Του Γιάννη Η. Χάρη
Διακήρυξη των Πολλών
Επανασύνδεση ρεύματος σε 2.000 νοικοκυριά ανάγγειλε η κυβέρνηση, με αφορμή τον θάνατο 13χρονης μαθήτριας από μαγκάλι, 500.000 οικογένειες έχουν ενταχτεί στο κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ, ενώ κάπου 600.000 οικογένειες δικαιούνται επίδομα θέρμανσης.
Οι υπογράφοντες παρατηρούμε με ανησυχία την κυβέρνηση να τείνει ευήκοον ους στη «δημοσιογραφία της συγκινησιθηρίας» και να διολισθαίνει σε μέτρα ακραίου λαϊκισμού, που υπονομεύουν το ίδιο της το έργο, επαναφέροντας το λεγόμενο κοινωνικό κράτος που με τις λαϊκίστικες παροχές του οδήγησε τη χώρα σε χρεοκοπία. Επιχειρήματα όπως ότι το ρεύμα είναι κοινωνικό αγαθό απηχούν τις ανεύθυνες παροχολογίες του «Τσυριζοτσιπρίξ» και των λεγόμενων αντιμνημονιακών, «Πονεμένων, Βαρεμένων και Καμένων».
Πριν από τον θάνατο της 13χρονης, είχαμε στιγματίσει την απαράδεκτη άγνοια των κινδύνων του μονοξειδίου του άνθρακος με αφορμή τον θάνατο των φοιτητών, άγνοια που οφείλεται πρωτίστως στα διαλυμένα από το «φαύλο πρυταναριό» πανεπιστήμια και το εν γένει πνεύμα της επάρατης Μεταπολίτευσης, την εποχή της ιδεολογικής κυριαρχίας της «θεοπάλαβης αριστεράς». Και μολονότι καταδικάζουμε τον θάνατο απ’ όπου κι αν προέρχεται, δεν μπορούμε να μην αναρωτηθούμε πώς, παρά τις τότε επισημάνσεις τις δικές μας αλλά και μεγάλης μερίδας του Τύπου, επαναλήφθηκε η τραγωδία, με θύμα μια άριστη, λέγεται, μαθήτρια, που παραταύτα αγνοούσε και αυτή τους κινδύνους του μονοξειδίου του άνθρακος. Οι ευθύνες βαρύνουν βεβαίως και την (αλλοδαπή) μητέρα της, που ενώ ορθώς συνελήφθη αρχικά, αφέθηκε ελεύθερη, έπειτα από τις «ανθρωπιστικές οιμωγές» της «ψυχοψαγμένης αριστεράς», που «θεωρεί, για παράδειγμα, πιο ανθρωπιστικό να μετατραπούν οι μεγάλες πόλεις σε χωματερές της ανθρώπινης απελπισίας παρά να προστατευθεί ο δημόσιος χώρος» και προπαντός οι κατακτήσεις της κυβερνητικής πολιτικής.
Διότι ο κίνδυνος, ορατός περισσότερο παρά ποτέ, είναι να ακολουθήσει η κυβέρνηση το «επάγγελμα ανθρωπιστής» των «Συριζαυγιτών», να ασκεί δηλαδή «το συμπαθές επιτήδευμα του “κοινωνικώς ευαίσθητου”», ακολουθώντας μια «εκδοχή ανθρωπισμού» από την οποία «πολλοί σιτίζονται».
Και όλα αυτά ενώ οι «ουγκ» της «παλαβής αριστεράς» εξακολουθούν τον «προοδευτικό λυρισμό» και το «επικολυρικό παραλήρημα» με τον «περισπούδαστο, προοδευτικό νταλκά τους», κηρύσσοντας τα «μηνύματα της ανομίας».
Είναι ώρα να τους πούμε, όλοι μαζί: «Βουλώστε το πια!»
Υπογραφές: Τάκης, Πάσχος, Ηλίας, Θανάσης και άλλα παιδιά
…………………………………………
Ούτε «επαναπίνω» ούτε «ξαναένταξη»
«Επαναπίνω» ή «ξαναπίνω»; Ξαναπίνω, ούτε λόγος. «Επανένταξη» ή «ξαναένταξη»; Επανένταξη, ούτε λόγος. Ξέρει δηλαδή η γλώσσα πότε έτσι και πότε αλλιώς, ξέρουμε δηλαδή εμείς οι χρήστες και φυσικοί ομιλητές –ή πάντως ξέραμε. Τι;
Οτι τα ρήματα κυρίως, τα πιο τριμμένα στη χρήση, σχηματίζονταν με το «ξανα-»: ξανατρώω, ξαναβλέπω, ξαναδίνω κτλ., χωρίς να λείπουν βεβαίως τα λογιότερα ρήματα, με το «επανα-»: επαναπροσδιορίζω, επαναφέρω (αλλά: ξαναφέρνω) κτλ. Αντίθετα, τα ουσιαστικά πιο πολύ, καθώς μάλιστα χαρακτηρίζουν την καθαρεύουσα (αφηρημένη σύνταξη), λογιότερα κατά κανόνα, σχηματίζονταν με το «επανα-»: επανάκτηση, επαναπροσδιορισμός, επανασύνδεση κτλ. Ελάχιστα είναι τα ουσιαστικά με το «ξανα-», π.χ. ξαναντάμωμα ή ξανακύλισμα. Παράλληλα, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ουσιαστικά που συντίθενται μόνο με το «επανα-», ενώ το οικείο ρήμα απαντά, ισότιμα, και με τους δύο τύπους: επανέκδοση, αλλά επανεκδίδω και ξαναεκδίδω· επανεκλογή, αλλά επανεκλέγω και ξαναεκλέγω. Θέμα γλωσσικού αισθήματος προφανώς. Που όμως χάνει ξαφνικά τον μπούσουλα.
Ετσι, επειδή μιλήσαμε για «επαναγορά ομολόγων» κάναμε και το ρήμα «επαναγοράζω», κάτι που δεν θα ’χε σημασία αν περιοριζόταν σε οικεία συμφραζόμενα. Ομως, πήραμε φόρα: «Θα μετέτρεπαν τους Αγώνες σε εικαστικό αριστούργημα, επαναδίδοντάς τους τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα τους»: εδώ η επιθυμητή λογιοσύνη θα μπορούσε να υπηρετηθεί κάλλιστα από το «επαναπροσδίδοντας»· αλλιώς, θα επέμενα: «ξαναδίνοντας».
Ομως η αλλαγή έρχεται απ’ αλλού. Ολο και πιο συχνά καταλύεται η σύνθεση, ακολουθώντας ενδεχομένως το εν γένει κυρίαρχο αγγλικό πρότυπο: στη θέση του ξανακάνω έχουμε χώρια τις δυο λέξεις: «κάνω ξανά».
Αποδελτιώνω πρόχειρα από μία ταινία:
«Δεν κάνω ξανά τίποτα για χάρη σου», «Μη μου τηλεφωνήσεις ξανά», «Δε θα δουλέψω ξανά μαζί σου», «Δε λέω ξανά ψέματα για χάρη σου», «Μην κάνεις ξανά τίποτα για μένα» κ.ά. Τη μία φορά που είχε σύνθετο ήταν με το «επανα-»: «Νόμιζα ότι θα επανερχόταν και θα μας έκανε περήφανους», αντί για «ξαναγύριζε…»
Ισως πρέπει να «επαναβρούμε» την εμπιστοσύνη μας στο γλωσσικό μας αίσθημα.