Του Γιώργου Σταματόπουλου
Να ένας συγγραφέας που, καιρό τώρα, έχει την αοριστία για πυξίδα του και την αυτάρκεια για μόνιμή του σταθερά, που βολεύεται όλο και πιο καλά μες στο στενό πιθάρι του Διογένη και αφήνει έξω τους απλόχωρους πύργους της ματαιοδοξίας· που προσπαθεί να νιώσει τη γη μ' όλες του τις αισθήσεις και που την ουσία του έκλεισε στο τρίπτυχο «οδοιπορώ, ενθυμούμαι, βακχίζομαι» κρατώντας μιαν αγάπη για τα γράμματα.
Ετσι παρουσιάζει τον εαυτό του ο συγγραφέας Ανδρέας Ταρνανάς στον πρόλογο του βιβλίου του «Η γόνιμη πέτρα – Ιστορίες των μαστόρων της πέτρας». Πιστός στην Παιδεία, «που είναι γραμμένη στη συλλογική μνήμη και που ντύνει με πνευματικότητα τις υλικές απολαύσεις με αίσθηση του μέτρου», που του επιτρέπει «να κουβαλά μέσα του ταυτόχρονα τον ασκητή και τον δειπνοσοφιστή». Ενας συγγραφέας που τολμά να ανασύρει την παράδοση, εξοικειωμένος καθώς φαίνεται μαζί της, και παρουσιάζει ζωές και θρύλους παράξενων και αφελών ανθρώπων, μέσα από πολύ όμορφα γραμμένα διηγήματα, προηγούμενων καιρών, όχι και τόσο μακρινών. Ερευνώντας σχολαστικά τα αρχεία δεκάδων οργανισμών, ξεχασμένα από τους πάντες, ανακαλύπτει έναν κόσμο βιωματικής απλότητας, που, όπως σημειώνει, ήθελε να αφήσει τα ίχνη της ύπαρξής του, μέσα από τα φτωχά του κείμενα. «Κάπου εδώ -γράφει- ανάμεσα σε συναντήσεις με πρόσωπα της στιγμής και φαντασιακά επιχρίσματα που τους έδιναν μέγεθος, αρθρώθηκε το υποστασιακό μου ψέμα, που είναι ό,τι βαθύτερα αληθινό έχω μέσα μου. Αυτό μου δίνει το δικαίωμα στον θαυμασμό που το 'χουν μόνο τα παιδιά κι οι αλαφροΐσκιωτοι. Μια έφεση ν' ανοιχτώ στη ζωή αφείδωλα, σαν τότε που καλοκαίριαζε, που μόλις παίρνουμε το ενδεικτικό και φεύγαμε κραυγάζοντας. Αδειοι από φαρμάκια βιομέριμνας, με μια ματιά εκτατή ώς το άπειρο, που εξιδανίκευε όλα τα κοινά γνωρίσματα και γέμιζε την κάθε στιγμή με γνώση, δέος και ηδονή κάνοντας τον χρόνο να φαίνεται μακρύς και ατελείωτος, φορτωμένος καθώς ήταν με χορταστικά της ψυχής γυμνάσματα».
Εντυπωσιακά γραμμένα μικρά διηγήματα με ώριμη, δεξιοτεχνική λογοτεχνική ματιά: αλλόκοτα ερωτικά σμιξίματα, βίαιες διακοπές παράταιρων σεξουαλικά ενώσεων, υπέρλογες συναντήσεις ανθρώπων με ξωτικά, απατημένοι σύζυγοι, ξεχωριστοί ποιητές που χάθηκαν στην ανωνυμία· θρύλοι που ζωντανεύουν τον κόσμο των πετράδων, των κουδαραίων, που έχτιζαν δίχως σχέδια κι είχαν δικούς τους κανόνες και δική τους γλώσσα, ένα είδος συνθηματικής επικοινωνίας. «Μέτρο και λιτός ρυθμός, αυτό ήταν οι μαστόροι… Προορισμός τους η λήθη. Ευτυχώς γι' αυτούς. Δεν θα χαθούν στη χλεύη των μικρών καιρών. Η καθολικότητα είναι δίχως μνήμη, γιατί είναι ευρύτερη από τον χρόνο. Ας τελειώσουν όλα εδώ».
Ενας ύμνος στη μετριοφροσύνη και τη βιοσοφία, μια σπουδαία αναμέτρηση με τον λόγο και τον χρόνο, με τη γλώσσα και τα ένστικτα, «τους ακριβείς εξάντες της βιολογικής πλεύσης» (εκδόσεις «Αιγόκερος»).
Ομολογώ δεν τον ήξερα τον συγγραφέα. Τον συνάντησα τυχαία στο εργαστήρι φίλου ζωγράφου. Μου χάρισε το βιβλίο του, με σχεδόν χαμηλωμένα τα μάτια. Χωριστήκαμε χωρίς ν' ανταλλάξουμε τηλέφωνα. Ενα πρωινό ξεκίνησα να το διαβάζω. Χρόνια είχα ν' απολαύσω την ανάγνωση ενός βιβλίου. Αγνοούσα ότι έχει εκδώσει περί τα δέκα, ότι γράφει στίχους και μουσική, είναι μοντέρ, σκηνοθετεί… Πόσοι τέτοιοι δημιουργοί υπάρχουν γύρω μας; Κινούνται έξω από τα «στέκια» της λογοτεχνίας και της δημοσιογραφίας, συνομιλούν με τους δαίμονές τους, αλλά και με το μέλλον που κουβαλάει η παράδοση, ή με την παράδοση που (θα) υπάρχει σε κάθε μέλλον όταν γίνεται αισθητικό φαινόμενο· παναπεί: βιωματικό, πνευματικό, αυθόρμητο, ειλικρινές, ζείδωρο.