ethniko-theatro

30/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Θεατρικός απολογισμός του 2013

Τεράστια τα προβλήματα, αλλά κάτι νέο και τολμηρό κυοφορείται

Για ακόμα μια χρονιά χωρίς επιχορηγήσεις, με την απώλεια τού Λευτέρη Βογιατζή να βαραίνει απειλητικά για το μέλλον, αλλά και με τα μεγάλα ιδρύματα και τους θεσμούς να καθορίζουν το τοπίο, το θέατρό μας άντεξε: φασαριόζικο, πληθωρικό, γόνιμο και ενδιαφέρον.
      Pin It

Για ακόμα μια χρονιά χωρίς επιχορηγήσεις, με την απώλεια τού Λευτέρη Βογιατζή να βαραίνει απειλητικά για το μέλλον, αλλά και με τα μεγάλα ιδρύματα και τους θεσμούς να καθορίζουν το τοπίο, το θέατρό μας άντεξε: φασαριόζικο, πληθωρικό, γόνιμο και ενδιαφέρον

 

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη

 

Μη σας ξεγελά η επιφάνεια. Κι αν το θέατρό μας συνεχίζει ποσοτικά τους παλιούς καταιγιστικούς ρυθμούς του, στην πραγματικότητα παίζει με δέκατα. Με προβλήματα πολλά και σοβαρά, που δεν κρύβονται κάτω από το χαλί, που μεγεθύνονται και, από κάποια στιγμή και μετά, θα επιδράσουν στη φυσιογνωμία του. Ισως δεν έχει γίνει κατανοητό σε πολλούς, λόγου χάρη, πως διανύουμε αισίως την τρίτη χρονιά χωρίς ουσιαστικές επιχορηγήσεις. Για μια γενιά που ωρίμασε σε αυτές τις συνθήκες, που έμαθε να λειτουργεί έχοντας για δεδομένη την έστω και μακρόθεν κρατική υποστήριξη, η απουσία μιας χρηματοδότησης είναι αρκετή για να αλλάξει εκ βάθρων την οπτική της. Αν κάποιοι συνεχίζουν, είναι από κεκτημένη ταχύτητα, από ανάγκη, και ίσως γιατί θεωρούν ότι οι επιχορηγήσεις κάποια στιγμή θα ’ρθουν, έστω και με καθυστέρηση.

 

Σε αυτή την πρώτη σημαντικότατη παράμετρο, που επιδρά καθοριστικά στο κλίμα της χρονιάς, έρχεται να προστεθεί ακόμα μία, λιγότερο κραυγαλέα. Εχω παρατηρήσει και παλαιότερα ότι χρόνο με τον χρόνο η επικύρωση της θέσης των μεγάλων πολυσυλλεκτικών ιδρυμάτων και θεσμών, όπως του Εθνικού ή της Στέγης, του Ιδρύματος Κακογιάννη, αλλά και του Φεστιβάλ Αθηνών, πρόκειται να επιδράσει καθοριστικά στη φυσιογνωμία του ελληνικού θεάτρου. Με δυο λόγια, έχουν εν πολλοίς υποκαταστήσει την κρατική πολιτική με τη δική τους δελεαστικότατη προσφορά. Κι είναι ένα ζήτημα να δούμε στο μέλλον αν η απώλεια του Λευτέρη Βογιατζή, που τόσο λύπησε φέτος το ελληνικό θέατρο, σημαίνει μαζί ένα σημείο καμπής στην πορεία του ελληνικού θεάτρου. Η απουσία του μεγάλου θεατράνθρωπου θα δείξει ίσως πιο καθοριστικά τη συρρίκνωση του ελεύθερου θεάτρου, όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, και την αναδόμησή του γύρω από νέα κέντρα.

 

Μέσα σε όλα αυτά ποιος θα αρνηθεί ότι το θέατρό μας έχει γίνει, πέρα από φασαριόζικο και πληθωρικό, εξίσου γόνιμο και ενδιαφέρον; Υπάρχει στην ατμόσφαιρα κάτι το ακόμη απερίγραπτο μα απόλυτα αισθητό, που μας κάνει να ελπίζουμε ότι στα περίεργα αρώματα της νεότερης σκηνής το νέο και τολμηρό αρχίζει να κυοφορείται. Αυτό που πριν από λίγα χρόνια έμοιαζε με άτσαλη αντιγραφή, αρχίζει να αποκτά σταδιακά φυσιογνωμία, γνώριμη συμπεριφορά και αναγνωσιμότητα. Το ελληνικό θέατρο μιλά πια για την ελληνική κατάσταση (αντί για την παλιά «ελληνικότητα») χρησιμοποιώντας κοινόχρηστους όρους του διεθνούς θεάτρου. Και αυτό αφορά και τις δυο πλευρές της αυλαίας: αρκεί να δει κανείς τη συμπεριφορά του κοινού σε θεάματα που πριν από λίγα χρόνια θα του προκαλούσαν θυμηδία έως θυμό. Το θέατρο μαζί με κάθε του πτυχή, κάθε του θιασώτη, αλλάζει μπροστά μας δέρμα.

 

……………………………………….

 

Eθνικό Θέατρο

 

Αληθινά λαμπρή συγκομιδή

 

 

ethniko-theatroΚεντρικό ρόλο σε όλα αυτά έπαιξε και φέτος το Εθνικό μας Θέατρο. Που από μια αφ’ υψηλού πλούσια χρηματοδοτημένη σε αλλοτινούς καιρούς εποπτεία έφτασε να γίνει το επίσημο στέκι της νέας θεώρησης των πραγμάτων. Ούτε ο πιο αισιόδοξος φίλος του Γιάννη Χουβαρδά δεν περίμενε μια τέτοια θριαμβευτική εκ μέρους του έξοδο, την τελευταία χρονιά της θητείας του στον θώκο του Εθνικού. Μια αληθινά λαμπρή συγκομιδή. Από τη δεξίωση του Μπομπ Ουίλσον, που δίδαξε την «Οδύσσεια» σαν παραμύθι και θρίαμβο της σκηνικής τεχνικής, μέχρι το ανέβασμα ενός Ελληνα συγγραφέα και έργου, του Γιάννη Μαυριτσάκη, από τον Ολιβιέ Πι, το Εθνικό βρέθηκε στο σαλόνι του διεθνούς ενδιαφέροντος. Και παράλληλα βρέθηκε στον πυρήνα τού εδώ βαρομετρικού. Το «Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» ήταν μια μεγάλη στιγμή για το ελληνικό θέατρο εν γένει. Και η αιωνόβια «Γκόλφω», το εθνικό μας μελό, έκανε ξανά το θέατρο να ερωτεύεται την ίδια του την ευαισθησία. Οι «Θεατές» του Μάριου Ποντίκα στη Νέα Σκηνή έγιναν με τη βοήθεια της Κατερίνας Ευαγγελάτου το νέο βλέμμα αυτογνωσίας και αυτοκριτικής. Και στην πιο σημαντική ίσως πολιτική κατάθεση της περασμένης χρονιάς, το «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού στη διδασκαλία της Εφης Θεοδώρου οδήγησε στην επίκαιρη ανάγνωση της πολιτικής διάβρωσης με τρόπο συγκλονιστικό.

 

……………………………………….

 

 

Παραστάσεις με κοινωνικά αιτήματα

 

 

Στην περίπτωση της δραματουργίας είχαμε φέτος την επιστροφή στο δραματολόγιο κλασικών συγγραφέων που συνδέθηκαν με τα κοινωνικά αιτήματα. Πρώτος εξ αυτών, βέβαια, ο Μπρεχτ. Που είχε φέτος την τιμητική του, με τρεις παραστάσεις στα θέατρά μας. «Ο αφέντης Πουντίλα και ο δούλος του ο Μάτι», σε σκηνοθεσία Κώστα Καζάκου στο θέατρο «Τζένη Καρέζη», «Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν» στη Στέγη και η «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων» από τον Νίκο Μαστοράκη στο Ακροπόλ. Δίπλα στον Μπρεχτ την τιμητική του είχε ο έτερος πόλος πολιτικής, Ντάριο Φο. Ανάμεσα στα έργα που ανέβηκαν στην ελληνική σκηνή, το «Μίστερο Μπούφο», το ανατρεπτικό ανάγνωσμα των βιβλικών επεισοδίων, ευτύχησε να έχει στο «Θησείον» τη ματιά του Θωμά Μοσχόπουλου και την πιο ευφάνταστη, απλή και ουσιαστική προσέγγιση.

 

Στα παραπάνω ας προστεθεί μια ακόμη επιτυχία, από το θέατρο «Πορεία», όχι ακριβώς πολιτική, αλλά εξίσου διαλεκτική: Η «Ευρυδίκη, ένα Μιούζικαλ στον Αδη» της Αμερικανίδας Σάρα Ρουλ συγκέντρωσε στον ιδιαίτερο κόσμο της το ενδιαφέρον ενός σημαντικού κοινού.

 

…………………………………….

 

Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών

 

Ξένοι σταρ, ανερχόμενοι Ελληνες

 

 

kalos-antrhopos-stegiΣτη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ωνασείου θυμόμαστε την είσοδο του William Kentridge με το «Refuse the hour», μάθημα σύνθεσης στο εννοιολογικό θέατρο. Τη θαυμάσια μεταφορά του μπρεχτικού «Καλού ανθρώπου του Σε Τσουάν» από την Κατερίνα Ευαγγελάτου. Τους ακριβούς «Παραθεριστές» από τους TgStan. Το γεμάτο με την ένταση και το αίμα του μπαρόκ «Κρίμα που είναι πόρνη» από τον Βρετανό Ντέκλαν Ντόνελαν. Και αργότερα, στην κεντρική πάντα σκηνή της Στέγης, το μίνι αφιέρωμα στον Γάλλο σκηνοθέτη και συγγραφέα Ζοέλ Πομερά, με τη «Θαυμαστή ιστορία του εμπορίου» και τους εκτενέστερους «Κύκλους/Ιστορίες».

 

Η μικρή σκηνή της Στέγης δεν έμεινε πίσω. Παρουσίασε το «Late night» των Blitz, μια συνέχεια της μελαγχολικής θεώρησης του θιάσου για το τέλος του κόσμου. Και βέβαια την τελευταία εργασία στο θέατρο-ντοκουμέντο των Ανέστη Αζά και Πρόδρομου Τσινικόρη, με το «Τηλέμαχος: Should I Stay or Should I Go?».

 

………………………………………

 

 

Φεστιβάλ Αθηνών:

 

Η βιρτουοζιτέ του Λούκου

 

festival-athinonΞεκίνησε μάλλον με μια επίδειξη βιρτουοζιτέ από τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Γιώργο Λούκο. Το ότι ο συγκεκριμένος κατόρθωσε να φτιάξει ένα αξιοπρεπέστατο φεστιβάλ κάτω από τις φετινές συνθήκες δείχνει ότι μάλλον μπορεί να φτιάξει φεστιβάλ σχεδόν οπουδήποτε. Από τη φιλόδοξη «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού μέχρι τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Σολωμού και του Αβδελιώδη, το φεστιβάλ έγινε ξανά το κέντρο της καλοκαιρινής μας εξόδου.

 

Κάποιες προτάσεις, όπως το περίφημο εικοσιτετράωρο «Μερσιέ και Καμιέ» από τον Γιάννη Κακλέα, μας οδήγησαν σε κοινή συνεστίαση. Κι άλλες προτάσεις πάλι μας δίδαξαν τις καλύτερες στιγμές του διεθνούς θεάτρου: Ο «Εχθρός του λαού» από τον Οστερμάιερ ήταν ίσως η περισσότερο ανοικτή σε διάλογο παράσταση του φεστιβάλ. Το «The Old Woman» του Wilson με τους Μπαρίσνικοφ και Νταφόε έδειξε τις δυνατότητες συνεργασίας ανάμεσα σε ιερά τέρατα της σύγχρονης τέχνης. Και ο Ολιβιέ Πι με τη «Miss Knife» έκανε τη σκηνή της Πειραιώς να ξεχειλίσει από την ευδαιμονία του ταλέντου και της ανθρώπινης καταξίωσης.

 

………………………………………..

 

 

Νεανικό θέατρο, απρόβλεπτοι χώροι

 

Η αίσθηση της «αναγκαιότητας» δεν περιορίζεται ασφαλώς σε αυτές τις απόπειρες. Απλώνεται στο νεανικό μας θέατρο, των μικρότερων ομάδων, και αποκτά τα χαρακτηριστικά της ανανέωσης. Δεν επαρκεί όμως ο χώρος. Ετσι, μόνο για να ερεθίσουμε τη μνήμη, πέρυσι είχαμε έναν ακόμα καταιγισμό χώρων που βαπτίστηκαν θεατρικοί, κάνοντας το νέο νομοσχέδιο για την ασφάλεια του κοινού επιτακτικό και αναγκαίο. Σε αυτήν την κατηγορία ακόμα και σπίτια και μουσεία έγιναν χώροι παρουσίασης.

 

Τα «Εκτοπλάσματα», βασισμένη σε ποίηση του Μίλτου Σαχτούρη, ήταν μια home-made περφόρμανς που δόθηκε σε διαμέρισμα στα Εξάρχεια από την ομάδα «Nova Melancholia». Η παράσταση του Ηλία Κουνέλα «Κήπος Στάχτες» συνέδεε το παρελθόν σαν δίκτυ προστασίας από το σήμερα. Και ορισμένοι νέοι χώροι, όπως το «Βυρσοδεψείο», λειτούργησαν με το «Δέρμα», σε σκηνοθεσία της Ελλης Παπακωνσταντίνου, σαν τόποι ανανέωσης του σκηνικού βλέμματος.

 

Στο Bios η ομάδα «Sforaris» παρουσίασε τους σημαντικούς «Γιους και κόρες», ενώ η Ομάδα «Σημείο Μηδέν» έδωσε τη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα, σε μετάφραση και σκηνοθεσία Σάββα Στρούμπου. Στο Θέατρο του Νέου Κόσμου είδαμε την ιδιόρρυθμη «Αληθινή ταυτότητα της Τζίνα Ντέηβις» από τις Ελένη Ευθυμίου και Βασιλική Τρουφάκου, αλλά και το «Ονειρο καλοκαιρινής νύκτας», μια εφηβική πρόταση, σε διασκευή Τζωρτζίνας Κακουδάκη. Ισως η πιο σημαντική εργασία του Νέου Κόσμου αφορούσε ωστόσο τις «Βάκχες» του Ευριπίδη, που δόθηκαν σε σκηνοθεσία Εκτορα Λυγίζου από την «Ομάδα Grasshopper» με τρεις μόνο άνδρες ηθοποιούς και εξαιρετική αίσθηση της επικοινωνίας κοινού και θεάματος.

 

Πολλά μαζί χώρια και όλα μαζί κάτι: Κάτι που με κάνει να βλέπω το ελληνικό θέατρο να ετοιμάζεται για ένα μεγάλο άλμα.

 

Scroll to top