Του Γιώργου Σταματόπουλου
Η αλήθεια που υποστηρίζουν και προωθούν τα πολιτικά κόμματα δεν είναι ανάγκη να έχει σχέση με την πραγματικότητα· μάλιστα αδιαφορούν παγερά ενίοτε. Η αλήθεια για αυτά είναι το σφάλμα του εχθρού, οι αποφάσεις που παίρνει ο αντίπαλος. Νομίζουν ότι άμα καταστρέψουν το σφάλμα θα υπερτερήσουν, θα διαλύσουν την ταυτότητα του εχθρού. Η αλήθεια του κάθε κόμματος είναι, έτσι, το ακριβώς αντίθετο από την αλήθεια του κάθε αντίπαλου κόμματος. Είναι η κεκοσμημένη ψευδολογία για λύτρωση από τα δεινά, μια τιποτένια διάχυση ελπίδων για βελτίωση της άθλιας ζωής των πολλών στην εποχή της κρίσης. Δύο είναι οι «φιλοσοφίες» πολιτικής που επικρατούν στη σύγκρουση των ιδεών: η «ελευθερία» της αγοράς (που τα ρυθμίζει όλα και δεν έχει χρείαν κυβερνητών παρά μόνο μαριονετών που, απλώς, απολαμβάνουν υψηλούς μισθούς, λέγοντας «ναι» στην αγορά, δηλαδή στις τράπεζες) και ο συνασπισμός συνεταιριστικών μορφών οργάνωσης και δομής των επαγγελματιών, εργατών και αγροτών (που έχει ως αρχή και βάση την ισοτιμία των μελών, την ισηγορία, την αλληλεγγύη, την κατάκτηση του πεδίου της αξιοπρέπειας· το ευ ζην εκλαμβάνεται όχι υλιστικά, αλλά πνευματικά, ψυχικά, πολιτιστικά, αισθητικά).
Επικρατεί βεβαίως η πρώτη «φιλοσοφία»· σ’ αυτήν ομνύουν άπαντα τα κοινοβουλευτικά κόμματα πλην, σαφώς, του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας και μικρού μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, που διαλαλεί κάτι περίεργα περί αριστερής διακυβέρνησης εντός της χοάνης του καπιταλισμού (δικαίωμά του).
Οι «αλήθειες» όμως μας έχουν αφήσει πίσω τους. Οι κάτοχοί τους, υπερφίαλοι και εγωιστές, επιμένουν να τις διακηρύσσουν αδιαφορώντας για τη σπουδαία (γεγονός, πια) αδιαφορία των ψηφοφόρων, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και γενναία μετά την τόση πλύση εγκεφάλου που έχουμε υποστεί οι περισσότεροι.
Οσο η κρίση διαρκεί, όσο τα πολιτικά κόμματα παραμένουν δημοσκοπικά στα ίδια και απαράλλαχτα ποσοστά, τόσο οι πολίτες βυθίζονται στην απόγνωση και στρέφουν τα νώτα στις αλήθειες τους (που δεν αφορούν κανέναν παρά μόνο τις καρέκλες τους τις εξουσιαστικές). Ως μόνη απάντηση, έστω αμήχανη, έστω τραυλή και ημιτελής σε όλες τις «φιλοσοφίες» της αγοράς και τις «αλήθειες» των κομμάτων φαντάζει η αυτοοργάνωση της κοινωνίας, οι αυτοδιαχειριστικές απόπειρες νομικών προσώπων και εργοστασίων, ο αυτοκαθορισμός κοινωνικών στρωμάτων έξω από την κεντρική εξουσία, έξω από «σωτήρες» επενδυτές, ανυπάκουοι σε εργοδότες, εργολάβους και επαγγελματίες πολιτικούς.
Είναι ένα στοίχημα της κοινωνίας να επικρατήσουν αυτές οι μορφές οικονομίας και συμβιωτικής συνύπαρξης κόντρα στον αυταρχισμό του κεφαλαίου και των ελίτ. Μόνο έτσι θα διατηρήσει την αξιοπρέπειά της (και τα μέρη της και το όλον), μόνο έτσι θα συναντηθεί με το νόημα, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία.