03/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Φωτογραφίζει και σχολιάζει o Τάσος Κωστόπουλος

Μέρες άγριες, προφητικές μέρες

      Pin It

 

 

 

 

 

 

 

 

Με την απόσταση των πέντε χρόνων που μας χωρίζουν από τη νεανική εξέγερση του 2008 και με όσα κοσμοϊστορικά έχουν έκτοτε μεσολαβήσει, μπορούμε πια να είμαστε βέβαιοι για την ιστορική σημασία εκείνου του ξεσπάσματος. Εκτός από δυναμική διαμαρτυρία για την αστυνομική βία, φαινόμενο που ξεπερνούσε κατά πολύ το «μεμονωμένο περιστατικό» τής εν ψυχρώ δολοφονίας του δεκαπεντάχρονου Αλέξη (1-2), εκτός από διάχυτη έκφραση οργής για μια κοινωνία συμβιβασμένη με την απροκάλυπτη διαφθορά των κυβερνώντων και των επιχειρηματιών συνεταίρων τους (3), ο Δεκέμβρης ήταν και μια κραυγή απ’ το κοντινό μέλλον.

 

Ιούλιος 2008, κάπου στο κέντρο της Αθήνας. Η μικρή εμφύλια σύρραξη του τέλους της χρονιάς έχει ήδη εξαγγελθεί, στο επίπεδο τουλάχιστον των προθέσεων (4). Υπόκωφες κοινωνικές εντάσεις ετοιμάζονται να βρουν έκφραση, σ’ ένα πολιτικό τοπίο που κυριαρχείται ακόμη απ’ τα απόνερα του απονενοημένου διαβήματος του Ζαχόπουλου, από το δημόσιο ξεκατίνιασμα Θέμου-Μάκη και τα προεόρτια του Βατοπεδίου. Πουλημένη αμαχητί από τους γονείς της, διαβουκολούμενους από τις σομόν σελίδες των εφημερίδων κι από καιρό εξοικειωμένους με την υποτίμηση της εργατικής δύναμης (αρχικά των μεταναστών, κατόπιν των ίδιων των παιδιών τους), η «απασχολήσιμη» και ελαστικοποιημένη «γενιά των 700 ευρώ» διαπιστώνει πια πως η «μαθητεία» της και η συσσώρευση «δεξιοτήτων» δεν πρόκειται να πάρουν τέλος στον αιώνα τον άπαντα· ότι, παρά τα πρωτόγνωρα τυπικά προσόντα της σε σχέση με τους παλιότερους, στο βάθος του τούνελ δεν την περιμένει καμιά απολύτως εργασιακή τακτοποίηση. Στο διπλανό θρανίο, στην ίδια επισφαλή δουλειά, η δεύτερη γενιά μεταναστών δεν είχε, έτσι κι αλλιώς, παρόμοιες αυταπάτες. Διαδρομές παράλληλες, ωσμώσεις που σταδιακά πυκνώνουν, ο εχθρός ορατός: όχι μόνο οι τράπεζες ή τα υπουργεία αλλά και ο ευκατάστατος μαγαζάτορας της διπλανής πόρτας, αυτός που κερδίζει -ακόμη- από τον ηλικιακά και εθνικά χωροθετημένο εργασιακό μεσαίωνα.

 

Τη στιγμή της έκρηξης, ένας άτυπος δημόσιος διάλογος θα διεξαχθεί έτσι γύρω από το επιθυμητό εύρος των στόχων, αγκαλιάζοντας από εμφανώς αντικοινωνικές επαγγελίες (5) μέχρι την προγραμματική διατύπωση ενός ενστικτώδους αντικαπιταλισμού (6). Δίπλα στην αστυνομία και τις ειδικές δυνάμεις της (7), ο εχθρός προσωποποιείται συμβολικά σε μια οικεία μορφή: τους «τρέντηδες», την ορατή μειοψηφία της ίδιας γενιάς που -ελέω προσωπικής ή οικογενειακής καβάτζας- είναι σε θέση ν’ απολαμβάνει όσα το λάιφ στάιλ είχε υποσχεθεί σε όλους. Τα τζιπάκια της, τα ποτά της, πάνω απ’ όλα όμως η μακαριότητά της στοχοποιούνται από τα πυρά -ειρωνικά και πραγματικά- των εξεγερμένων (8-9).

 

«Good Crisis and a Happy New Fear»: τη στιγμή ακριβώς που τα σύννεφα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης ήταν πλέον ορατά για όλους στον ορίζοντα, λίγο πριν η ελληνική κοινωνία βυθιστεί στο ίδιο τέλμα στο οποίο είχε τόσο ανέμελα καταδικάσει τα παιδιά της, τα τελευταία προειδοποιούσαν με τον τρόπο τους για όσα επρόκειτο να ’ρθουν: αυτοσαρκαζόμενα (11), απελπισμένα (12), ακόμη και προφητικά (10).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Scroll to top