* Πιο πολύ και από το φανταχτερό κιτς, μου έκαναν εντύπωση οι άνθρωποι. Κοσμοσυρροή, όλες οι ηλικίες, σχεδόν όλες οι κοινωνικές τάξεις, γέμιζαν τα μαγαζιά, κουβαλούσαν σακούλες. Παρατηρούσα τα βλέμματα. Διέκρινες απληστία, ακατανίκητη ανάγκη για αγορά. Και ανάμεσά τους αγόρια και κορίτσια όλων των ηλικιών, ακόμη και μικρών τάξεων του Δημοτικού, να κινούνται με άνεση και πείρα μεγάλων, να προβάρουν, να συζητούν, να σχολιάζουν, να αγοράζουν. Τέλειοι καταναλωτές απ’ αυτή την ευαίσθητη και τρυφερή ηλικία! Για μια στιγμή πάγωσα. Αυτά είναι τα μόνα πρότυπα που τους παρέχουμε; Αγοράζω, άρα υπάρχω;
Του Τάση Παπαϊωάννου*
Το περασμένο Σάββατο συνόδεψα τις δύο μικρές κόρες μου στο Mall, όπου είχαν ραντεβού με άλλα παιδιά του σχολείου τους να παρακολουθήσουν μια κινηματογραφική ταινία στα Village Cinemas. Ηταν η πρώτη φορά που επισκεπτόμουν το πολυώροφο εμπορικό κέντρο στο Μαρούσι. Εβλεπα βέβαια το κτίριο εξωτερικά, τον τεράστιο δύσμορφο όγκο, την παραφουσκωμένη κτιριακή μάζα που ξεχείλιζε πάνω στους παράπλευρους δρόμους, τον αχταρμά υλικών και χρωμάτων στις επιφάνειες των όψεων, αλλά δεν φανταζόμουν αυτό που θα αντίκριζα στο εσωτερικό του.
Εχουν γραφτεί πολλά για το «αυθαίρετο» Mall του Μαρουσίου και γενικότερα για τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις στην περιοχή, όπως και για τις χρήσεις που απέκτησαν μετά τους καταστροφικούς για την οικονομία της χώρας μας Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Αναρωτιέμαι τι θα σκέφτονταν ο Κατσίμπαλης, o «Κολοσσός του Μαρουσίου», ο Miller, ο Σεφέρης και η παρέα τους, αν ζούσαν σήμερα και αντίκριζαν τους υπερμεγέθεις ναούς του καταναλωτισμού στη γειτονιά τους.
Στο εσωτερικό του κτιρίου έχουν χρησιμοποιηθεί σχεδόν όλα τα σύγχρονα υλικά με επίφαση μιας πολυτελούς και ακριβής κατασκευής. Ενα συνονθύλευμα παράταιρων μορφών, χρωμάτων, μεγεθών, έτσι που στο τέλος το ένα να αναιρεί το άλλο, καταλήγοντας τελικά σ’ ένα φανταχτερό kitsch. Τα πολυάριθμα επίπεδα, οι κυλιόμενες σκάλες, τα γυαλιστερά μάρμαρα, τα ανοξείδωτα και τα νίκελ που λαμπύριζαν στους εκτυφλωτικούς προβολείς, οι μεγάλες συνεχόμενες βιτρίνες και η βαριά μεταλλική κατασκευή των φωτιστικών ανοιγμάτων της οροφής θύμιζαν αντίστοιχα malls της Αμερικής και όχι μόνον. Ιδιο, βλέπετε, το μοντέλο όπου γης, πανομοιότυπο, επαναλαμβανόμενο. Ιδιες αρχές, ίδιες προτεραιότητες στον σχεδιασμό, κοινός ο στόχος: το καταναλωτικό κοινό να εισέλθει και να «εγκλωβιστεί» μέσα του. Στο κλουβί… Εκεί θα βρει τα πάντα. Θα διασκεδάσει, θα φάει και φυσικά θα αγοράσει!
Πιο πολύ όμως μου έκαναν εντύπωση οι άνθρωποι. Κοσμοσυρροή, όλες οι ηλικίες, σχεδόν όλες οι κοινωνικές τάξεις περπατούσαν προς όλες τις κατευθύνσεις, γέμιζαν τα μαγαζιά, κουβαλούσαν σακούλες. Δεν έβρισκες θέση να καθίσεις, να πάρεις μιαν ανάσα. Τα καθιστικά ελάχιστα, γιατί εδώ πρέπει μόνον να περπατάς, να στέκεσαι όρθιος, να χώνεσαι μέσα στους διαδρόμους με τα ρούχα, τα παπούτσια, τα παιχνίδια… Το βλέμμα πρέπει να μαγνητίζεται από τη βιτρίνα και την επώνυμη φίρμα. Να αγοράσεις, ακόμη κι αν δεν το έχεις ανάγκη.
Παρατηρούσα τα βλέμματα. Διέκρινες απληστία, ακατανίκητη ανάγκη για αγορά, λες και η ύπαρξη και η ευτυχία τους εξαρτιόνταν από το πόσα θα αγοράσουν. Μην ξεχνιόμαστε, όλοι πρέπει να ζήσουν τον καταναλωτικό τους μύθο!
Αυτό όμως που με εξέπληξε ήταν τα νέα παιδιά. Αγόρια και κορίτσια όλων των ηλικιών, ακόμη και μικρών τάξεων του Δημοτικού, να κινούνται με άνεση και πείρα μεγάλων, να προβάρουν, να συζητούν, να σχολιάζουν, να αγοράζουν. Τέλειοι καταναλωτές απ’ αυτή την ευαίσθητη και τρυφερή ηλικία! Μέσα στο κλειστό, εσωστρεφές και αποστειρωμένο κουτί, όλοι εγκλωβισμένοι στο παραμύθι που μας πλασάρουν σαν ναρκωτικό. Εθισμένοι στον εικονικό, πλαστικό κόσμο της Barbie. Για μια στιγμή πάγωσα. Αυτά είναι τα μόνα πρότυπα που τους παρέχουμε; Αγοράζω, άρα υπάρχω;
Κοίταζα γύρω μου και δεν πίστευα, λίγο ήθελε να ξεχαστείς, να παρασυρθείς και να νομίσεις πως όλα κυλάνε ομαλά, πως δεν υπάρχει κρίση, πως το success story γίνεται επιτέλους πραγματικότητα. Ολοι και όλες εκεί μέσα στην αεροστεγή γυάλα είχαν την ψευδαίσθηση και τη χαρά της ελευθερίας. Κανείς δεν σκεφτόταν (ίσως;) ότι στην ουσία ήταν το θύμα που το εκμεταλλεύονται, ότι αντιθέτως μπορεί να είναι απλώς υποχείριο της διαφήμισης και του life style, που τον σπρώχνει διαρκώς να αγοράζει.
Εγκαταλείποντας όμως όλοι στο τέλος το θαυματουργό κουτί, λίγα μέτρα πιο κάτω, δεν μπορεί, δεν γίνεται να μην αντικρίζουμε την αληθινή εικόνα της Αθήνας. Τα κλειστά μαγαζιά, το ένα δίπλα στο άλλο στη σειρά, σε επαναφέρουν, το δίχως άλλο, στη ζοφερή πραγματικότητα. Αδειες βιτρίνες, βρόμικες ταμπέλες με «ενοικιάζεται» και «πωλείται» να δηλώνουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την πραγματικότητα της πόλης (ή και της χώρας;). Και τα graffiti πάνω στις σκονισμένες τζαμαρίες να πιστοποιούν σαν άλλες σφραγίδες πως να, κι άλλο ένα έκλεισε! Κι άλλο ένα, κι άλλο, κι άλλο. Σαν να τονίζουν με τον πιο εμφατικό και εφιαλτικό τρόπο την κρίση και να μας φωνάζουν δυνατά: «Η μισή Αθήνα είναι νεκρή και η άλλη μισή αργοπεθαίνει»!
Το μικρό μαγαζί, η μικρή επιχείρηση, ο «εμποράκος» της γειτονιάς, αλλά και των κεντρικών λεωφόρων αφανίζονται. Αυτό που χαρακτήριζε, δηλαδή, την Αθήνα -και γενικότερα τη νεοελληνική πόλη-, που της έδινε ζωή και την έκανε να διαφέρει από άλλες βορειοευρωπαϊκές ή αμερικανικές πόλεις, ήταν ακριβώς ο πολυσύχναστος εμπορικός δρόμος της γειτονιάς και η κίνηση στο ύπαιθρο, που σήμερα κινδυνεύουν να χαθούν οριστικά. Ακριβώς όπως πριν από λίγα χρόνια εξαφανίστηκαν τα μπακάλικα, τα μανάβικα, τα ιχθυοπωλεία κι αν κάπου υπάρχουν κάποια ακόμη, θυμίζουν το παρελθόν και όχι το παρόν της πόλης.
Το καταναλωτικό μοντέλο ζωής είναι τόσο ισχυρό, που μεταλλάσσει ακόμη και τη συνεκτική πυκνοδομημένη (μεσαιωνική) ευρωπαϊκή πόλη. Ολα πρέπει να βρίσκονται στην υπηρεσία του καταναλωτή. Τίποτε δεν πρέπει να τον δυσκολεύει και να τον εμποδίζει στην απρόσκοπτη προσπέλαση προς τους χώρους των μαγικών φαντασιώσεων. Εύκολα και γρήγορα! Αλλωστε ο χρόνος δεν περισσεύει. Ενα Σάββατο μας μένει ελεύθερο, όπου να ’ναι έρχεται η Δευτέρα και το καθημερινό ωράριο εργασίας, ασφυκτικό και ανελαστικό, μας στέλνει κατάκοπους κάθε βράδυ στον καναπέ και την ΤV που αποχαυνώνει. Οσοι φυσικά έχουμε ακόμη δουλειά. Αύριο ποιος ξέρει;
Φεύγοντας από το Mall μια σκέψη στριφογύρναγε διαρκώς στο μυαλό μου: Να ποιο είναι –ίσως– το πιο σημαντικό πολιτισμικό διακύβευμα σήμερα. Να αντισταθούμε και, αν μπορέσουμε, να νικήσουμε το υπερφίαλο καταναλωτικό ΕΓΩ!
………………………………………………………………………………………..
* Αρχιτέκτονας-καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ