Pin It

Τα καφενεία, όπως και τα περίπτερα, δεν έχουν μετρηθεί, αλλά σίγουρα έχουν αναμετρηθεί με τον χρόνο κι έχουν κερδίσει.

 

Από κάποιο σοκάκι της Μέκκας ξεκίνησε το πρώτο, τον 15ο αιώνα, κι έφτασε στην Αίγυπτο κι από ’κεί στα καλντερίμια της Κωνσταντινούπολης. Το οδοιπορικό τους δεν ήταν ήρεμο όπως άλλωστε δεν είναι πάντα ήρεμες και οι συζητήσεις που γίνονται μπροστά στον αχνιστό καφέ. Λέγεται ότι οι μουεζίνηδες πολεμούσαν τους καφενέδες επειδή οι άντρες προτιμούσαν τα «μασάλια» (κουβέντες) σ’ αυτούς παρά να πηγαίνουν στο τζαμί.

 

Αλλά γιατί να προσφέρουμε το καφενείο στα βάθη της Ανατολής και να αφήσουμε στα χέρια του Αζίζ Νεσίν «τον καφέ και τη δημοκρατία», αφού μπορούμε να ασπαστούμε την άποψη ερευνητών που διατείνονται ότι πρόδρομός του είναι το αρχαίο θερμοπώλιο, όπου οι άνθρωποι συζητούσαν πίνοντας θερμά ποτά. Οπως και να ’χει, αυτά τα λαϊκά συναξάρια άντεξαν. Το Ναύπλιο δεν ήταν μόνο η πρώτη πρωτεύουσα αλλά και το… στέκι του πρώτου καφενείου.

 

Η διακόσμηση ίδια: ψάθινες καρέκλες και τραπεζάκια, πότε στρογγυλά από λαμαρίνα (γαλβανιζέ, τα παραγγέλνανε τότε) και πότε τετράγωνα από φτηνό ξύλο. Σύντομα έκαναν την εμφάνισή τους και οι καρέκλες που στη θέση της ψάθας, που φθειρόταν γρήγορα, είχαν ένα κομμάτι κόντρα πλακέ.

 

Ο καφετζής απαραιτήτως μερακλής, γιατί κανείς δεν άφηνε τη δεκάρα του σε νερομπούλι, κι ο πελάτης ήταν εκπαιδευμένος, μετρούσε και τις φουσκάλες… Κι αν ευχαριστιόταν, απλωνόταν η παραγγελιά με γλυκό του κουταλιού ή ένα ποτηράκι ούζο από τη μεζούρα που καραδοκούσε πάντα στον πάγκο.

 

Και σιγά σιγά, και ανάλογα πάντα με το πόσοι ήταν οι θαμώνες και με το πόσες ώρες κάθονταν να λύσουν τα προβλήματά τους, να χαϊδέψουν την τράπουλα και να βροντοχτυπήσουν τα ζάρια και τα πούλια, ο ιδιοκτήτης για να τους ευχαριστήσει έβαζε τις καινούργιες πινελιές: το τραπεζάκι έγινε από καλύτερο ξύλο, απέκτησε και μάρμαρο, και οι καρέκλες πιο γερές, ίσως και πιο αναπαυτικές, αλλά με προσοχή, γιατί αν γίνονταν πολυθρόνες θα ξέπεφτε το κατάστημα στη μόδα της καφετέριας.

 

Ακόμη και το τασάκι αναβαθμίστηκε και από τσίγκινο έγινε γυάλινο, και μάλιστα με φίρμα πάνω του, διαφημιστικό ίσως κάποιου βουλκανιζατέρ της γειτονιάς. Το απείλησε λίγο η απαγόρευση του καπνίσματος, αλλά τσίνησαν οι θεριακλήδες κι επανήλθαν όλα στη θέση τους.Εδεσε η νοσταλγία με την αισθητική, η μία για να θυμίζει το είδος και η άλλη για να ευφραίνει τη μοναδικότητα.

 

Μεγάλη ιστορία ο καφενές, μικρός ο χώρος. Θα επανέλθουμε…

 

Σταυρούλα Ματζώρου

 

Scroll to top