Εννέα χρόνια μετά την τελευταία ατομική του έκθεση, ο ζωγράφος μάς καλεί να ανακαλύψουμε το ελάχιστο και το καθημερινό, να ορθώσουμε το ανάστημά μας στα περιττά. «Ο άνθρωπος κατοικεί ποιητικά σ’ αυτόν τον κόσμο, όχι απολαυστικά και καταναλωτικά» λέει
Της Βασιλικής Τζεβελέκου
Τα «Στοιχειώδη», όχι τα περιττά, αναζητά και αναδεικνύει ο Χρήστος Μποκόρος στην ομώνυμη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς, εννέα χρόνια μετά την τελευταία ατομική του παρουσίαση. Πάνω σε σανίδια από ορεινές γέφυρες, τις οποίες μετατρέπει με ειδική και επίπονη διαδικασία σε ζωγραφικές επιφάνειες, ζωγραφίζει τα αναγκαία: το φαΐ, το αποκούμπι, το νίψιμο και μια ανοιχτή πόρτα. «Στοχάζομαι μια λιτή ευημερία, τα απολύτως αναγκαία στη ζωή μας. Πώς θα ορθώσουμε το ανάστημά μας, απαλλαγμένοι από τα περιττά», λέει ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Και μαζί μ’ αυτά βρίσκονται οι άνθρωποι. Πρόσωπα οικεία κι αγαπημένα.
Ξαπλωμένες φιγούρες που σκέφτονται, ονειρεύονται, στοχάζονται, αναπολούν. Μια Τσιγγάνα, ο βοηθός του, ένας χοιροβοσκός, η μητέρα του. Ο ίδιος σε μια ιδιαίτερη απεικόνιση με τον έναστρο ουρανό στο επάνω μέρος, «Ο ουρανός πάνω από το κεφάλι μας, μια ανάσταση», θα πει λίγο αργότερα. Στον απέναντι τοίχο η γυναίκα του, με τη λουλουδιασμένη γη ως χαλί στο κάτω μέρος του έργου. «Οφείλουμε να ξαναβρούμε τη συνάφεια με τον ουρανό και τη γη, να ονομάσουμε την ταυτότητά μας», εξηγεί. Η μισάνοιχτη -σε φυσικό μέγεθος- πόρτα, μ’ ένα ιλαρό φως να ξεπροβάλλει, βρίσκεται τοποθετημένη στο κέντρο της αίθουσας. Χωρίζει την έκθεση σε δύο μέρη. Στη δεύτερη αίθουσα τέσσερα λιτά, μινιμαλιστικά έργα παρουσιάζουν τα απολύτως αναγκαία, αλλά ταυτόχρονα τα επαρκή και ικανά να ορίσουν εκ νέου το χαμένο μέτρο στα ζητούμενα του ανθρώπου «λίγο φαΐ, νερό να ευπρεπιστούμε, ένα κατάλυμα, μια πόρτα ανοιχτή».
Η έκθεση διαρθρώνεται σ’ ένα υπαινικτικό εικαστικό περιβάλλον. Τα έργα προκαλούν το βλέμμα και το συναίσθημα. Αναμοχλεύουν αισθήσεις και σκέψεις για τον ατομικό και συλλογικό βίο, για τα αναγκαία και τα περιττά. Προκαλούν τη συγκίνηση και την ευδαιμονία που απορρέει από τη ζωγραφική. «Η έκθεση είναι μάθημα αυτογνωσίας. Ο Χρήστος στα “Στοιχειώδη” μάς θυμίζει τις ξεχασμένες αξίες μέσα από δείγματα εξαιρετικής ζωγραφικής. Συγκινήθηκα βλέποντας την έκθεση, ένα συναίσθημα που δεν μας συμβαίνει συχνά τελευταία», είπε ο διευθυντής του Μουσείου Αγγελος Δεληβορριάς. «Είναι ευανάγνωστα έργα, γιατί το ζωγραφικό ιδίωμα του Χρήστου Μποκόρου έχει να κάνει με την καθομιλουμένη γλώσσα της ζωγραφικής, αυτή που μπορούν να καταλάβουν οι πάντες. Κι αυτό είναι το μεγάλο της ατού».
Παραστατικά και αληθοφανή τα έργα της έκθεσης, φιλοξενούνται στον δεύτερο όροφο του Μουσείου Μπενάκη. «Δεν εκθέτω συχνά. Δεν έχω την πεποίθηση ότι αυτά που ζωγραφίζω πρέπει να εκτίθενται. Αυτά που κάνω, θέλω από μόνα τους να μιλάνε, να απευθύνονται στην οπτική αντίληψη κι από εκεί να μεταφέρονται στην ψυχή μας», είπε ο ζωγράφος. «Αυτό που μας λείπει σήμερα είναι το στοιχειώδες, όχι το περιττό. Μαζεύουμε σωρούς από νέα πράγματα, τα οποία οφείλουμε να αντικαταστήσουμε με πιο νέα».
Και θυμήθηκε: «Μεγάλωσα στην επαρχία. Κάποτε για να καταλάβουμε τι καιρό θα κάνει ανοίγαμε το παράθυρο και μυρίζαμε τον αέρα. Τώρα πατάμε ένα κουμπί και τον μαθαίνουμε… Αναρωτιέμαι τι νόημα έχει η ζωγραφική, που στοχεύει στην αιωνιότητα. Ξεπερνά το εφήμερο και προσδοκά να μείνει για περισσότερο χρόνο; Τι νόημα έχει η ζωγραφική σε μια εποχή που θέλει διαρκώς να αλλάζει;». Και πρόσθεσε: «Ο άνθρωπος κατοικεί ποιητικά σ’ αυτόν τον κόσμο, όχι απολαυστικά και καταναλωτικά».
Οπως σε όλα τα έργα του τα προηγούμενα χρόνια, έτσι και τώρα, ζωγραφίζει επάνω σε βιωμένες επιφάνειες. Το υλικό που χρησιμοποιεί εδώ είναι σανίδια από ορεινές γέφυρες, προορισμένα να ενώνουν τους ανθρώπους, να τους εξασφαλίζουν τη μετάβαση και την επικοινωνία, στοιχειώδεις συνθήκες για την επιβίωσή τους. Ετσι, ζωγραφική και υλικό μεταφέρουν δύο διαφορετικές ιστορίες, που τελικά καταλήγουν σε μια κοινή αφήγηση.
«Η στενότητα και το μήκος των έργων επισημαίνουν τη στενότητα και το μήκος της οδού που διαβαίνουμε ώς την απέναντι όχθη. Τα πεπατημένα ξύλα ανακαλούν το πλήθος των αγνώστων που τα περπάτησαν. Πάνω τους η ζωγραφική, επιμελημένο σήμα απ’ το πέρασμά μας, αντιστέκεται στη ζωή που μας δαπανά αδαπάνητη», έτσι πιστεύει ο καλλιτέχνης. «Αυτό, πάντως, που αντιλαμβάνομαι σαν τέχνη και επιδιώκω να προσεγγίσω με τα έργα μου, είναι η, επ’ αγαθώ, συγκράτηση νοήματος αιωνιότητας στην εφήμερη χειρονομία μας, η μνημείωση του ελάχιστου και καθημερινού, του περαστικού και ήδη φευγάτου παρόντος, ένα σημάδι στο πέρασμα ανώνυμων ή δικών μας ανθρώπων, ένα κεράκι στην απουσία τους, ο υπαινιγμός μιας παρουσίας άφθαρτης, η ομολογία ζεστού φωτός στον ψυχρό τόπο του άδειου.
Eπιμένω στη ζωγραφική αναπαράσταση, επειδή αυτή μου δίνει τη δυνατότητα να αποδίδω το στιγμιότυπο ως αρχέτυπη εικόνα, το συμβάν ως ιδέα», γράφει στο προσωπικό του κείμενο «Απολογία», που συνοδεύει την έκθεση μαζί με έναν μικρό κατάλογο που κυκλοφορεί προσωρινά μέχρι την κυκλοφορία πλήρους έκδοσης με κείμενα και φωτογραφίες των έργων.
INFO: «Τα στοιχειώδη» Χρήστος Μποκόρος. Διάρκεια έως τις 26 Ιανουαρίου 2014. Μουσείο Μπενάκη- Κτίριο οδού Πειραιώς, Πειραιώς 138.