Του Γιώργου Σταματόπουλου
Τα αστέρια που γεννιούνται μες στο χάος, εάν θέλουν να επιβιώσουν, πρέπει να ξέρουν να χορεύουν, πά’ να πει να αγκαλιάζουν άλλα, να εντροπιάζονται, να εκρήγνυνται, να αυτοκαταστρέφονται. Κάπως έτσι ορίζεται το ανερμήνευτον της θυμικής έκρηξης του θλιμμένου ανθρώπου. Το χάος υπάρχει μέσα μας (και με τη μορφή της ύβρεως κατά Καστοριάδη), άρα είναι σπουδαίο να συνειδητοποιήσουμε ότι γεννηθήκαμε για να πεθάνουμε μετά από κάποια χρονική περίοδο. Χους εσμέν και εις χουν απελεύσομεν και λοιπά. Ολα αυτά φαντάζουν ανόητα για τις συλλογικότητες και τα κινήματα αυτονομίας, για τις εξεγέρσεις και τη νεολαία, ευτυχώς. Η νεολαία, λοιπόν. Αυτή που διαμορφώνει το χάος, που βάζει τάξη με τη δική της, ανώριμη αταξία, που βγάζει τη γλώσσα σε εξουσίες και εκλογικεύσεις, που σπαρταρά στο αίμα της και αντιδρά στα ερεθίσματα του σύμπαντος κοινωνικού κόσμου. Μαγνήτες-ψυχές που στην εφηβεία εξεγείρονται έχοντας κάνει το μέσα χάος τους σιωπηλό θαύμα. Κραυγές και τραυλίσματα ξεσηκώνουν το όλον, πά’ να πει: την οικογένεια, την εκπαίδευση, την αστυνομία, την πολιτεία. Νοηματολοίδοροι και αναρχικοί, αφέντες και αθύρματα μας δείχνουν τη μηδαμινότητα που προσδίδουμε στη ματαιοδοξία, πρωτοστατούν στην παράσταση, στον εξεικονισμό της ζωής, πιέζοντάς μας να καταλάβουμε τη μικρότητα της κακίας και της εξουσίας. Δράστε ή σκάστε μας φωνάζουν χωρίς να νοιάζονται για το τι σημαίνει η προσταγή τους, ακριβώς διότι είναι το χάος που προστάζει, η φιλοπόλεμη ειρήνη τους, ο αντικαρτεσιανός καρτεσιανισμός τους, το αδιάστατο είναι τους, το μεγάλο παιχνίδι τους με τον χρόνο. Και όμως οι άνθρωποι (τι κι αν είναι όργανα της τάξης;) χτυπάνε ανελέητα αυτά τα παιδιά, τα βασανίζουν, τα τσακίζουν. Επικροτούν οι συστημικοί οικογενειάρχες λογοκράτες, οι νοικοκυρές και οι άνθρωποι της διανόησης, οι αγροτοποιμένες, ακόμη και οι ψυχιατριζόμενοι. Σωπάστε, καλέ. Η ζωή δεν είναι τα παιδιά, είναι οι κύριοι της εξουσίας, οι θεσμοί και οι νόμοι, η αστυνομία και η δικαιοσύνη. Τι ταύτα προς νεολαίαν; Τι σχέση έχουν αυτά με τους νέους; Μα ποιος από δαύτους μπορεί να απαντήσει; Τι να πεις στην ταραχή, στην ορμή, στον έρωτα, στο αφελές νοείν που όμως είναι συνεπές είναι; Ουδείς ξέρει να απαντήσει. Απαντά μόνο με τη βία, τη φυλάκιση· αυτά ξέρει ο ώριμος νους, ο θεσμισμένος άνθρωπος, ο κεκανονισμένος κονιορτός του και ας έδοξε τη Βουλή και τω Δήμω (κάποτε). Σώμα, νόημα, ηδονή υποκύπτουν στη σοβαροφάνεια της πολιτικής συνύπαρξης. Οι νέοι είναι ελεύθεροι όσο παραμένουν νέοι, αλλά ουδείς από μας αντέχει τούτη την ελευθερία. Δεν αντέχουμε το εγγενές της γλώσσας, την κοινωνικότητα της σκέψης, την αναρχία των σπλάχνων. Δεν μας φταίει η νεολαία αλλά η αδυναμία μας να παραμείνουμε νέοι· και στον νου και στο συναίσθημα.