Το Εθνικό Θέατρο το αγαπάμε. Ευχόμαστε με τη νέα χρονιά να είναι γεμάτες οι αίθουσές του, τίγκα τα ταμεία του, πεντάστερες οι παραστάσεις του, σταρ οι ηθοποιοί του. Αν και δεν ανησυχούμε, είμαστε σίγουροι ότι όλοι αυτοί οι στόχοι είναι περίπατος για τον Σωτήρη Χατζάκη. Αν πάρει δε και μια εκπομπή στην τηλεόραση, με τίτλο ας πούμε «Στου Εθνικού μας τα μπουζούκια να με πας», θα κάνει σκόνη και τον Σπύρο Παπαδόπουλο, που μονοπωλεί τόσα χρόνια τα άδεια σαββατιάτικα βράδια μας.
Μετά το καταπληκτικό (και ποιοτικό) θέαμα και ακρόαμα, που μας πρόσφερε η καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού προχθές το βράδυ καταλαμβάνοντας τα καλαίσθητα πλατό, τραπέζια αλλά και την πίστα τού «Στην υγειά μας ρε παιδιά», απορώ πώς δεν την είχε κάνας άλλος αυτήν την πρωτότυπη ιδέα. Να κατεβάσει, δηλαδή, το Εθνικό τόσο μα τόσο κοντά στον λαό. Βαυκαλίζεται ότι το κάνει ο Μύρωνας Μιχαηλίδης με τη Λυρική. Σιγά να μη. Εχει κολλήσει στις άριές του και στα χορωδιακά του, κάτι Βέρντι και Πουτσίνι πάει ο σνομπ στη λαχαναγορά. Τόσες φωνάρες διαθέτει, δεν καταδέχτηκε να τις βάλει να μας πούνε κάνα ρεμπέτικο, κάνα Θεοδωράκη, έστω καμιά κανταδούλα σε prime time. Ενώ το Εθνικό, που όσο να ‘ναι δεν το λες και αμιγώς μουσικό θέατρο (αν και τα ‘λεγαν τα τραγουδάκια τους ακόμα και οι τραγικοί μας), την έκανε αμέσως την υπέρβαση. Η τέχνη θέλει τόλμη, οίστρο, κέφι και «κάτω τα στεγανά». Θέλει να ανοίγεις δρόμους. Να δείτε που έμαθε τα νέα ο Χάιτνερ και μετάνιωσε που γιόρτασε τις προάλλες έτσι τσουρούτικα τα πεντηκοστά γενέθλια του δικού του Εθνικού, στο Λονδίνο. Μα να έχει κοτζάμ Τζούντι Ντεντς, που δεν κωλώνει πουθενά, και να τη βάζει ο χριστιανός να παίζει ξανά μανά την Κλεοπάτρα από τον Σέξπιρ; Χάθηκε να πει κάνα τραγουδάκι των Μπιτλς, του Αντριου Λόιντ Βέμπερ, ακόμα και των Spice Girls;
Βένα Γεωργακοπούλου