Σε εποχές που η κύρια έγνοια όλων μας είναι να έχουμε μια δουλειά, ο Θοδωρής Γκόνης, με τις πάντα ωραίες ιδέες, συνθέτει στην «Οδύνη των ανέργων» το κλασικό δοκίμιο του μαρξιστή Πολ Λαφάργκ «Δικαίωμα στην τεμπελιά» με συνεντεύξεις ανθρώπων που συνθλίβονται κάτω από την ανέχεια και την αγωνία για το μέλλον
Της Εφης Μαρίνου
«Μια παράξενη τρέλα κατέχει τις εργατικές τάξεις. Είναι η αγάπη, το πάθος για τη δουλειά, που φτάνει ώς την εξάντληση των ζωτικών δυνάμεων του ατόμου και των απογόνων του». Τέτοια έγραφε πριν από 134 χρόνια ο Λαφάργκ. Οι «απόγονοι», όμως, του Γάλλου επαναστάτη και διανοητή βρίσκονται σήμερα εξοντωμένοι, όχι μόνο από το μόχθο της εργασίας, αλλά και από την έλλειψή της. Σήμερα δεν τολμάμε να μιλήσουμε για το δικαίωμα στην τεμπελιά και τον πολύτιμο ελεύθερο χρόνο. Το κυνήγι της δουλειάς είναι πια η μοναδική έγνοια του ανθρώπου.
Αποσπάσματα από τη μελέτη «Η Οδύνη των Ανέργων» του καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης Νίκου Παναγιωτόπουλου, το δοκίμιο «Αρχή της υπεράσπιστης των αργόσχολων» του Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον, αλλά και το «Δικαίωμα στην τεμπελιά» του Πολ Λαφάργκ, συνθέτουν μια ενδιαφέρουσα παράσταση, που σκηνοθετεί ο Θοδωρής Γκόνης και κάνει απόψε πρεμιέρα στο θέατρο «Αντιγόνη Βαλάκου» του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας.
Αν ο Καρλ Μαρξ είχε στο κέντρο του πολιτικού του οράματος το δικαίωμα στην εργασία, ο γαμπρός του Πολ Λαφάργκ -παντρεύτηκε την κόρη του- ανήγαγε το δικαίωμα στην τεμπελιά σε δικό του μανιφέστο καλώντας την εργατική τάξη να αγωνιστεί για ελεύθερο από δουλειά χρόνο. Το 1880 δημοσιεύει «Το δικαίωμα στην τεμπελιά» σε συνέχειες, στην εφημερίδα «L' egalite». Δεν καταδικάζει απλώς την οικονομική εκμετάλλευση, αλλά προμηνύει τη μείωση του ωραρίου εργασίας και διακηρύττει νέα αντίληψη για την εργασία. Το κείμενο διχάζει και φέρνει σε αμηχανία τους σοσιαλιστές, γιατί αν και η θεωρία του για την οικονομία και τις άθλιες συνθήκες ζωής των εργαζομένων συμπίπτει με αυτήν του πεθερού του, ο τρόπος που διαπραγματεύεται το θέμα είναι πραγματικά ρηξικέλευθος.
Η ειρωνεία είναι ότι «Το δικαίωμα στην τεμπελιά» του Λαφάργκ συνδιαλέγεται τώρα με την κραυγή οδύνης των σημερινών ανέργων, όπως αυτή φτάνει στ’ αυτιά μας μέσα από τις συνεντεύξεις που συνέλεξε ο Νίκος Παναγιωτόπουλος. Ανθρωποι που συνθλίβονται κάτω από το βάρος της ανέχειας και της αγωνίας για το μέλλον, «σύγχρονοι άθλιοι, ολόιδιοι με τους προγόνους τους», όπως σημειώνει ο Θοδωρής Γκόνης. Οι εξομολογήσεις των ανέργων, αλλά και των υποψηφίων ανέργων, αναμειγνύονται με τα κείμενα του Λαφάργκ και του Στίβενσον εστιάζοντας στο ίδιο κέντρο: πώς η ανεργία σε κάνει ανίκανο, σου δημιουργεί το αίσθημα ότι δεν υπάρχεις:
«Παντρεμένη με ένα παιδάκι τριών μηνών», λέω. «Α, δεν γίνεται, θέλω ελεύθερη κοπέλα», μου λέει. «Γιατί θέλετε ελεύθερη κοπέλα;» «Γιατί μπορώ να την πάρω ό,τι ώρα θέλω τηλέφωνο να κατέβει. Το παιδί είναι μικρό, μπορεί να θέλει τη μαμά του, να δημιουργηθεί κάποια ανάγκη να φύγεις και δεν θέλω τέτοια. Θέλω να κάθεται εκεί, να έρχεται στο μαγαζί και να είναι με το χαμόγελο, να μην έχει προβλήματα»…
«Η παράσταση είναι ένα παιχνίδι με μονολόγους και διαλόγους», λέει ο σκηνοθέτης. «Περνά από το σκοτάδι στο φως, δηλαδή από τα απελπιστικά στοιχεία της έρευνας στα απελευθερωτικά κείμενα του Λαφάργκ. Στην παράσταση δεν υπάρχουν μόνο οι άνεργοι, αλλά και οι εν δυνάμει άνεργοι, όσοι ζουν με τον εφιάλτη της απόλυσης. Κάποιες γυναίκες διακόπτουν ακόμα και την κύηση για να μη χάσουν τη δουλειά. Κι αυτό γιατί περιμένουν σε τρεις μήνες την απόλυση του άντρα τους. Αλλά η ζωή δεν είναι μια κοιλάδα δακρύων. Είναι και ξεκούραση, χαρά. Είναι ο παράδεισος που μας αναλογεί, ένα παιχνίδι που θέλουμε να παίξουμε, και όχι να μας το χαλάσει κάποιος».
* INFO: ΔΗΠΕΘΕ ΚΑΒΑΛΑΣ – Θέατρο «Αντιγόνη Βαλάκου» – Τηλ.: 2510220876-7. «Η Οδύνη των Ανέργων». Σκηνοθεσία: Θοδωρής Γκόνης. Σκηνικά-κοστούμια: Ελένη Στρούλια. Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας. Ερμηνεύουν: Δημήτρης Δάγκαλης, Ιρις Νικολάου, Κλέα Σαμαντά, Παύλος Σταυρόπουλος. Μέχρι τις 12 Ιανουαρίου.