, επιστρέφει πάντα στον τόπο του εγκλήματος. Το θυμηθήκαμε ξανά όταν διαβάσαμε στις εφημερίδες για την υποψηφιότητα της Γιάννας Δασκαλάκη-Αγγελοπούλου, πάλαι ποτέ προέδρου της Α.Ε. «Αθήνα 2004», ως μελλοντικής δημάρχου της Αθήνας. Με ανάδοχο τον υπουργό Παιδείας του Καραμανλή του νεότερου, Ευριπίδη Στυλιανίδη.

 

Αν παραμερίσουμε τα στρώματα καλοπληρωμένης προπαγάνδας που αναγόρευσαν την Ολυμπιάδα του 2004 σε «χρυσή στιγμή» της πρόσφατης ελληνικής Ιστορίας, θα διαπιστώσουμε την άμεση γενετική σχέση ανάμεσα στο τότε «ελληνικό θαύμα» και τη σημερινή τραγωδία. Οσα έζησε η Ελλάδα μεταξύ 1997 και 2004 δεν ήταν στην πραγματικότητα παρά μια γενική δοκιμή για όσα ζούμε τώρα. Τα κλιμάκια της ΔΟΕ που μας επισκέπτονταν σε τακτά διαστήματα για να διαπιστώσουν τον βαθμό προετοιμασίας υπήρξαν οι προάγγελοι της σημερινής τρόικας, το «δόγμα του σοκ» εφαρμόστηκε επανειλημμένα για να εκβιαστεί η ανεξέλεγκτη κλιμάκωση του κόστους των ολυμπιακών έργων –από τα 2,2 δισ. ευρώ του αρχικού προϋπολογισμού στα 8,954 και τα 11,2 δισ., κατά τις μετέπειτα αναθεωρήσεις. Η ολυμπιακή προετοιμασία αποτέλεσε το πρότυπο για τις λεόντειες «Συμπράξεις Δημοσίου-Ιδιωτικού Τομέα» (ΣΔΙΤ) που ξεκοκάλισαν τα επόμενα χρόνια τον δημόσιο κορβανά προς όφελος των ιδιωτών «συνεργατών» του «αντιπαραγωγικού» κράτους: σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο του «Αθήνα 2004» (Ν.2598/98, άρθρο 2), «η εταιρεία δεν ανήκει στον δημόσιο τομέα, λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και διέπεται από τη νομοθεσία περί ανωνύμων εταιρειών», χωρίς αυτό να εμποδίσει την κρατική χρηματοδότησή της με μισό δισ. ευρώ (459.396, για την ακρίβεια) από την αρμόδια Διυπουργική Επιτροπή. Στη σκιά του 2004 έκανε τα πρώτα του βήματα και το δίκαιο της εξαίρεσης, με τον κανονισμό των ολυμπιακών συμβάσεων (ΦΕΚ 1999/Α/276) να ξεκαθαρίζει χωρίς περιστροφές πως οι διατάξεις του «εκδίδονται κατ’ εξαίρεση από κάθε κείμενη διάταξη της εσωτερικής νομοθεσίας». Το ίδιο και η πολιτική των ανεξέλεγκτων κρατικών δαπανών: η τροποποίηση καταστατικού της εταιρείας (ΦΕΚ 2000/ΑΕ-ΕΠΕ/11604), που πραγματοποιήθηκε μετά το ωμό τελεσίγραφο του Σάμαρανκ προς την κυβέρνηση Σημίτη για την παραχώρηση «καθηκόντων υπουργού» στην κυρία Αγγελοπούλου (1/10/2000), πρόβλεπε μεν τη δυνατότητα ελέγχου της νομιμότητας των συμβάσεων ύψους άνω των 500.000 δρχ. μέσα σ’ ένα μήνα από την κατάρτισή τους, όριζε όμως ταυτόχρονα ότι, «παρερχομένης απράκτου της ως άνω αποκλειστικής προθεσμίας, η σύμβαση θεωρείται εγκριθείσα».

 

Την τελική κατάληξη του ξέφρενου αυτού πάρτι ζούμε σήμερα: η κυβέρνηση Παπανδρέου υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο την άνοιξη του 2010, ακριβώς όταν έπρεπε να αποπληρωθούν τα «ολυμπιακά δάνεια» του 2001-2002. Με υπόλοιπο κληρονομιάς τα περίφημα «Ολυμπιακά Ακίνητα» και διάφορα Βατοπέδια…

 

 

 

 

 

 

 

Εξίσου επίκαιρες φαντάζουν οι ανεκπλήρωτες επαγγελίες της εποχής για ένα λαμπρό μέλλον: «Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Αναλύσεων» του κ. Στουρνάρα, μας πληροφορούσε τότε η εφημερίδα του εθνικού μας εργολάβου, «οι τομείς της βιομηχανίας, του τουρισμού και των κατασκευών αναμένεται να αυξήσουν τον πρώτο μεταολυμπιακό χρόνο τον κύκλο εργασιών τους κατά 1,4 δισ. δολάρια περίπου, ενώ παράλληλα θα δημιουργηθούν περισσότερες από 140.000 νέες θέσεις απασχόλησης υψηλής ή ενδιάμεσης ειδίκευσης» («Εθνος», 15/8/2004). Καλό είναι να τα θυμόμαστε όλα αυτά, όταν οι ίδιοι άνθρωποι μας τάζουν κάθε λίγο και λιγάκι την έξοδο από το τούνελ των μνημονίων.

 

77

 

 

 

 

 

 

Εν έτει 2004, το ψευδεπίγραφο «όραμα» είχαν έγκαιρα καταγγείλει ο ΣΥΝ (με τον αείμνηστο Μιχάλη Παπαγιαννάκη), η ριζοσπαστική Αριστερά κι ο αντιεξουσιαστικός χώρος. Οι αντιφρονούντες των τοίχων έδιναν κι εδώ το παρών υπενθυμίζοντας τα πραγματικά «ολυμπιακά ιδεώδη» (1-2), τους πραγματικούς ωφελημένους (3) και το αυξημένο ανθρώπινο κόστος της προετοιμασίας (7). Με το πληγωμένο εθνικό γόητρο από την απώλεια της «χρυσής Ολυμπιάδας» του 1996 (4, Χανιά 1990) να έχει πλέον αποκατασταθεί (5), είχε οπωσδήποτε νόημα να προειδοποιήσει κανείς με χιούμορ για το όργιο των δαπανών ασφαλείας, οι πραγματικές διαστάσεις των οποίων έγιναν αργότερα αντιληπτές με το σκάνδαλο Siemens/C4I (6). Εστω κι αν κάποιες εναλλακτικές υποσχέσεις έμειναν τελικά -και αυτές- ανεκπλήρωτες (8-9).

 

 

 

 

Scroll to top