Η έκθεση της εισαγγελέως Παπανδρέου θεωρεί ότι ο επιχειρηματίας ζημίωσε το Δημόσιο για ίδιον όφελος και παρ΄ ότι μπορούσε δεν αποπλήρωνε το δάνειό του, ενώ δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι το σπίτι στο Λονδίνο ήταν επένδυση
Της Κατερίνας Κατή
Κι άλλοι επιχειρηματίες επλήγησαν από την οικονομική κρίση αλλά «ξεπληρώνουν με κάθε θυσία τα δάνειά τους, ακόμα και ρευστοποιώντας την προσωπική τους περιουσία», κάτι «στο οποίο ουδέποτε προέβη ο Δημήτρης Κοντομηνάς», παρά το γεγονός ότι, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, «τη χρονική περίοδο που έλαβε τα δάνεια η προσωπική του περιουσία, ελεύθερη βαρών, ανήρχετο στα 170.000.000 ευρώ».
Μπαταχτσής λόγω κρίσης
Αντίθετα, ο κατηγορούμενος επιχειρηματίας, που «δεν έλαβε απλώς ένα δάνειο το οποίο δεν αποπλήρωσε λόγω της οικονομικής κρίσης», όπως μεταξύ άλλων ισχυρίζεται, ρίχνοντας το «βάρος της ευθύνης» για την έγκριση αυτού στους έχοντες τη διαχειριστική εξουσία της τράπεζας συγκατηγορουμένους του, «προέβη στην εκμετάλλευση των αδιαμφισβήτητων, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα, ευκαιριών του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των γνωριμιών του προς απόκτηση προσωπικού περιουσιακού οφέλους, εις βάρος της περιουσίας της τράπεζας και ως εκ τούτου του Δημοσίου». «Γι’ αυτό και οι πράξεις που του αποδίδονται ενέχουν ιδιάζουσα βαρύτητα και κοινωνικοηθική απαξία».
Πρόκειται για δύο ενδεικτικά αποσπάσματα από την 70σέλιδη εισήγηση της επίκουρης εισαγγελέως Εφετών, Πόπης Παπανδρέου, στην οποία αναπτύσσει τους λόγους για τους οποίους «ήθελε» προσωρινά κρατούμενο τον, κατηγορούμενο σε βαθμό κακουργήματος, επιχειρηματία, απαντώντας παράλληλα σε όλες τις νομικές αιτιάσεις περί του αντιθέτου.
Στην εισήγηση-καταπέλτη για τον επιχειρηματία η κ. Παπανδρέου επισημαίνει ότι τον λογαριασμό για τα χρέη Κοντομηνά τον πληρώνει πλέον το Ελληνικό Δημόσιο, δηλαδή οι πολίτες αυτής της χώρας, ενώ τονίζει ότι εφόσον ο επιχειρηματίας έλαβε ρευστό, ρευστό θα πρέπει να επιστρέψει και όχι εγγυήσεις με ακίνητα ή μετοχές.
Για το σπίτι στο Λονδίνο, για το οποίο ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι αποτέλεσε επένδυση, η εισαγγελέας επισημαίνει ότι δεν προσκομίζονται αποδείξεις ούτε για τη χρήση του επίμαχου ακινήτου (που κατά το πόρισμα είχε αγοραστεί για την κόρη του αλλά, όπως υποστηρίζει ο κατηγορούμενος, δεν χρησιμοποιήθηκε για αυτό τον σκοπό) ούτε για την πώληση, δηλαδή σε ποιον πουλήθηκε και πού κατέληξαν τα χρήματα που εισπράχθηκαν. Και σε αυτή την περίπτωση η κ. Παπανδρέου επιμένει ότι ένα μεγάλο μέρος του δανείου των 21 εκατομμυρίων ευρώ από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ύψους 9,8 εκατομμυρίων ευρώ, ο επιχειρηματίας το χρησιμοποίησε για προσωπικούς λόγους.
«Δεν αποτιμάται ο ALPHA»
Για την BESTLINE και τη συνεργασία με το Τ.Τ. η κ. Παπανδρέου, επικαλούμενη τις εκθέσεις της Τραπέζης της Ελλάδος, επιμένει ότι η απάτη συντελέστηκε και καταλήγει ότι τα αδικήματα που διαπράχθηκαν έχουν ιδιαίτερα μεγάλη ηθική και κοινωνική απαξία, αφού, όπως επισημαίνεται, ο επιχειρηματίας μπορεί να ρίχνει τελικά το βάρος της ευθύνης στη διοίκηση του Τ.Τ. που του χορήγησε τα δάνεια, αλλά τελικά τα σπασμένα τα πληρώνει ο ελληνικός λαός καθώς η ζημιά στρέφεται σε βάρος του Δημοσίου.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, την «πρόθεση» του κατηγορουμένου, περί χορήγησης ως επιπρόσθετων εγγυήσεων ακόμα και των μετοχών του ALPHA, η κ. Παπανδρέου επισημαίνει ότι:
■ Δεν υπάρχει οργανωμένη αγορά που να μπορεί να αποτιμήσει τις μετοχές του τηλεοπτικού σταθμού ALPHA (π.χ. εταιρείες εισηγμένες στο Χρηματιστήριο) και ως εκ τούτου η πώληση των μετοχών σε όποια τιμή δεν δύναται να εξασφαλίσει την πραγματοποίησή της.
■ Σε ένα υποθετικό σενάριο ότι ευρίσκετο αγοραστής για τις μετοχές του ALPHA που θα τεθούν ως εγγύηση, αυτός θα ζητούσε κατ’ ελάχιστον εκ νέου αποτίμηση της εταιρείας, ούτως ώστε να υποβάλει πρόταση αγοράς σε τιμή που ενδεχομένως να είναι χαμηλότερη από τη μετοχική αξία της επιχείρησης σήμερα.
■ Η τράπεζα προέβη στη δανειοδότηση του κατηγορουμένου σε ρευστό χρήμα και με τον ίδιο τρόπο πρέπει να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της, οι ληξιπρόθεσμες εκ των οποίων, ήδη από το έτος 2012, ανέρχονται στο ποσό των 5.000.000 ευρώ.