Pin It

Του Χρίστου Κυθρεώτη

 

Το 2013 χαρακτηρίστηκε από την εμφάνιση μιας σειράς αξιόλογων νέων πεζογράφων, που απασχόλησαν την κριτική. Αν και ετερόκλητα ως προς τη φόρμα, τη θεματολογία και το ύφος, τα βιβλία των πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων της χρονιάς διακρίνονται για την ωριμότητα και τη στάθμη τους, ξεχωρίζοντας και μέσα στο γενικότερο σύνολο της φετινής εγχώριας πεζογραφικής παραγωγής.

 

Στη νουβέλα του «Αλεπούδες στην πλαγιά» (εκδ. Πατάκης), ο Ιάκωβος Ανυφαντάκης αντιστρέφει τη χρονολογική σειρά των γεγονότων της ιστορίας του, προκειμένου να αποκαλύψει τον μηχανισμό μέσα από τον οποίο ο κεντρικός του ήρωας συγκροτεί τα ζωτικά του ψεύδη και καταφέρνει να μετατρέπει τις προσωπικές του ήττες σε νίκες. Κεντρικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία διαδραματίζει η ίδια η λογοτεχνία – τα βιβλία και ο τρόπος με τον οποίον η ανάγνωσή τους επηρεάζει την αυτό-εικόνα του ήρωα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο συγγραφέας αντιστοιχίζει τρία έργα-ορόσημα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας στα ισάριθμα μέρη του βιβλίου του, καταφέρνοντας να συνδιαλεχθεί γοητευτικά μαζί τους. Στη «Μοναδική οικογένεια» (εκδ. Πόλις), ο Λευτέρης Καλοσπύρος αναμειγνύει διάφορα λογοτεχνικά είδη, επιχειρώντας να παρουσιάσει μέσα από ένα παιχνίδι κατόπτρων την ιστορία μιας οικογένειας αρχιτεκτόνων και συγγραφέων, και να θέσει με τρόπο υπαινικτικό μια σειρά προβληματισμών γύρω από τη σχέση της λογοτεχνίας με την πραγματικότητα. Η θεωρητική γνώση της ποικιλίας των μεταμοντέρνων τεχνικών συγκεράζεται με την επιτυχημένη εφαρμογή τους στο προκείμενο υλικό, συνθέτοντας έτσι ένα σύγχρονο, εγκεφαλικό μυθιστόρημα αξιώσεων.

 

Σε άλλο κλίμα, η τριαντάχρονη Μαριλένα Παπαϊωάννου ξεδιπλώνει την αφηγηματική της ευχέρεια στο μυθιστόρημά της «Νικήτας Δέλτα» (εκδ. Εστία), αποδίδοντας σε ρέουσα γλώσσα μια συγκινητική ιστορία που διατρέχει τους σημαντικότερους σταθμούς της ελληνικής ιστορίας του εικοστού αιώνα.

 

Ο κατακερματισμός της εξιστόρησης σε μια σειρά πρωτοπρόσωπων αφηγητών συμβάλλει στη διαρκή αναθέρμανση του αναγνωστικού ενδιαφέροντος με την επίτευξη ενός στέρεου αφηγηματικού βηματισμού. Εξάλλου, στο μυθιστόρημά του «Eνα τρίτο αλήθεια και δύο τρίτα ψέματα» (εκδ. Κέδρος), ο Γιάννης Πλιάγκος παρουσιάζει με υποδόρια ειρωνεία μια σειρά ανατροπών στη ζωή του ήρωά του, καθώς και τον αντίκτυπό τους στην εικόνα που έχει για τον εαυτό του και για τον κόσμο, ενώ ο Γιώργος Στόγιας («Εαρινό εξάμηνο», εκδ. Απόπειρα) επιλέγει να σκιαγραφήσει δηκτικά μια σειρά αδιεξόδων για την ελληνική νεολαία με φόντο τον χώρο του πανεπιστημίου.

 

Η Γεωργία Τάτση εγκαθιστά στο θεματικό επίκεντρο της νουβέλας της «Χορός στα ποτήρια» (εκδ. Γαβριηλίδης) τον θάνατο των δύο κεντρικών ηρώων της, ανάμεσα στους οποίους μοιράζει και την εστίαση της αφήγησης. Καθιστώντας ευφυώς τα όρια ανάμεσα στον θύτη και στο θύμα ασαφή και δυσδιάκριτα, η συγγραφέας χορογραφεί με ανατομική ακρίβεια την πορεία τους προς τον θάνατο, προτάσσοντας (αλλά όχι απομονώνοντας) την υπαρξιακή διάσταση της ιστορίας της σε σχέση με τα πολιτικά της συμφραζόμενα. Χαρίζοντας στον ρατσιστή κεντρικό ήρωά του μια φωνή κοφτερή και σπαρταριστή, ο Γιάννης Τσίρμπας, στη νουβέλα του «Η Βικτώρια δεν υπάρχει» (εκδ. Νεφέλη) υποδεικνύει διακριτικά τον τρόπο με τον οποίον τα ρατσιστικά στερεότυπα πηγάζουν αυθεντικά από το συλλογικό ασυνείδητο της κοινωνίας. Το παραλήρημα του κεντρικού ήρωα (όπως και η σιωπή του πρωτοπρόσωπου αφηγητή – ακροατή, φορέα μιας αμήχανης «πολιτικής ορθότητας») διακόπτεται μόνο από μια σειρά σύντομων, παρένθετων ιστοριών που φωτίζουν υπό διαφορετικές γωνίες την πλατεία Βικτώριας – όχι τόσο ως γεωγραφικό προσδιορισμό όσο ως ψυχικό κλίμα.

 

Τέλος, ιδιαίτερα αξιόλογοι τίτλοι πρωτοεμφανιζόμενων πεζογράφων καταγράφηκαν φέτος και στη μικρή φόρμα. Στη συλλογή διηγημάτων «Μ’ ένα καλά ακονισμένο μαχαίρι» (εκδ. Iνδικτος), η στιλιστική δεξιοτεχνία του Αλέξανδρου Κυπριώτη αποτελεί την ουσιαστική ραχοκοκαλιά μιας σειράς σύντομων, σκοτεινών ιστοριών με αιματηρό φινάλε, ενώ στο αφήγημά του «Το Χάδι» (εκδ. Aγρα) ο Αλέξανδρος Στεφανίδης παραθέτει με λιτά μέσα και αξιοσημείωτη τεχνική μια σειρά ιστοριών με πρωταγωνιστή ένα παιδί-έφηβο, που μεγαλώνει σε κάποιο ορφανοτροφείο. Τέλος, η Ελισάβετ Χρονοπούλου, στη συλλογή της «Φοράει κοστούμι» (εκδ. Πόλις), παρουσιάζει οκτώ καλοδουλεμένα διηγήματα που διαβάζονται απνευστί.

 

Scroll to top