Σκηνοθετεί στο θέατρο το «Gagarin Way» του Γκρέγκορι Μπεργκ, μια μαύρη κωμωδία, που απομυθοποιεί και σαρκάζει την πολιτική βία. Οι δάφνες του με το «Miss Violence» στο Φεστιβάλ Βενετίας δεν του άλλαξαν τη ζωή. Συνεχίζει, πάντα «αουτσάιντερ», να κάνει την τέχνη που θέλει και έχει μια νέα ταινία στα σκαριά
«Δεν θέλω να διεκδικήσω τίποτα. Θέλω να κάνω μόνο τέχνη. Ο Λάνθιμος δεν ήταν βλάκας, ούτε προδότης, που έφυγε. Βρίσκεται στην Αγγλία, όπου τον αντιμετωπίζουν σαν δικό τους παιδί και του προσφέρουν φουλ υποστήριξη. Και κάνει την ταινία που θέλει με διεθνές κάστινγκ. Εδώ τρώγονται μεταξύ τους. Δεν θέλω καμιά σχέση με το σύστημά τους, γιατί διαβρώνεσαι πολύ εύκολα»
Της Εφης Μαρίνου
Ο Αργυρός Λέοντας που απέσπασε για την ταινία του «Miss Violence» στο πρόσφατο Φεστιβάλ Βενετίας ήταν μια από τις λίγες εθνικές χαρές που εισπράξαμε τα τελευταία πέτρινα χρόνια της κρίσης. Ο βραβευμένος Αλέξανδρος Αβρανάς σκηνοθετεί τώρα στο Θέατρο Βασιλάκου το καυστικό «Gagarin Way» του Γκρέγκορι Μπερκ, ένα έργο για το τέλος των πολιτικών ιδεολογιών, τη βία και την απάθεια.
Το «Gagarin Way» πρωτοπαρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου το 2001 και έκτοτε έχει μεταφραστεί σε 20 γλώσσες και έχει παρουσιαστεί σε όλο τον κόσμο. Ο 36χρονος σκηνοθέτης μιλάει για το έργο, τη σχέση του με την Αριστερά και το ελληνικό σινεμά, για τα σχέδιά του.
«Ενώ αρχικά ήθελα να κάνω τον “Ζωολογικό κήπο” του Αλμπι εγκατέλειψα την ιδέα, γιατί το έργο μού φάνηκε γυμνό θεματικά. Το “Γκαγκάριν” είναι μια μαύρη κωμωδία γραμμένη σε βαριά σκοτσέζικη προφορά, που δεν είναι διάλεκτος, αλλά η γλώσσα της εργατικής τάξης. Μου άρεσε η μετάφραση και η κινηματογραφική δομή του κειμένου. Θεωρητικά δεν έχει πολλή δράση. Είναι σαν να βλέπεις το “Reservoir Dogs”. Τέσσερις μαλάκες μέσα σε μια αποθήκη… Μια ορισμένη συνθήκη σε συγκεκριμένο χώρο, σε διάστημα μιάμισης περίπου ώρας. Δεν συμβαίνουν πολλά. Είναι σαν η “κάμερα” να γυρίζει πάνω τους ενώ μιλούν συνεχώς. Το κείμενο είναι λόγος, πρόζα, ατάκες. Με ενδιέφερε να αποκτήσει κίνηση, να μην είναι στατικό. Εκοψα 25 σελίδες. Είναι το πρώτο έργο του συγγραφέα και προβληματικό».
• Και οι χαρακτήρες. Πρόκειται για δύο τρομοκράτες που αποφασίζουν με τη βία ν’ αλλάξουν τον κόσμο.
Οι χαρακτήρες δεν ήταν καθαροί. Οι δυο εργάτες δουλεύουν σε μια αποθήκη και η δουλειά τους συνειρμικά παραπέμπει στους εργαζόμενους στην αποθήκη της πολυεθνικής Amazon, που διαμαρτύρονται για τις συνθήκες εργασίας. Θερμοκρασίες 41 βαθμών, φουλ υπερωρίες χωρίς να πληρώνονται, μπόνους σε όσους ρουφιανεύουν. Ο όμηρος των δυο ηρώων εργάζεται σε μια εταιρεία, που συμβουλεύει επιχειρήσεις πότε πρέπει να κλείσουν, πότε να γίνουν απολύσεις. Ο συγγραφέας έχει κατηγορηθεί ότι έπλασε τον Εντι, τον βασικό ήρωα, προβληματικό. Είναι πιο έξυπνος, πιο καλλιεργημένος απ’ ό,τι εκ των πραγμάτων μπορεί να είναι. Ο συγγραφέας τον αγάπησε, τον έκανε εξωφρενικά ατακαδόρο κι έβαλε στο στόμα του θεωρίες για τις διαφορές αγγλικής και γαλλικής κουλτούρας. Ενας μακρύς μονόλογος περί Σαρτρ και Ζενέ. Ε, όλο αυτό το έκοψα.
• Με τόσες επιφυλάξεις για το έργο πώς καταπιαστήκατε μαζί του;
Θεωρητικά δεν έχει κανένα αβαντάζ. Μπορείς να χαθείς μέσα στο κείμενο. Το κατάλαβα με τη δεύτερη ματιά. Μιλάμε για ένα τρομοκρατικό χτύπημα, που ο ίδιος ο συγγραφέας, στο πλαίσιο της κωμωδίας, το έχει ακυρώσει γελοιοποιώντας όλες τις βασικές συνθήκες. Ασφαιρα όπλα, καμία κάλυψη. Προσπάθησα να καθαρίσω τους χαρακτήρες, όχι ότι έχω πρόβλημα να δείξω την αφέλεια ή την ανεπάρκεια της εργατικής τάξης, άσε που κι αυτό ξέρουμε καλά πόσο οφείλεται στη δουλειά που κάνει το σύστημα. Ηθελα να το αποφασίσουν οι θεατές κι όχι να τους το πετάξω εγώ κοροϊδευτικά.
• Η πολιτικοποιημένη βία έχει λόγο ύπαρξης;
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, του καπιταλισμού, των πολυεθνικών, οι απλοί άνθρωποι όχι μόνο σαρώνονται αλλά μεταλλάσσονται και τρώνε ο ένας τον άλλον. Η βία δεν είναι λύση. Οι επαναστάσεις έχουν αφομοιωθεί πολύ καλά από το σύστημα. Το θέμα είναι τι εκφράζουν οι ήρωες. Ο ένας, νεκρωμένος ψυχικά, αναζητά το συναίσθημα εκτόνωσης μέσω της βίας, θέλει να ζήσει την εμπειρία του φόνου. Ο άλλος είναι κομμουνιστής από παράδοση, επειδή ο παππούς και ο πατέρας του ήταν ανθρακωρύχοι, αλλά ο συγγραφέας εμφανίζει την εργατική Αριστερά τόσο αφελή, σχεδόν χαζή, κι εμένα με πληγώνει, με στενοχωρεί.
• Ως αριστερό;
Δεν μου αρέσει η ευκολία να πετάς τις ιδεολογίες στα σκουπίδια, να τις εξευτελίζεις. Κι έπειτα θεωρώ ότι η Αριστερά έχει προσφέρει πράγματα – γιατί το ξεχνάμε; Οταν ανέβηκε το έργο, το 2011 και 2012, έκραξαν τον σκηνοθέτη γιατί επαναπαύτηκε στο χιούμορ του. Αλλά το χιούμορ το χρησιμοποιείς για να κάνεις τον θεατή πιο δεκτικό απέναντι σ’ αυτά που έρχονται και κάτι λένε επί της ουσίας, όχι για να χαχανίσει.
• Η ελληνική κοινωνία είναι απαθής;
Νομίζω ότι η υπερπληροφόρηση και συνεχόμενη ανάδειξη σκανδάλων δημιουργεί τελικά απάθεια στον κόσμο. Δεν υπάρχει τίποτα για να πιστέψεις και γι’ αυτό εργάστηκαν πολλοί. Ο,τι μπορεί να κάνει ο καθένας μόνος του. Οι κλασικοί τρόποι διαμαρτυρίας -πορείες, διαδηλώσεις- δεν λειτουργούν. Μοιάζει να ανήκουν σε μια άλλη εποχή. Δεν ενδιαφέρεται κανείς. Ολοι τρέμουν μήπως χάσουν κι αυτό το ελάχιστο που έχουν για να συντηρηθούν. Το σύστημα γνωρίζει τις «αξίες» της εποχής και τις διαπραγματεύεται πολύ καλά. Οι πολιτικοί ξέρουν τι θα γίνει και παίζουν ένα θέατρο στον λαό, βυθίζοντάς τον σε μεγαλύτερη ανασφάλεια. Ολοι παλεύουν να βγάλουν την κάθε μέρα, να ρυθμίσουν δάνεια, να πληρώσουν χαράτσια. Είναι πατημένοι κάτω. Ο λαός δεν έχει πεινάσει αρκετά. Πρέπει η εξαθλίωση να οξυνθεί για να βγει έξω.
• Εσείς θα βγείτε;
Εχω βγει στους δρόμους και θα ξαναβγώ. Δεν ανήκω σε κάποιο πολιτικό χώρο. Αριστερός είμαι αλλά δεν με εκφράζει κανένα κατεστημένο. Είναι όλα τόσο ρευστά με τις ταμπέλες. Κι ούτε ξέρεις τι να ψηφίσεις. Οταν οι αγρότες ψηφίζουν Ν.Δ. γιατί θέλουν την επιδότηση για τα βαμβάκια, τι να πεις; Οταν το κράτος τούς απειλεί ότι θα έρθει η Αριστερά και θα τους πάρει όλα. Ακόμα λειτουργεί εκείνο το παλιό επιχείρημα «θα έρθουν οι κομμουνιστές και θα σας πάρουν τα σπίτια». Ποια σπίτια που δεν θα υπάρχουν πια… Δεν υπάρχει κρίση, επικρατεί απόλυτη σύγχυση. Το κλειδί σε όλα αυτά είναι η Παιδεία. Το έργο γι’ αυτό μιλάει. Για την προσωπική σύγχυση των τριών ηρώων, το όνειρο των νέων για μια καλύτερη ζωή.
• Πώς ήταν η ζωή στο Βερολίνο όπου σπουδάσατε;
Εκεί το κράτος σού δίνει το δικαίωμα να κάνεις ό,τι θέλεις, να μορφωθείς, να δουλέψεις. Στη Βιβλιοθήκη μπορείς να έχεις όποια ταινία ζητήσεις, όποια παράσταση, όποιο βιβλίο. Ομως σου προσφέρει μία μόνο ευκαιρία. Αν την χάσεις, τελείωσε. Αν δεν τα καταφέρεις, είναι προσωπική σου ευθύνη. Και πέφτεις στην κατάθλιψη. Κι αυτό το dead line το βρίσκω σκληρό και κάπως άδικο.
• Το «Miss Violence» σοκάρει, παγώνει την ψυχή.
Δεν το συνειδητοποίησα στα γυρίσματα. Η αλήθεια της όμως, γιατί πρόκειται για πραγματική ιστορία που συνέβη στη Γερμανία, είναι πολύ πιο σοκαριστική. Προσπάθησα να την αποδώσω ήπια, ευγενικά χωρίς να προβοκάρω, για να καταλάβει ο θεατής. Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν στην Ελλάδα και παντού. Και συνήθως οι μηχανισμοί πρόνοιας δεν είναι τόσο διορατικοί για εκείνα που κρύβει ο καθωσπρεπισμός. Δεν αρκεί η ωραία διαφήμιση για το κοριτσάκι της διπλανής πόρτας που κλαίει, ενώ στο σπίτι του ακούμε τη βία να ξεσπά.
• Αλλαξε η ζωή σας μετά τη βράβευση;
Απέκτησα τέσσερις ατζέντηδες κι έναν μάνατζερ… Αισθάνομαι όπως πριν. Με το ίδιο πάθος γράφω ένα σενάριο και συνεργάζομαι με τους ίδιους ανθρώπους. Δεν είχα και δεν έχω λεφτά.
• Εχετε όμως άλλες αξιώσεις…
Αυτές τις είχα πάντα. Ημουν αυστηρός με τον εαυτό μου. Το βραβείο ήταν μια επιβράβευση του τρόπου προσέγγισης για επιλογή του θέματος. Δεν με μπλοκάρει να επαναλάβω κάτι παρόμοιο σε θέμα ή στιλ. Αλλωστε έχει τελειώσει η εποχή της μανιέρας.
• Η καλλιτεχνική επιτυχία της ταινίας αποτυπώθηκε σε εισιτήρια στις αίθουσες;
Εκοψε 15 χιλιάδες εισιτήρια, αναλόγως καλά. Θα μπορούσε να πάει καλύτερα. Οι Ελληνες είτε έχουν συνδέσει τον κινηματογράφο με τη στεγνή ψυχαγωγία είτε με αυτιστικά δημιουργήματα σκηνοθετών. Επί χρόνια βλέπαμε ταινίες που αφορούσαν μόνο τους δημιουργούς, δεν επικοινωνούσαν με το κοινό, το οποίο δικαίως απομακρύνθηκε. Η νέα γενιά κινηματογραφιστών δείχνει ότι θέλει να επικοινωνεί κι όχι να ναρκισσεύεται.
• Οι άνθρωποι του χώρου σάς βλέπουν τώρα διαφορετικά;
Δεν είχα ποτέ παρτίδες με τον χώρο, ούτε τώρα. Ημουν αουτσάιντερ. Οπότε ούτε ξέρω πώς με βλέπουν ούτε με νοιάζει. Δεν με βοήθησε κανείς, ούτε έχω παράπονο από κανέναν. Δεν ήμουν σε κάποια παρέα. Οι φίλοι μου είναι κάποιοι ηθοποιοί και άσχετοι άνθρωποι. Αλλωστε δεν έχω χρόνο. Γράφω ήδη το νέο σενάριο.
• Πιο μαλακό, ειρηνικό αυτή τη φορά;
Η τέχνη δεν έχει λόγο να είναι ειρηνική. Πρέπει να κρίνει, να αναλύει, να αφυπνίζει κοινωνικά. Ισως ακούγεται παράδοξο, αλλά μπορείς να γίνεις ευχάριστα δυσάρεστος, δηλαδή ωφέλιμος. Η καινούργια ταινία έχει φόντο μια ερωτική ιστορία και μιλά για τη γενιά των 40ρηδων που βλέπει το χρήμα να περνά από μπροστά της και δεν μπορεί να το αγγίξει. Γιατί πάντα θα μας υπόσχονται ένα «αμερικάνικο όνειρο» και πάντα θα το κυνηγάμε.
• Τώρα ανεβάζετε ένα θεατρικό με θέμα την τρομοκρατία. Το πρώτο έργο που σκηνοθετήσατε στο «Bios» ήταν το πολιτικό δοκίμιο του Στρίντμπεργκ «Μικρή κατήχηση για τις κατώτερες τάξεις». Τελικά σας ενδιαφέρει ο πολιτικός σχολιασμός;
Αλλο η αφετηρία και το σχόλιο κι άλλο ντε και καλά να θέλεις να κάνεις πολιτική ταινία. Οπως είπε κάποιος, το πολιτικό σινεμά έχει πεθάνει, γιατί δεν υπάρχει πια πολιτική. Κι αυτό το βρίσκω έντιμο καλλιτεχνικά και πολιτικά. Δεν καταλαβαίνω τους σκηνοθέτες που συνεχίζουν τάχα να πολιτικολογούν στον τάφο των ιδεολογιών, αναπαράγοντας με το ζόρι έναν ποιητικό λυρισμό. Ούτε μου λένε κάτι οι άδειες ωραίες εικόνες ή η μπουρζουαζίστικη στάση «κάνω μια ταινία κάθε χρόνο». Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που εξακολουθεί να επιχορηγεί την παραγωγή του ίδιου αποτυχημένου κινηματογράφου.
• Πολύ σκληρός…
Και πολύ ειλικρινής…
• Δεν φοβάστε το σύστημα. Μεθαύριο μπορεί να πρέπει να συνεργαστείτε, να διεκδικήσετε κάτι.
Δεν θέλω να διεκδικήσω τίποτα. Θέλω να κάνω μόνο τέχνη. Ο Λάνθιμος δεν ήταν βλάκας, ούτε προδότης, που έφυγε. Βρίσκεται στην Αγγλία όπου τον αντιμετωπίζουν σαν δικό τους παιδί και του προσφέρουν φουλ υποστήριξη. Και κάνει την ταινία που θέλει με διεθνές κάστινγκ. Εδώ τρώγονται μεταξύ τους. Δεν θέλω καμιά σχέση με το σύστημά τους, γιατί διαβρώνεσαι πολύ εύκολα.
• Πώς αντιλαμβάνεται κανείς τη στιγμή της διάβρωσης;
Οταν είναι πια αργά…Το θέμα είναι να έχεις κρίση και επίγνωση. Αν νιώσεις ότι μπορείς να τα κάνεις όλα, έχεις διαβρωθεί. Κάθε φορά που επιχειρώ κάτι στο θέατρο ή στον κινηματογράφο νιώθω τον φόβο και την αγωνία της πρώτης φοράς. Δεν σκέφτομαι αν θα με βρουν καλό ή κακό. Ανησυχώ αν εγώ θα είμαι σε θέση να κρίνω τη δουλειά μου, να μη με χαϊδεύω. Αυτό είναι το στοίχημα: να δημιουργείς και συγχρόνως να κρίνεις. Να είσαι με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω.
• Τόσο ψύχραιμος;
Ο συναισθηματισμός δεν βοηθά. Την πρώτη μεγάλου μήκους, το «Without», παρά τα βραβεία της, την έκραξαν. Δεν είπα: «βλάκες δεν ξέρετε τίποτα». Ακουσα προσεκτικά κάποιες ενστάσεις. Διαφοροποιήθηκα στην επόμενη ταινία, όχι για να συμμορφωθώ αλλά για να επικοινωνήσω. Φυσικά δεν θα λάβω υπόψη όσους είπαν ότι το «Miss Violence» βραβεύτηκε από τους ξένους επειδή φωτογραφίζει την αρρωστημένη ελληνική κοινωνία. Εν τέλει η μεγάλη μαγκιά είναι να μπορείς να απευθύνεις το προσωπικό και σ’ ένα μεγάλο κοινό. Η σχέση άλλωστε είναι διαλεκτική: όση ευθύνη έχει ο δημιουργός άλλη τόση έχουν και οι θεατές.
• Τελικά είστε κατά της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται;..
Εννοείται… Ε, πού και πού μου αρέσει να τα σπάω…
* INFO: Θέατρο «Βασιλάκου (Πλαταιών και Προφ. Δανιήλ 3 – Κεραμεικός, τηλ.: 210-3470707) «Gagarin Way» του Γκρέγκορι Μπερκ. Μετάφραση: Αλέξανδρος Μπαλαμώτης. Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Αβρανάς. Σκηνικά- Κουστούμια: Ευαγγελία Θεριανού. Φωτισμοί: Ολυμπία Μυτιληναίου. Συνεργασία και δραματουργία: Κώστας Περούλης. Παίζουν: Στέφανος Κοσμίδης, Μιχάλης Μουλακάκης, Κώστας Ανταλόπουλος, Μάνος Βακούσης.