08/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Weekend Stories

Η αγωνία να είσαι κάποιος

Είναι διαφορετικό να εμπνέεσαι και διαφορετικό να κλέβεις τη δουλειά κάποιου άλλου.
      Pin It

Είναι διαφορετικό να εμπνέεσαι και διαφορετικό να κλέβεις τη δουλειά κάποιου άλλου

 

Της Μαριαλένας Σπυροπούλου*

 

Κανονικά οι τέχνες και οι επιστήμες, ιδίως οι ανθρωπιστικές, θα έπρεπε να έχουν τη δύναμη της κάθαρσης. Οι άνθρωποι που ασχολούνται με αυτές θα έπρεπε να διέπονται από υψηλά ιδανικά, από ανθρώπινο πάθος αλλά και σεμνότητα, αντιλαμβανόμενοι το μέγεθος αλλά και το δράμα της ανθρώπινης διάστασης. Και κυρίως να αντιλαμβανόμαστε τη μικρότητά μας. Αυτή την τόσο μικρή μεγάλη διάσταση της ανθρώπινης δημιουργίας αλλά και της ανθρώπινης προσωρινότητας. Να στέκεσαι δηλαδή στο ύψος της βαθύτερης κατανόησης και στο βάθος της υψηλότερης απογοήτευσης, την ίδια στιγμή που συνειδητοποιείς ότι ενώ δημιουργείς δεν μένει τίποτα στον χρόνο. Και εάν μείνει, θα είναι για τους μεταγενέστερους. Και τελικά δεν το αποφασίζεις εσύ τη στιγμή που υπάρχεις. Κάνε τη δουλειά σου και άσε τους άλλους να κρίνουν.

 

Αυτά σκεφτόμουν την ώρα που κατέβαινα στο μετρό κοιτώντας την υπέροχα λιτή αφίσα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με το μπαλέτο της τον «Καρυοθραύστη». Ενώ χανόμουν στη σκέψη ότι είναι ένα υπέροχο θέαμα για μικρούς και μεγάλους και έχει επιβιώσει στα χρόνια με μεγάλη δύναμη, ξάφνου το βλέμμα μου έπεσε στο σφάλμα το ανθρώπινο, και ένιωσα «καρδιοθραύστης». Χωρίς να αποδίδονται τίτλοι, χωρίς ένα κενό, ή μια αλλαγή γραμματοσειράς ή μεγέθους, το πρώτο όνομα στην παράσταση της Λυρικής, ο κεντρικός δηλαδή δημιουργός, είναι ο κ. Ρενάτο Τζανέλλα. Τον οποίο, για να μην παρεξηγούμαι, δεν γνωρίζω ούτε προσωπικά ούτε καλλιτεχνικά. Από κάτω σεμνότερα και ταπεινότερα κρέμεται σαν δευτερορολίστας ο Πιοτρ Ιλιτς Τσαϊκόφσκι, να θυμίζει την τσιγκουνιά των ζώντων απέναντι στους τεθνεώτες, και κλασικούς πια.

 

Αισθάνθηκα ντροπή για όλους μας. Δεν υποτιμώ τον κ. Τζανέλλα, γεννημένο το 1961, είμαι σίγουρη ότι θα είναι από τους καλύτερους σύγχρονους χορογράφους, ο οποίος ενδεχομένως να μείνει και στην ιστορία του μπαλέτου. Αλλά όπως και να το κάνουμε δεν είναι ο Τσαϊκόφσκι. Και επειδή εμείς οι ζωντανοί αποφασίζουμε για τη θέση που δίνουμε στους εαυτούς μας και στους νεκρούς, ο κλασικός συνθέτης λείπει για να μπορεί να υπερασπιστεί το έργο του.

 

Δεν είναι όμως μόνον θέμα μαρκίζας. Δεν χάνει τίποτα ο Τσαϊκόφσκι από τη δεύτερη θέση. Αυτός, παρά τις δυσκολίες του χαρακτήρα του και την κατάθλιψη που βίωνε όσο ήταν ζωντανός, κατόρθωσε εν αγνοία του να μνημονεύεται ακόμα και σήμερα και για πολύ ακόμα. Το ζήτημα είναι πώς διαχειριζόμαστε εμείς οι ζωντανοί την αγωνία μας να γίνουμε κάποιοι, να ξεχωρίσουμε, να διακριθούμε, να μας λένε «μπράβο» και «ζήτω». Και πόσο το κάνουμε καθαρά, έντιμα, με τη δουλειά μας ή με εντυπώσεις και θολά νερά.

 

Πριν από χρόνια, τότε που τα ταξίδια δεν ήταν προσιτά στο ευρύ κοινό, πολλοί δημιουργοί, σκηνοθέτες και χορογράφοι αντέγραφαν ξένους ομότεχνούς τους και ανέβαζαν έργα στην Αθήνα ως δικά τους. Παρθενογένεση στην τέχνη δεν υπάρχει, αλλά είναι πολύ διαφορετικό να εμπνέεσαι και να αναφέρεις την έμπνευσή σου και είναι διαφορετικό να αντιγράφεις, να κλέβεις όλη τη δουλειά κάποιου άλλου, με τη βεβαιότητα ότι εδώ στο Ελλάντα δεν ξέρουν τι γίνεται εκεί έξω.

 

Αλλος ποιητής, πιο πρόσφατα, έκλεψε ένα ολόκληρο ποίημα μιας Ολλανδής ποιήτριας και το έκανε δικό του. Μάλιστα, είχε το θράσος να της το αφιερώσει. Οχι, δεν ανέφερε πουθενά ότι ήταν δικό της.

 

Και δεν είναι ο μόνος. Αλλος εκδότης-ποιητής κυκλοφόρησε ως δικό του βιβλίο την ομολογία μιας εκδιδόμενης γυναίκας από την Πάτρα. Εκείνος της πήρε τη συνέντευξη. Αντε και να έστρωσε και τον λόγο της. Αυτό δεν συνιστά συγγραφή όμως. Και είναι και άλλοι. Συγγραφείς που βάζουν το όνομά τους στη δουλειά άλλων, που συμπεριλαμβάνουν ολόκληρα μέρη βιβλίων άλλων και δεν μπαίνουν καν στον κόπο να βάλουν εισαγωγικά, να κάνουν μια παραπομπή. Πανεπιστημιακοί που κλέβουν εργασίες φοιτητών τους και τις παρουσιάζουν ως δικές τους.

 

Η αγωνία του ζωντανού να γίνει κάποιος «φωνάζει» από μακριά. Και μπορεί να κρύβεται για λίγο, ύστερα όμως οι σπασμωδικές κινήσεις και οι «γκάφες» τέτοιου τύπου μένουν στη συνείδηση του κόσμου, και αφού εκείνος έχει φύγει από τη ζωή. Αναρωτιέμαι, τι είδους υστεροφημία αναζητούν αυτοί οι άνθρωποι; Την υστεροφημία ενός Τσαϊκόφσκι, ο οποίος μια ζωή πάλεψε για να αποδεχθεί τη δύσκολη ταυτότητά του και παρέμεινε σημαντικός καλλιτέχνης μετά θάνατον; Ή τη ζωή ενός «καταξιωμένου» καλλιτέχνη, συγγραφέα, ακαδημαϊκού εν ζωή, που τον καλούν στα πάνελ και στα φαγοπότια, αλλά μετά θάνατον τελικά όλοι θα θυμούνται το ότι διεκδίκησε κάτι που δεν του ανήκει και τελικά δεν ήταν και τόσο καλλιτέχνης;

 

………………………………………………………………………………………………………………….

[email protected]

 

 * Ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια

Scroll to top