12/01/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΤΟ ΣΑΡΟΓΛΕΙΟ

Η «στέγη» των Αξιωματικών

Το κτίριο, γνωστό ως Σαρόγλειο, φέρει τιμής ένεκεν το όνομα του δωρητή που διέθεσε την περιουσία του για την κατασκευή του. Ηταν αρχές του 20ού αιώνα, όταν -χωρίς απλοϊκές γενικεύσεις- οι στρατιωτικοί φιγουράριζαν στους καταλόγους των ευεργετών και όχι σε αυτούς με τις μίζες για πανάκριβα και άχρηστα οπλικά συστήματα.
      Pin It

Το κτίριο, γνωστό ως Σαρόγλειο, φέρει τιμής ένεκεν το όνομα του δωρητή που διέθεσε την περιουσία του για την κατασκευή του. Ηταν αρχές του 20ού αιώνα, όταν -χωρίς απλοϊκές γενικεύσεις- οι στρατιωτικοί φιγουράριζαν στους καταλόγους των ευεργετών και όχι σε αυτούς με τις μίζες για πανάκριβα και άχρηστα οπλικά συστήματα.

 

«Το Σαρόγλειο είναι έργο ενός δυναμικού πολυβραβευμένου αρχιτέκτονα

 

Της Χαράς Τζαναβάρα

 

Το μέγαρο της Λέσχης Αξιωματικών, που δεσπόζει στη Βασ. Σοφίας, άρχισε να κατασκευάζεται το 1924 και ολοκληρώθηκε το 1931 χάρη στη δωρεά του Πέτρου Σαρόγλου (1864-1920). Γιος ορθόδοξης Ρωσίδας και του Ζαφειρίου Σαρόγλου, ο οποίος είχε κάνει μεγάλη περιουσία στη Ρωσία εμπορευόμενος κυρίως χαβιάρι. Ο μοναχογιός τους γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου προτίμησε να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα. Ως υπολοχαγός είχε πάρει μέρος στον ατυχή για την Ελλάδα πόλεμο του 1897. Ηταν τόση η απογοήτευσή του που έναν χρόνο αργότερα αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του ταγματάρχη.

 

«Ηταν άνθρωπος εκκεντρικός, αλλά ένθερμος πατριώτης», σημειώνει γι' αυτόν ο Σόλων Κυδωνιάτης στο έργο του «Αθήναι, παρελθόν και μέλλον», προσθέτοντας ότι μετά την αποχώρησή του από τον στρατό αφοσιώθηκε στις πολύτιμες συλλογές του. Περιλάμβαναν όπλα και σπάνιες θρησκευτικές εικόνες, που εκτίθενται στα παρακείμενα μουσεία, το Πολεμικό και το Βυζαντινό, αντίστοιχα. Διέθετε επίσης συλλογές από αρχαία νομίσματα, που φυλάσσονται σε τραπεζικές θυρίδες, καθώς και σημαντικές σειρές από γραμματόσημα και σπιρτόκουτα, η τύχη των οποίων αγνοείται!

 

Ο Π. Σαρόγλου, σύμφωνα πάντα με τον πανεπιστημιακό καθηγητή και ακαδημαϊκό Σ. Κυδωνιάτη, «πέθανε άγαμος και με ανεκπλήρωτο ερωτικό αίσθημα». Αφησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στη στρατιωτική λέσχη, της οποίας ήταν επίλεκτο μέλος. Αφορούσε κυρίως το κατεδαφισμένο αρχοντικό της οικογένειας στην αρχή της Σταδίου, πάνω στην πλατεία Ομονοίας, δίπλα στο ξενοδοχείο «Μπάγκειο». Η διαθήκη του είχε προσβληθεί από την αδελφή του δωρητή, που όμως έχασε τους δικαστικούς αγώνες, αλλά έφερε καθυστέρηση στην υπόθεση του νέου κτιρίου της Λέσχης Αξιωματικών. Το ακίνητο πουλήθηκε και με τα έσοδα χρηματοδοτήθηκε η κατασκευή της σε ακίνητο του Δημοσίου επί της πλατείας Ρηγίλλης. Τα έργα είχαν ανατεθεί στον Αλέξανδρο Νικολούδη (1874-1944), καθηγητή του Πολυτεχνείου που θεωρούνταν από τους πλέον δραστήριους αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου. Γεννημένος στη Λέρο, σπούδασε στην περίφημη Ecole des Beaux Arts στο Παρίσι, από όπου επέστρεψε οριστικά στην Αθήνα το 1905. Δώδεκα χρόνια αργότερα συμμετείχε στην ίδρυση της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πολυτεχνείου, στην οποία διετέλεσε καθηγητής. Μαζί με τους καθηγητές Κώστα Κιτσίκη και Βασίλειο Κουρεμένο, μετείχαν στο αρχιτεκτονικό κίνημα που αμφισβήτησε τη γερμανική γραμμή των Βαυαρών της προηγούμενης περιόδου και επέβαλαν το πιο λιτό στιλ της art nouveau, με τις παραλλαγές της.

 

Δυναμικός και πολυβραβευμένος σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, ο Νικολούδης είχε στο ενεργητικό του πολλά κτίρια της πρωτεύουσας πριν να αναλάβει τον σχεδιασμό της Λέσχης Αξιωματικών. Το κτίριο, που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα του νεομπαρόκ, χαρακτηρίζεται λιγότερο εμπνευσμένο από το μέγαρο Λιβιεράτου (Πατησίων και Ηπείρου), που είχε σχεδιάσει μια δεκαπενταετία νωρίτερα. Δεν είναι τυχαίο ότι ακολούθησαν τα σχέδια για το νέο δικαστικό μέγαρο, στην περιοχή Μακρυγιάννη, δίπλα στην Ακρόπολη, που είχε χαρακτηριστεί υπερβολικό και ευτυχώς εγκαταλείφθηκε μετά τις αντιδράσεις τις οποίες προκάλεσε.

 

Το νέο αρχιτεκτονικό στιλ, σύμφωνα με τον καθηγητή Μάνο Μπίρη (βλέπε «Ελληνική αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα»), εξέφραζε το αίτημα της μεγαλοαστικής τάξης της εποχής για εξευρωπαϊσμό σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής. Ωστόσο, ο ίδιος χαρακτηρίζει την εφαρμογή του στην περίπτωση της Λέσχης «παρωχημένο γλωσσάριο», προσθέτοντας ότι δεν διαθέτει τη σφριγηλότητα της οικίας Λιβιεράτου, που έγινε γνωστή στα τέλη του 2010 ως μέγαρο Υπατίας όταν προσφέρθηκε από τους σημερινούς ιδιοκτήτες του για την προσωρινή στέγαση μεταναστών. Μάλιστα ο Σ. Κυδωνιάτης διαπιστώνει «μεγαλοπρέπεια, με κάποιο κομπασμό» και δεν διστάζει να κάνει λόγο για «μορφολογικά λάθη», επικεντρώνοντας την κριτική του στο υπερβολικό υπόβαθρο στην περίμετρο του κτιρίου, αλλά και στο γεγονός ότι είναι… μετέωρη μία από τις δίδυμες κολόνες που κοσμούν την κεντρική είσοδο.

 

Η σκληρή αντιμετώπιση του κτιρίου από τους αρχιτέκτονες των επόμενων γενεών δεν μειώνει την αρχιτεκτονική του αξία, αφού αποτελεί δείγμα της παραγωγής του Μεσοπολέμου. Εχει ενδιαφέρον η λοξή διάταξη των πλαϊνών όψεων, που αποκτούν πιο ανάλαφρο ύφος χάρη στους συμμετρικούς στεγασμένους εξώστες και τις δωρικές κολόνες τους. Ιδιαίτερο βάρος έχει δοθεί στο τελείωμα του κτιρίου, με το διάζωμα που περιτρέχει την οροφή και συμπληρώνεται από μαρμάρινα φουρούσια.

 

Στο εσωτερικό του κτιρίου κυριαρχεί η μαρμάρινη σκάλα που οδηγεί στον κυρίως όροφο, ο οποίος έχει διαμορφωθεί σε χώρους εστίασης και εκδηλώσεων των αξιωματικών. Σε αυτόν τον χώρο γίνεται η καθιερωμένη πρωτοχρονιάτικη γιορτή, στην οποία παραβρίσκεται και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η υπόλοιπη διακόσμηση θεωρείται ιδιαίτερα λιτή.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

1. Η πλατεία του Παύλου Μελά

 

Ο χώρος μπροστά στη Λέσχη είναι γνωστός ως πλατεία Ρηγίλλης, αλλά η επίσημη ονομασία του είναι πλατεία Παύλου Μελά. Σε αυτή βρίσκεται και το άγαλμα του Μακεδονομάχου, έργο του γλύπτη Λ. Σώχου. Στο κέντρο της, ώς τη δεκαετία του 1960, υπήρχε το στρογγυλό βάθρο τροχονόμου που ρύθμιζε την κυκλοφορία.

2. Η επιλογή της θέσης

 

Ώς τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, επί της Βασ. Σοφίας και μπροστά από τα σημερινά μουσεία (Πολεμικό και Βυζαντινό) υπήρχαν εγκαταστάσεις του Πυροβολικού. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που επιλέχθηκε για την κατασκευή της Λέσχης Αξιωματικών.

 

3. Η αρχή έγινε από τον Καλλέργη

 

Η πρώτη στρατιωτική λέσχη είχε ιδρυθεί τον Ιανουάριο του 1854 από τον στρατηγό της Επανάστασης του 1821 Δημήτριο Καλλέργη και είχε στεγαστεί σε διάφορα κτίρια του κέντρου της Αθήνας πριν εγκατασταθεί οριστικά στο Σαρόγλειο.

 

[email protected]

 

Scroll to top