Με έπαθλο το κέρδος, οι πολυεθνικές εταιρείες υπαγορεύουν πολιτική για το ελαιόλαδο καθώς και για τρόφιμα «πρώτης γραμμής» με τις ευχές της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ. Ζητούν την πρόσμειξη του έξτρα παρθένου με άλλα έλαια για να πωλείται πιο φτηνά. Στόχος, να κυριαρχήσουν ολοκληρωτικά στην αγορά
Του Δημήτρη Τερζή
Σε πρόσφατη έκθεσή του, η οποία έγινε σε συνεργασία με το υπουργείο Ανάπτυξης και πληρώθηκε από το ελληνικό κράτος έναντι 900.000 ευρώ, ο ΟΟΣΑ προτείνει τη νομιμοποίηση της πρόσμειξης άλλων ελαίων με το παρθένο ελαιόλαδο, ώστε αυτό να πωλείται πιο φτηνά στην αγορά.
Η συγκεκριμένη έκθεση προκάλεσε αντιδράσεις, καθώς περιλαμβάνει και άλλες προτάσεις, όπως η χρονική επέκταση στη διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος πάνω από τις πέντε μέρες που ισχύει σήμερα, αλλά και η κατάργηση της διάταξης για το γιαούρτι, προτείνοντας την «κατασκευή» φτηνού γιαουρτιού από πρωτεΐνη γάλακτος και όχι από γάλα και μαγιά.
Διαφημίζουν τέτοια προϊόντα
Η έκθεση του ΟΟΣΑ ήρθε να συμπληρώσει τις πρόσφατες δηλώσεις του Γκρεγκόριο Λόπεθ, ανώτατου στελέχους του ισπανικού γίγαντα παραγωγής και εμπορίας ελαιόλαδου Deoleo, ο οποίος έκανε λόγο για προσμείξεις στα έλαια που θα προσφέρονται σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες απ’ ό,τι το παρθένο ελαιόλαδο.
Η εταιρεία προτίθεται να ξεκινήσει την παραγωγή τέτοιων προϊόντων μέσα στους πρώτους μήνες του 2014. Υπέρ των προσμείξεων έχουν ταχθεί ήδη και εταιρείες που ασχολούνται με την παραγωγή του σπορέλαιου, καθώς προσδοκούν κέρδη. Στην Ισπανία και την Πορτογαλία αλλά και σε άλλες χώρες της Ε.Ε. προβάλλονται ήδη διαφημίσεις τέτοιων προϊόντων, τα οποία παρουσιάζονται και ως «υγιεινότερα» απ’ το γνήσιο ελαιόλαδο. Διάφορες οργανώσεις προσέφυγαν εναντίον των διαφημίσεων, ζητώντας από τις Αρχές να χαρακτηριστούν «παραπλανητικές», ωστόσο οι ενστάσεις τους απορρίφθηκαν.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το ελαιόλαδο, και η διαχείρισή του, βρίσκεται στο στόχαστρο των πολυεθνικών. Ο «πόλεμος» μαίνεται καιρό τώρα, αλλά έχει κορυφωθεί το τελευταίο διάστημα λόγω και των κινημάτων που δημιουργήθηκαν, τα οποία προσφέρουν το λάδι στους καταναλωτές κατευθείαν από τους παραγωγούς, χωρίς μεσάζοντες, σε οικονομικές τιμές. Αυτό προκάλεσε την πτώση των πωλήσεων στα ράφια, με αποτέλεσμα τον τελευταίο χρόνο ειδικά η ελληνική αγορά να έχει κατακλυστεί από προσφορές ελαιόλαδου στα σούπερ μάρκετ, προκειμένου να ανταγωνιστεί αυτή την κατάσταση. Για να μιλήσουμε με αριθμούς, ο ετήσιος τζίρος της αγοράς λαδιού στην Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών εκτός αυτής, ξεπερνά τα 5 δισ. ευρώ.
Το τέλος του μικρού παραγωγού
«Ως ΠΑΣΕΓΕΣ είμαστε κάθετα αρνητικοί στο ενδεχόμενο των προσμείξεων», δηλώνει στην «Εφ.Συν.» το στέλεχός της Θ. Βλουτής. «Τέτοιες προτάσεις δεν πρόκειται να γίνουν δεκτές. Το σημερινό καθεστώς της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά τις προσμείξεις δίνει το δικαίωμα σε κάθε χώρα–μέλος να τις υιοθετεί ή να τις απορρίπτει.
Ως χώρα ποτέ δεν τις εφαρμόσαμε, με γνώμονα την ποιότητα του προϊόντος και τη φροντίδα του Ελληνα παραγωγού. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για το ελαιόλαδο αλλά για όλα τα προϊόντα. Δεν ξέρω αν είναι τροϊκανές νόρμες αυτές, αλλά δεν πρόκειται να τις δεχτούμε».
Για «εξαφάνιση του μικρομεσαίου παραγωγού» κάνει λόγο απ’ την πλευρά του ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συνεταιρισμών Ηλείας, Χρήστος Γιαννόπουλος. «Η οδηγία υπάρχει από το 2006 και ήταν προαιρετική. Τώρα θα κληθούμε να υπακούσουμε στις πολιτικές της Ε.Ε. που θα οδηγήσουν και άλλα προϊόντα της παραγωγής στη συρρίκνωση.
Η τιμή του λαδιού είναι ήδη πεσμένη λόγω της φετινής ακαρπίας, πωλείται 2,20 με 2,50 ευρώ το κιλό. Με τέτοια μέτρα η τιμή θα συμπιεστεί κι άλλο και αυτό θα σημάνει το τέλος μας. Στην Ευρώπη ήδη πωλείται ελαιόλαδο σαν παρθένο και όμως το 50% του περιεχομένου του αποτελείται από άλλα έλαια.
Το ελληνικό λάδι παραμένει ανόθευτο και είναι άριστης ποιότητας. Εμείς θα προχωρήσουμε σε κινητοποιήσεις. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να περάσει».
……………………………………….
Πρωταθλήτρια η Ελλάδα
Η χώρα μας –σύμφωνα με τα στοιχεία– είναι τρίτη δύναμη στον κόσμο στην παραγωγή ελαιόλαδου και πρώτη δύναμη στο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Διαθέτουμε περίπου 140 εκατ. ελαιόδεντρα και το 2012 η παραγωγή έφτασε τους 360.000 τόνους, από τους οποίους το 80% είναι έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Είναι χαρακτηριστικό πως στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Ιταλία με ποσοστό 45% και τρίτη η Ισπανία με ποσοστό 25% επί της ετήσιας παραγωγής. Βλέποντας κάποιος τους αριθμούς αντιλαμβάνεται γιατί η ισπανική Deoleo «κόπτεται» για την ανάμειξη των ελαίων καθώς είναι προφανές ότι το ελληνικό ελαιόλαδο είναι ανώτερης ποιότητας στο σύνολό του τόσο απ’ το ισπανικό όσο και απ’ το ιταλικό, τα οποία κατέχουν τις δύο πρώτες θέσεις στην παγκόσμια παραγωγή του προϊόντος. Οπως λένε οι παραγωγοί, και ειδικά αυτοί των μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων, μια τέτοια πολιτική θα ακυρώσει την ποιότητα χάριν του κόστους.