Καλλιτέχνης πολυδιάστατος, από τους πιο σημαντικούς της εποχής μας, με έργο στο οποίο το πολιτικό στοιχείο είναι κεντρικό. Χρησιμοποιεί ένα ανομοιογενές υλικό από διαφορετικά αρχεία και από διαφορετικούς τόπους. Π.χ. καταγράφει με την κάμερά του πεζοναύτες στην Καλιφόρνια που παίζουν πόλεμο με υπολογιστές. Ζουμάρει σε μία λεπτομέρεια ή επαναλαμβάνει την ίδια σκηνή. Ετσι τον προσεγγίζω κι εγώ εδώ: ζουμάροντας στη σειρά των έργων του «Σοβαρά παιχνίδια»
Της Πέπης Ρηγοπούλου
Τον συνάντησα να κάθεται μαζί με τη σύντροφο και συνεργάτιδά του, την Αντγε Εμαν, σε ένα σκαλί έξω από τον εκθεσιακό χώρο της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Τα σκαλιά θυμάμαι να με γοητεύουν από τότε που ήμουν παιδί, γιατί μπορούσες να κάθεσαι εκεί χαμηλά και να παρατηρείς πρώτα τα πόδια των ανθρώπων, που ήταν κάπως ασυνάρτητα καθώς πηγαινοέρχονταν χωρίς το υπόλοιπο σώμα. Ο Χαρούν Φαρόκι καθόταν εκεί μετά τα εγκαίνια της έκθεσής του «Ενάντια σε τι; Ενάντια σε ποιον;» στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, τον περασμένο Οκτώβρη. Μας σύστησε η Μαρία Κομνηνού, που με την Ταινιοθήκη της Ελλάδος και σε συνεργασία με την ΑΣΚΤ και την Αφροδίτη Λίτη, καθώς επίσης και το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών και το Ινστιτούτο Γκαίτε, διοργάνωσαν την έκθεση.
Ενάντια σε τι να παλέψεις, όταν η εικόνα, όπως λέει ο Φαρόκι, εξολοθρεύει το γεγονός; Ενάντια σε ποιον να παλέψεις όταν μετά τη Χιροσίμα μοιάζει να μετατρέπεται ο κόσμος σε ένα μοντέλο με σκοπό την εξουδετέρωσή του; Εδώ μπορεί να θέσει κανείς το ερώτημα αν η εικόνα του Τσε π.χ., που αναπαράγεται σε εκατομμύρια αντίτυπα κάθε χρόνο, εξολοθρεύει το γεγονός Τσε. Τη δράση, δηλαδή, ενός ανθρώπου που επιχείρησε έναν απόλυτο αγώνα για την ελευθερία. Με άλλα λόγια και επειδή σήμερα ο κόσμος μοιάζει όλο και πιο πολύ ένα μοντέλο προς εξουδετέρωση, μήπως τέτοιες «απόλυτες» συμπεριφορές μπορεί να δημιουργήσουν ρωγμές για έναν άλλο δρόμο;
Η εικόνα, που μου είχε μείνει πιο πολύ από τη δουλειά του Φαρόκι, ήταν ένα τανκ στο χρώμα της ώχρας να κινείται ανεμπόδιστα από τους νόμους της τριβής, περίπου αέρινα, σε έναν καλοχαραγμένο δρόμο σε γκρι μολυβί χρώμα. Τριγύρω το τοπίο, στο χρώμα της ώχρας επίσης, μία απέραντη έρημος, με κάποιον λοφίσκο λίγο πιο εκεί. Εμοιαζε με τοπίο του Αφγανιστάν. Ηταν μία προσομοίωσή του. Ηταν το άυλο της σκληρής αυτής ύλης του τανκ που ξένιζε, ήταν τα χρώματα επίσης, η ώχρα και το γκρι, που ταιριάζουν πολύ και που λουσμένα σε ένα χωρίς σκιές φως λειτουργούσαν σαν τον μαγνήτη. Παγίδευαν άνευ όρων το βλέμμα. Λίγο πιο κάτω γινόταν μια έκρηξη, αλλά αυτό καθόλου δεν ενοχλούσε το σιδερόφρακτο ταξίδι του. Το σενάριο ήταν πλήρες: Ο Φαρόκι κατέγραφε με την κάμερα τους τέσσερις πεζοναύτες μιας βάσης στην Καλιφόρνια που ως εικονικό πλήρωμα του τανκ έπαιζαν με τους υπολογιστές τους τον πόλεμο για τον οποίο προορίζονταν ή από τον οποίο είχαν επιστρέψει. Οι ίδιοι ή άλλοι, αναλώσιμοι σαν αυτούς. Η εικονική πραγματικότητα με την επίμονη λείανση των επιφανειών και των αισθήσεων ήταν εκεί. Μιλήσαμε για την εικόνα αυτήν. Και για την εμμονή του, που είναι και δική μου εμμονή, να ανασύρει εναλλάξ τον πραγματικό κόσμο μέσα από τον εικονικό, και τον εικονικό μέσα από τον πραγματικό. Αυτή είναι και η βάση των video games.
Τα «Σοβαρά παιχνίδια», όπως ονομάζει τη σειρά αυτή των βίντεο που εκθέτει στη Σχολή, είναι γυρισμένα σε αμερικανικές βάσεις και δείχνουν πώς ετοιμάζεται ένας πόλεμος σήμερα, αλλά και πώς επιχειρείται η θεραπεία των επιζώντων από το μετατραυματικό στρες μέσω της εικονικής αναβίωσής του. Το ψηφιακό παιχνίδι χρησιμοποιείται μαζί με άλλα παιχνίδια, όπως αυτό των ρόλων. Να παίζεις, δηλαδή, ότι έχεις υποστεί σοκ, να παίζεις ότι είσαι Ιρακινός στρατιώτης, ενώ είσαι ένας κομπάρσος μέσα στον χώρο της αμερικάνικης πόλης όπου στην πραγματικότητα γίνεται το πείραμα. Ο ζόφος και η δωρεά της εικόνας, που επαναλαμβάνονται έπειτα από κάθε νέα αμερικάνικη επέμβαση.
Ο Πάουλ Κλέε ήρθε εντελώς φυσικά στην κουβέντα μας. «Η τέχνη παίζει με τα πράγματα ένα ασυνείδητο παιχνίδι. Οπως ένα παιδί μας μιμείται παίζοντας, μιμούμαστε κι εμείς τις δυνάμεις εκείνες που δημιούργησαν και δημιουργούν τον κόσμο». Αυτά λέει ο Κλέε. Ομως οι δυνάμεις που μιμούμαστε μπορεί να είναι και αυτές που καταστρέφουν τον κόσμο. Και τότε η μίμηση αυτή, όπως στην περίπτωση του Φαρόκι, είναι καταγγελία.
Ο Φαρόκι επιμένει ότι για να υπάρξει η εικόνα, να μην είναι ένα κενό, όταν μάλιστα δεν συνοδεύεται από λόγο, όταν δηλαδή δεν αφηγείται μια ιστορία, δεν φτάνει απλώς να τοποθετηθεί δίπλα σε μια άλλη, όσο περίεργη και να είναι, όσο και αν προέρχεται από παράξενα υλικά. Πρέπει και να αποκαλύψει τη ζωή.
Και πάλι η συνάντηση με τον Κλέε. Γιατί και η ζωγραφική αποκαλύπτει. Την αλήθεια, λέει εκείνος.
Και βρεθήκαμε να μιλάμε για τον Κλέε, τον ζωγράφο που αγαπούσε και που αγαπώ κι εγώ. Που ταξίδεψε στην Τυνησία, όπου ζωγράφισε τα περίφημα αστικά και άλλα τοπία του κοιτώντας τον κόσμο από ψηλά. Αφαιρώντας στοιχεία, που δεν χρειάζονται, για να αποκαλύψει την αλήθεια του. Από τότε εμφανίζονται τα μαγικά του τετράγωνα με μια έμφαση στο φως των μαγικών πόλεων που ανακαλύπτει εκεί.
Σε μια σειρά από τους πιο δημοφιλείς πίνακες του Πάουλ Κλέε, από αυτούς που αναπαράγονται σε χιλιάδες καρτ ποστάλ, η επιφάνεια της γης με τους καλλιεργημένους αγρούς απεικονίζεται σαν μια σύνθεση από ορθογώνιες λωρίδες διαφορετικών χρωμάτων, με τρόπο που θυμίζει την εικόνα που έχουμε όταν κοιτάμε από ένα αεροπλάνο την ώρα της απογείωσης και της προσγείωσής του. Σαν τον πρωτόγονο σαμάνο, που μεταμορφώνεται σε πουλί για να επιτελέσει την μυητική του πτήση, ο ζωγράφος μάς αποκαλύπτει και με αυτά του τα έργα έναν κόσμο αρμονίας και γαλήνης που είναι ο πραγματικός ιδωμένος από το ύψος μιας μύησης/ δημιουργίας.
Στον αντίποδα της εικαστικής αυτής μύησης, οι αεροφωτογραφίες που αποδομεί, μετατοπίζει και ανασυνθέτει ο Φαρόκι, καταγγέλλονται ως εργαλεία θανάτου. Η αεροφωτογραφία και η χαρτογράφηση, στην οποία αυτή χρησιμοποιείται, είναι όπλα στα χέρια των στρατών που αλλάζουν με τη βία τα φυσικά και τα ψυχικά σύνορα και διαλύουν, αφού πρώτα τα αιχμαλωτίσουν σε μια εικόνα, τα κράτη και τα ανθρώπινα σώματα. Ο δημιουργός διδάχτηκε την αλήθεια αυτή –για την οποία μιλά και ο Βιριλιό– κατά έναν τρόπο πριν ακόμη γεννηθεί. Τα γερμανικά στρατεύματα του τρίτου Ράιχ εισέβαλαν από το 1938 στη γενέτειρά του, την τσεχική Σουδητία, και στη συνέχεια ροκάνισαν τα σύνορα της υπόλοιπης Τσεχίας. Με μια έννοια η διαβίωσή του επί δεκαετίες στη Γερμανία, της οποίας αμφισβήτησε μαχητικά τη μεταπολεμική κυρίαρχη κουλτούρα και πολιτική, ήταν μια άλλη ανατροπή, ατομική αυτή τη φορά, των δεδομένων συνόρων.
Για μένα ο Φαρόκι με τα έργα του αυτά είναι σαν να αναβιώνει το πέρασμα των νέων μεταπολεμικών συνόρων, αυτών μεταξύ της Γερμανίας και της Τσεχοσλοβακίας, για να μεταφέρει στα εδάφη του νικημένου, αλλά αμετανόητου εισβολέα, το τραύμα της εκ γενετής βιωμένης εισβολής και βίας.
INFO: Η έκθεση διαρκεί έως 21 Δεκεμβρίου. Εκθεσιακός χώρος «Νίκος Κεσσανλής» Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Πειραιώς 256, Ρέντης.