Gutgeld-Yoram

04/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Γιόραμ Γκούτγκελντ Σύμβουλος οικονομικών θεμάτων του Ματέο Ρέντσι

«Η Κεντροαριστερά πρέπει να προτείνει σύγχρονες λύσεις»

Σύμβουλος οικονομικών θεμάτων του Ματέο Ρέντσι -αδιαμφισβήτητο φαβορί για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς-, ο Γιόραμ Γκούτγκελντ, 54 ετών, βουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος, θεωρεί ότι η προοδευτική παράταξη πρέπει να επανιδρυθεί με κύριο σημείο αναφοράς την ίση μεταχείριση των πολιτών.
      Pin It


Σύμβουλος οικονομικών θεμάτων του Ματέο Ρέντσι -αδιαμφισβήτητο φαβορί για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς-, ο Γιόραμ Γκούτγκελντ, 54 ετών, βουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος, θεωρεί ότι η προοδευτική παράταξη πρέπει να επανιδρυθεί με κύριο σημείο αναφοράς την ίση μεταχείριση των πολιτών. Σε αυτή την συνέντευξη μας εξηγεί για ποιο λόγο, ουσιαστικά, αποφάσισε να στηρίξει τον Ματέο Ρέντσι, τον «μετριοπαθή» ανατέλλοντα αστέρα των Δημοκρατικών, και ποιες θεωρεί ότι είναι οι νέες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερή σκέψη και στην πολιτική πράξη.

 

«Δεν μπορούμε να επιμένουμε μόνο σε δημόσια έργα τεραστίων διαστάσεων, με εργολαβίες που επηρεάζονται από τη διαφθορά και προσφέρουν, τελικά, λίγες θέσεις εργασίας

 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Θεόδωρο Ανδρεάδη Συγγελλάκη

 

Γιόραμ Γκούτγκλεντ

• Πώς θεωρείτε ότι θα αλλάξει η ιταλική Κεντροαριστερά μετά τις «ανοιχτές εκλογές» του Δημοκρατικού Κόμματος -στις οκτώ Δεκεμβρίου για επιλογή νέου γραμματέα-, με σχεδόν βέβαιη την επικράτηση του 38χρονου δημάρχου της Φλωρεντίας Ματέο Ρέντσι;

 

Πιστεύω ότι το πιο σημαντικό θέμα είναι αυτό: η Κεντροαριστερά, τους τελευταίους μήνες, δεν έπαιξε τον ρόλο που της άρμοζε, τον ρόλο του κύριου μετόχου της ιταλικής κυβέρνησης. Τον ρόλο αυτόν, κατάφερε να τον εξασφαλίσει η Κεντροδεξιά, αρχίζοντας από την κατάργηση του φόρου ιδιοκατοίκησης. Από τις 9 Δεκεμβρίου, το Δημοκρατικό Κόμμα πρέπει οπωσδήποτε να μετατραπεί σε κινητήρια δύναμη της κυβερνητικής συμμαχίας. Ο δήμαρχος της Φλωρεντίας, Ματέο Ρέντσι, έθεσε τρεις προτεραιότητες: παιδεία, εργασία και θεσμικές αλλαγές. Τρεις προτεραιότητες που νομίζω ότι, σε μεγάλο βαθμό, δεν ισχύουν μόνο για την Ιταλία, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη.

 

• Πώς θα μπορέσει η ιταλική Κεντροαριστερά θα ανανεωθεί, διατηρώντας την αναγνωρισιμότητά της, τις βασικές διαφορές της σε σχέση με τη συντηρητική παράταξη, σε μια περίοδο εντονότατης οικονομικής κρίσης;

 

Νομίζω ότι δεν πρέπει να κάνουμε άλλα λάθη. Δεν πρέπει, δηλαδή, να μείνουμε αγκιστρωμένοι σε ιδεολογικά σχήματα που δεν μας επιτρέπουν να εμβαθύνουμε και να αναλύουμε όσο θα έπρεπε. Παραδείγματος χάρη, εγώ θεωρώ ότι πρέπει να παραμείνει η απαγόρευση των χωρίς βάσιμη αιτία απολύσεων για τις επιχειρήσεις με πάνω από δεκαπέντε υπαλλήλους. Δεν πρόκειται, όμως, για ιδεολογική επιλογή. Οφείλεται στο ότι, αν καταργήσουμε τον νόμο αυτόν, θα βρεθούμε με εκατοντάδες χιλιάδες επιπλέον ανέργους και ακόμη εντονότερη ύφεση από αυτήν που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Από την άλλη, όμως, χρειάζονται κάποιες νέες παρεμβάσεις.

 

Παραδείγματος χάρη, νέα συμβόλαια, τα οποία να είναι μόνιμα, αλλά να επιτρέπουν στους εργοδότες -αν δεν έχουν άλλη επιλογή- να μπορούν να απολύουν δίνοντας μια προσυμφωνημένη αποζημίωση. Χωρίς άλλες προσφυγές στα δικαστήρια, για να είμαι σαφής. Με τον τρόπο αυτόν, θα μπορούσαμε να επιτρέψουμε σε πάρα πολλούς νέους να βγουν από τις εποχικές, μη εγγυημένες σχέσεις εργασίας, αλλά και στις επιχειρήσεις να επενδύσουν πραγματικά σε νέα πρόσωπα, στο πλαίσιο μιας σχέσης εργασίας με μεγάλο χρονικό ορίζοντα. Κατά την άποψή μου, πρόκειται για ένα εύγλωττο παράδειγμα του τι μπορεί να σημαίνει, σήμερα, η ανανέωση στον χώρο της Αριστεράς.

 

• Τι άλλο θα περιέχει η ατζέντα του Ματέο Ρέντσι;

 

Πιστεύω ότι πρωτεύουσα σημασία θα έχει η ίση μεταχείριση και αντιμετώπιση των πολιτών. Αρχίζοντας από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, των κεφαλαίων που καταλήγουν στην Ελβετία και φτάνοντας μέχρι ένα πιο δίκαιο σύστημα των συντάξεων. Δεν γίνεται να ζούμε σε μια χώρα με δυσθεώρητες συντάξεις διευθυντικών στελεχών και άλλες, οι οποίες δεν ξεπερνούν τα εξακόσια ευρώ. Οπως είμαι και της άποψης ότι είναι ανεπίτρεπτο, στη χώρα με την έβδομη βιομηχανία στον κόσμο, να υπάρχουν τόσο ανεπαρκή, παλιά και προβληματικά δημόσια νοσοκομεία, ιδίως στην Κάτω Ιταλία. Μια σύγχρονη Αριστερά πρέπει να προσπαθήσει να παρέμβει δυναμικά σε όλους αυτούς τους τομείς.

 

• Μιλάμε, δηλαδή, κατά κάποιον τρόπο, για επικαιροποίηση των πολιτικών του Τόνι Μπλερ, με ίσες ευκαιρίες για κάθε πολίτη της κοινωνίας μας;

 

Το θεωρώ σωστό και σχεδόν αυτονόητο. Αλλά πρέπει να υιοθετήσουμε και μια νέα οπτική γωνία: η ιδεολογική Αριστερά κάνει λόγο για ανακατανομή του πλούτου με υψηλότερη φορολόγηση των μεγάλων εισοδημάτων, χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι, λόγω της φοροδιαφυγής μας, στην Ιταλία η ανακατανομή του πλούτου είναι λιγότερο αποτελεσματική απ’ ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου όλοι πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν. Η σωστή απάντηση είναι να βρεθεί ο τρόπος να πληρώνουν τους φόρους και οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι επιχειρηματίες. Η ανακατανομή που θα φέρει ανάπτυξη βρίσκεται, κατ’ αρχήν, στην πραγματική εφαρμογή του νόμου, χωρίς προνομιακές μεταχειρίσεις. Για να γίνω ακόμη πιο σαφής, δεν νομίζω ότι η λύση βρίσκεται στη φορολόγηση των μεγάλων περιουσιών, διότι είδαμε ότι και στη Γαλλία δεν παρήγαγε κανένα, απολύτως, αποτέλεσμα. Οι ιδεολογικές και μόνον εμμονές, πλέον, δεν μπορούν να μας βοηθήσουν να λύσουμε τα προβλήματα των χωρών μας.

 

• Βρισκόμαστε, όμως, σε μια κρίσιμη περίοδο με την οικονομία, που έχει ακυρώσει σχεδόν κάθε αντίσταση της πολιτικής…

 

Οντως, τώρα, όλοι τάσσονται κατά της λιτότητας και θεωρώ κι εγώ, φυσικά, ότι έγιναν κύριας σημασίας λάθη. Το πρόβλημα, όμως, έχει βαθύτερες ρίζες. Η Ιταλία -και όχι μόνον- εδώ και σαράντα χρόνια δεν καταφέρνει να αναπτυχθεί με οικονομικά βιώσιμο τρόπο. Στις δεκαετίες του 1970 και 1980, η χώρα μου ήταν, εκ των πραγμάτων, από τις πιστότερες οπαδούς της θεωρίας του Κέινς. Προχωρήσαμε σε μεγάλες δημόσιες δαπάνες, σε τόσες προσλήψεις, αυξήσαμε το δημόσιο χρέος, εκδώσαμε τεράστια ποσότητα ομολόγων του Δημοσίου με τα οποία πλούτισε μέρος των πολιτών που δάνεισε το κράτος. Από το 1992, με την κυβέρνηση του Τζουλιάνο Αμάτο, αναγκαστήκαμε να αρχίσουμε τις περικοπές. Στη δεκαετία του 1990, δηλαδή, πετύχαμε περιορισμένη ανάπτυξη, η οποία σχεδόν μηδενίστηκε μετά το 2000. Η πραγματική λύση δεν νομίζω ότι βρίσκεται σε μια νέα περίοδο απεριόριστων δημόσιων δαπανών. Πρέπει να αναθεωρήσουμε τις δαπάνες αυτές – τα τελευταία χρόνια ήταν υψηλότερες από εκείνες της Γερμανίας, αλλά δεν έφεραν αποτέλεσμα. Δεν μπορούμε να επιμένουμε μόνο σε δημόσια έργα τεραστίων διαστάσεων, με εργολαβίες που επηρεάζονται από τη διαφθορά και προσφέρουν, τελικά, λίγες θέσεις εργασίας. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια αναθεώρηση, αποτέλεσμα της σκέψης και της λογικής. Εγκρίνοντας, παραδείγματος χάρη, παρεμβάσεις στα ιστορικά κέντρα των πόλεων ή υπέρ της προστασίας της υδρογεωλογικής ισορροπίας μεγάλων εκτάσεων που έχουν πληγεί από την αποψίλωση. Αν αλλάξουμε τις λογικές αυτές, τους μηχανισμούς που οδηγούν στις διάφορες παρεμβάσεις, μπορούμε να έχουμε ρεαλιστικές ελπίδες να πετύχουμε μια πραγματική οικονομική ανάκαμψη. Πρέπει να σταματήσουν οι αναποτελεσματικές, αδιαφανείς, μη παραγωγικές επενδύσεις…

 

• Ποια είναι, λοιπόν, η πραγματική αποστολή της Αριστεράς;

 

Η Αριστερά πρέπει να καταλάβει ότι οι φοροφυγάδες και τα παράσιτα των εργολαβιών του Δημοσίου, συνήθως, ανήκουν στη χειρότερη παράδοση της Δεξιάς. Οτι τον λογαριασμό τον πληρώνουν, πάντα, οι απλοί πολίτες. Στην Ιταλία, αυτή τη στιγμή, οι μόνιμοι υπάλληλοι καταβάλλουν τους διπλάσιους φόρους απ’ ό,τι στη Γερμανία. Είναι σαφές ότι η αγοραστική τους δύναμη μειώνεται λόγω της φοροδιαφυγής. Παράλληλα, οι εποχικοί εργαζόμενοι μένουν απροστάτευτοι διότι δεν έχουμε τη δυνατότητα να διαθέσουμε τους αναγκαίους πόρους, και οι νέοι συνεχίζουν να μη βρίσκουν δουλειά. Μόνον αν η Αριστερά καταφέρει να κοντράρει δυναμικά τα παγιωμένα συμφέροντα συγκεκριμένων, ισχυρών ομάδων, που απαιτούν προνομιακή μεταχείριση, θα μπορέσει να πετύχει ουσιαστικά αποτελέσματα. Στην Ιταλία, η πολιτική δύναμη που εκφράζει αποτελεσματικότερα τους εργάτες και τους ανέργους, στη φάση αυτήν, είναι το κίνημα «Πέντε Αστέρων» του Μπέπε Γκρίλο.

 

Νομίζω ότι το στοιχείο αυτό θα έπρεπε να μας προβληματίσει πολύ σοβαρά. Η παράταξή μας πρέπει να βρει τη δύναμη και την ικανότητα να διευρύνει το πεδίο των υποστηρικτών της και να μιλήσει όχι μόνο στους μόνιμους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους, αλλά και στους ανέργους, στους νέους, σε όσους αναγκάζονται να δεχτούν δουλειές με ελάχιστες εγγυήσεις, προτείνοντάς τους πραγματικές και εφαρμόσιμες λύσεις.

 

Scroll to top