26/01/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Μύρων Μιχαηλίδης

«Η Λυρική είναι πανέτοιμη για το Φάληρο»

Ο άνθρωπος που παρέλαβε το θέατρο το 2011 με παγωμένους τους λογαριασμούς του στις τράπεζες, κατασχεμένη τη μισθοδοσία και ένα χρέος 17 εκατομμυρίων ευρώ και το οδήγησε σιγά σιγά στη σημερινή άνθησή του, θυμάται τον εφιάλτη που έζησε, περιγράφει τον αγώνα που όλοι μαζί έκαναν και ανυπομονεί για τη μετακόμιση στο Κέντρο Πολιτισμού του.
      Pin It

Ο άνθρωπος που παρέλαβε το θέατρο το 2011 με παγωμένους τους λογαριασμούς του στις τράπεζες, κατασχεμένη τη μισθοδοσία και ένα χρέος 17 εκατομμυρίων ευρώ και το οδήγησε σιγά σιγά στη σημερινή άνθησή του, θυμάται τον εφιάλτη που έζησε, περιγράφει τον αγώνα που όλοι μαζί έκαναν και ανυπομονεί για τη μετακόμιση στο Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος

 

* «Μπορεί και παραμπορεί ένας οργανισμός να σταθεί σε υψηλό επίπεδο και συγχρόνως να μάχεται με τα φαντάσματα του παρελθόντος. Ο έξοχος “Ιπτάμενος Ολλανδός”, που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Κόκκος στο Ηρώδειο το καλοκαίρι, στοίχισε το ένα τρίτο σε σχέση με παλαιότερες καλοκαιρινές παραγωγές του θεάτρου. Αξιοποιούμε το προσωπικό (π.χ. το κατασκευαστικό τμήμα στο Περιστέρι), δουλεύουμε πολύ με το βεστιάριό μας, ζητάμε κατανόηση και προσαρμογή στις παρούσες συνθήκες από όλους τους ξένους συνεργάτες μας. Μπορώ να σας πω, ωστόσο, πως όταν πρωτοέθεσα αυτά τα αυτονόητα, με κοιτούσαν κάπως περίεργα»

 

* Το 2015 θα είναι έτοιμο το πρόγραμμα digital broadcasting, με το οποίο θα μπορεί οποιοσδήποτε να παρακολουθεί live streaming, δηλαδή ζωντανές αναμεταδόσεις των παραστάσεων

 

* «Δεν μπορεί η αίθουσα που ταυτίστηκε με μεγάλες στιγμές του λυρικού θεάτρου στην Ελλάδα, ο χώρος όπου τραγούδησαν πρώτη φορά η Μαρία Κάλλας και ο Κώστας Πασχάλης, να γίνει σουπερμάρκετ ή εμπορικό κέντρο. Είμαι σίγουρος ότι το υπουργείο Πολιτισμού θα διαφυλάξει τη συλλογική μνήμη»

 

* «Πιστέψτε με, αν αυτό που οι ξένοι θεωρούν πρωτοπορία έρθει στην Ελλάδα, δεν θα γίνει εύκολα και άμεσα αποδεκτό. Δεν αδιαφορούμε για την περιέργεια εκείνων που αναζητούν το καινούργιο, ούτε και προσφέρουμε ξαναζεσταμένο φαγητό. Δώστε, λοιπόν, χρόνο σε όλα»

 

Της Μαρίνας Κουβέλη

 

ΜΥΡΩΝ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣΑνέλαβε την ευθύνη της Λυρικής Σκηνής το 2011, στην πιο κρίσιμη στιγμή. Πιστώθηκε την επιτυχία που ήρθε μερικούς μήνες μετά. Αποδέχτηκε την κριτική που αφορά την ποιότητα ορισμένων παραγωγών. Απολαμβάνει την εξωστρέφεια του οργανισμού. Καμαρώνει για τον νέο κόσμο που συρρέει στις παραγωγές της Λυρικής. Οραματίζεται την επόμενη μέρα στο Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Ετοιμάζει ήδη την ενεργοποίησή της στη νέα ψηφιακή εποχή. Και στις αρχές Φεβρουαρίου θα υποδεχτεί το κλιμάκιο του Royal Opera House, που καταφτάνει στην Αθήνα για να ξεκινήσουν τις προετοιμασίες των συμπαραγωγών τους.

 

Ο Μύρων Μιχαηλίδης, καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ταυτισμένος με τα άλματα που έκανε ο οργανισμός τα τελευταία χρόνια, δεν ανανέωσε μόνο τη θητεία του στο τιμόνι του θεάτρου. Εχει ήδη στο μυαλό του με κάθε λεπτομέρεια το όραμα της επόμενης μέρας. Τον συναντήσαμε λίγο πριν από την πρεμιέρα του «Μάκμπεθ», που απόψε και αύριο δίνει στο Μέγαρο Μουσικής τις τελευταίες του παραστάσεις. Πριν δηλαδή αρχίσει να μαζεύει τη μία ενθουσιώδη κριτική μετά την άλλη. Μας είχε βεβαίως προειδοποιήσει: «Η ορχήστρα είναι στην καλύτερή της φάση. Θα εκπλαγείτε από αυτό που θα δείτε. Αυτός ο Μάκμπεθ είναι μόλις ένα δείγμα από το πώς ονειρευόμαστε τη Λυρική του μέλλοντος».

 

Πολύ ψύχραιμος και χαμηλών τόνων για την ηλεκτρική καρέκλα ενός οργανισμού που για καιρό βρισκόταν στη δίνη οικονομικών κι εσωτερικών προβλημάτων, ο Μ. Μιχαηλίδης ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση όταν φίλοι και συνάδελφοι τού επισήμαιναν: «Είσαι τρελός να αφήνεις τη δουλειά σου στην ΚΟΘ για μια θέση που καίει;»

 

Τελικά ήταν η φιλοδοξία που επικράτησε του χαρακτήρα; «Ολοι έχουμε φιλοδοξίες, θα ήμουν ψεύτης αν έλεγα ότι δεν με κολάκευσε η πρόταση. Ο τρόπος διαχείρισης των ματαιοτήτων μας καθορίζει τα πράγματα. Τη Λυρική, όμως, την αγαπούσα από παιδί. Την επισκέφθηκα πρώτη φορά στα 18 για να δω “Τραβιάτα”. Το 1986 σπούδαζα Νομική και καθώς ήμουν ένα παιδί που είχε μεγαλώσει στην Κρήτη και μόλις είχε φτάσει στην Αθήνα, η ζωντανή μου παρουσία σε ένα τέτοιο καλλιτεχνικό γεγονός ήταν μια εμπειρία απίστευτη. Αισθανόμουν δέος προς όσους είχαν τότε επαφή με αυτήν την τέχνη. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως 30 σχεδόν χρόνια μετά θα σας μιλούσα απ’ αυτή τη θέση. Ωστόσο, από τη στιγμή που αποφάσισα να αφοσιωθώ στη μουσική είχα τους γονείς μου πάντοτε δίπλα να μου θυμίζουν: “Οπου κι αν φτάσεις, ό,τι κι αν κάνεις, σε εμπιστευόμαστε”. Να, ο πατέρας μου, που έχασα πρόσφατα, τον έχω εδώ κοιτάξτε τον», λέει και δείχνει την οθόνη του υπολογιστή όπου τον έχει wall paper.

 

Η επιλογή δικαιώνει την τόλμη του. Αλλά τον εφιάλτη εκείνων των πρώτων ημερών είναι σαφές ότι δεν μπορεί να τον ξεχάσει. «Εγώ ανέλαβα το 2011 ακριβώς τη στιγμή που μπήκε μια μεγάλη θηλιά στον λαιμό μας. Τις μέρες εκείνες οι τράπεζες είχαν κατασχέσει τη μισθοδοσία. Η Λυρική είχε πάρει στο παρελθόν κάποια δάνεια τα οποία δεν μπορούσε να αποπληρώσει, με αποτέλεσμα οι τράπεζες, για να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους, να παγώσουν τους λογαριασμούς μας. Δυστυχώς, αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορούμε να λάβουμε χρήματα από το κράτος γιατί αμέσως θα δεσμεύονταν. Το δεύτερο μεγάλο βαρίδι ήταν το συσσωρευμένο χρέος των 17 εκατομμυρίων ευρώ. Εκατοντάδες πιστωτές έρχονταν, φώναζαν κι απειλούσαν ζητώντας μας τις οφειλές. Αυτά συνέθεταν ένα εκρηκτικό μείγμα. Υπήρχαν στη Λυρική κάποιες παθογένειες ετών, δεν το αρνούμαι. Το Μνημόνιο εκ των πραγμάτων επέφερε οριζόντιες αλλαγές κι εκεί ξεκίνησαν τα προβλήματα. Δεν έβλαψε η διοίκηση τους εργαζόμενους. Οι αλλαγές αφορούσαν όλη την κοινωνία».

 

Ο τρόπος του να αντιδράσει ποιος ήταν; «Αγωνίστηκα επενδύοντας στην ανθρώπινη εμπιστοσύνη», λέει. «Δεν δούλεψα με μαστίγιο. Κατάλαβαν, λοιπόν, σχεδόν όλοι ότι υπάρχει κάποιος που κρατά το τιμόνι, αλλά είναι εδώ για να τους υπηρετεί και να τους προστατεύει όλους από τα χειρότερα. Ωστόσο, να πω ότι οι μεγαλύτερες μειώσεις στο χρέος δεν προήλθαν από τις περικοπές των μισθών, αλλά από το συμμάζεμα σε βασικούς τομείς της διοικητικής λειτουργίας και του καλλιτεχνικού προγραμματισμού, τον οποίο φροντίσαμε ώστε να μην είναι και ευτελής. Εδωσα όλες μου τις δυνάμεις για να καταφέρω να τα διαχειριστώ όλα αυτά. Αισθάνομαι ότι σε παραστάσεις, εντάσεις και εμπειρίες έχω βιώσει μια δεκαετία».

 

Σήμερα η φουρτούνα έχει περάσει καθώς από τις απαιτήσεις των πιστωτών έφτασε να αναζητά τις χορηγίες εκείνες που θα δώσουν ανάσες στον οργανισμό. Τα χρήματα, τελικά, των χορηγών θα ελαφρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό; «Η ανεύρεση αυτών των χρημάτων αφορά τις καλλιτεχνικές παραγωγές, το ποιοτικό αποτέλεσμα στο οποίο στοχεύουμε, τις διεθνείς συμπαραγωγές που επιδιώκουμε, τις μεγάλες μετακλήσεις. Δεν μπορεί ο χορηγός να πληρώνει τη μισθοδοσία του προσωπικού, διότι μιλάμε για κρατικούς πολιτιστικούς φορείς. Πόσο μάλλον για το μοναδικό λυρικό θέατρο».

 

Με την πλάτη στον τοίχο και μην έχοντας άλλη επιλογή η Λυρική στράφηκε και στα προγράμματα ΕΣΠΑ. Σήμερα μπορεί να καυχιέται ότι έχει σημειώσει εξαιρετικά ποσοστά στην απορρόφηση των κονδυλίων. Επόμενος στόχος, η ενίσχυση της παρουσίας της στον ψηφιακό κόσμο. «Περί τα τέλη του 2014, στη χειρότερη περίπτωση το πρώτο δεκάμηνο του 2015, θα είναι έτοιμο το πρόγραμμα digital broadcasting, με το οποίο θα μπορεί οποιοσδήποτε να παρακολουθεί live streaming (ζωντανές αναμεταδόσεις) των παραστάσεων. Αναζητάμε τρόπους να ενισχύσουμε την απασχόληση. Τονίζουμε τον ανθρώπινο παράγοντα. Η Λυρική δεν είναι κτίρια, είναι άνθρωποι».

 

Ανοικτός για να κουβεντιάσεις μαζί του οτιδήποτε αφορά τον οργανισμό, ο Μ. Μιχαηλίδης, εκτός από τους επαίνους, έχει ακούσει τελευταία και αρκετές επικρίσεις για την καλλιτεχνική ποιότητα κάποιων παραγωγών. Τελικά μήπως το οικονομικό νοικοκύρεμα δεν μπορεί να συνυπάρξει με την καλλιτεχνική άνθηση; «Οχι, διαφωνώ. Μπορεί και παραμπορεί ένας οργανισμός να σταθεί σε υψηλό επίπεδο και συγχρόνως να μάχεται με τα φαντάσματα του παρελθόντος. Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, ο έξοχος «Ιπτάμενος Ολλανδός», που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Κόκκος στο Ηρώδειο το καλοκαίρι, στοίχισε το ένα τρίτο σε σχέση με παλαιότερες καλοκαιρινές παραγωγές του θεάτρου. Αξιοποιούμε το προσωπικό (π.χ. το κατασκευαστικό τμήμα στο Περιστέρι), δουλεύουμε πολύ με το βεστιάριό μας, ζητάμε κατανόηση και προσαρμογή στις παρούσες συνθήκες από όλους τους ξένους συνεργάτες μας».

 

Δηλαδή όλα αυτά τα αυτονόητα για έναν μεγάλο κρατικό οργανισμό δεν γίνονταν ώς τώρα; «Δεν θέλω να κάνω κριτική. Μπορώ να σας πω, ωστόσο, πως όταν τα πρωτοέθεσα, με κοιτούσαν κάπως περίεργα. Εν πάση περιπτώσει, για να επανέλθω, δεν θεωρώ ότι όλα είναι τέλεια. Αλλά καταλάβετε ότι ισορροπούμε και λύνουμε καθημερινά ένα πολύ δύσκολο sudoku. Από τη μια είμαστε το μοναδικό λυρικό θέατρο της χώρας, που οφείλει να ικανοποιεί την οικογένεια, κι από την άλλη οφείλουμε να παραμένουμε ανοικτοί σε νέες ιδέες και να τρέχουμε προς τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Με ενδιαφέρει η αισθητική συνέπεια και δεν θα με ακούσετε να υπεραμύνομαι της λαϊκίστικης άποψης που λέει, “αφού κάνουμε sold out, δεν μας ενδιαφέρουν τα υπόλοιπα”. Αν θεωρήσω ότι μια παραγωγή του 1960 που γέμισε τότε τα ταμεία πρέπει να επιστρέψει μόνο και μόνο για να επαναλάβει την εισπρακτική επιτυχία, τότε κλονίζω τη δημιουργικότητα. Παραδέχομαι ότι πήραμε πολλά ρίσκα και πράγματι δεν επιτύχαμε σε όλα. Διδασκόμαστε. Και μπολιάζουμε με μικρές δόσεις το όραμά μας για το πώς θέλουμε να είναι η Λυρική σε μερικά χρόνια».

 

Δηλαδή σαν να λέμε, η πρωτοπορία δεν θέλει σπασμωδικές κινήσεις. Δεν τις σηκώνει το κοινό; «Εξαρτάται τι εννοούμε πρωτοπορία. Στο εξωτερικό κάποια από αυτά που εμείς θεωρούμε πολύ μοντέρνα τα έκαναν πριν από 20 χρόνια. Σήμερα πλέον θεωρούνται παρωχημένα. Γι’ αυτό και όταν τους ζητάμε να τα επαναλάβουν για μια δική μας παραγωγή, έχουν έναν δισταγμό. Πιστέψτε με, αν αυτό που οι ξένοι θεωρούν πρωτοπορία έρθει στην Ελλάδα, δεν θα γίνει εύκολα και άμεσα αποδεκτό. Δεν αδιαφορούμε για την περιέργεια εκείνων που αναζητούν το καινούργιο ούτε και προσφέρουμε ξαναζεσταμένο φαγητό. Δώστε, λοιπόν, χρόνο σε όλους. Ο τρόπος που προετοιμάζονται τα πράγματα είναι πολύ μελετημένος. Και κάτι ακόμα: καταλαβαίνω όσους κριτικάρουν την επιλογή μας να επαναφέρουμε κάποια παλιότερα έργα που υπάρχουν στο ρεπερτόριό μας. Εχετε σκεφτεί όμως τι θα άκουγα αν αποφάσιζα σε καιρό κρίσης να ξοδέψω χρήματα για να κάνω μια νέα παραγωγή μόνο και μόνο γιατί δεν μου άρεσε η παλαιότερη; Δεν μπορείς να πετάς έτσι τις παλιές παραγωγές. Μπορείς, όμως, να τις δουλεύεις καλύτερα για να τις επαναφέρεις στο σήμερα».

 

Πέρα, όμως, από τις ισορροπίες που καλείται να κρατήσει ο οργανισμός, οφείλει στο διάστημα που απομένει να προετοιμαστεί και για το επόμενο καίριο βήμα: τη μετάβαση στις εξαιρετικές νέες εγκαταστάσεις της στο Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Είναι άραγε έτοιμη η Λυρική ή θα φανεί σαν τον επαρχιώτη στα μεγάλα σαλόνια; «Το τονίζω σε όλους τους τόνους: είμαστε πανέτοιμοι. Θα αναπνεύσουμε, θα κάνουμε τις παραγωγές που της αξίζουν. Εχουμε τεχνογνωσία δεκαετιών την οποία επιτέλους θα αναδείξουμε. Περισσότερο με απασχολούν τεχνικά ζητήματα για το πρώτο διάστημα, όπως η έλλειψη στάσης μετρό, παρά τομείς όπως ο καλλιτεχνικός, που τον έχουμε υπό έλεγχο. Πρέπει όλοι να είμαστε ευτυχείς για την προοπτική που διαγράφεται στον νότιο άξονα της Αθήνας. Φαντάζεστε 180 στρέμματα πάρκου ολοκληρωμένα και παραδομένα στους Αθηναίους; Φαντάζεστε έναν τέτοιο χώρο αυτόνομο ενεργειακά; Μια αίθουσα με τέλεια ακουστική; Συγκλονιστικές προοπτικές».

 

Και ο χώρος στον οποίο βρισκόμαστε τώρα τι θα απογίνει; Μπορεί η Λυρική να αποχαιρετήσει το παρελθόν της με τέτοια ευκολία; «Είμαι ξεκάθαρος, παρόλο που η απάντησή μου μπορεί να μην αρέσει σε κάποιους ή να φαίνεται διπλωματική. Δεν μπορεί η αίθουσα που ταυτίστηκε με μεγάλες στιγμές του λυρικού θεάτρου στην Ελλάδα, ο χώρος όπου τραγούδησαν πρώτη φορά η Μαρία Κάλλας και ο Κώστας Πασχάλης, να γίνει σουπερμάρκετ ή εμπορικό κέντρο. Είμαι σίγουρος ότι το υπουργείο Πολιτισμού θα διαφυλάξει τη συλλογική μνήμη».

 

Κι επειδή με την κουβέντα φτάσαμε ήδη στο μέλλον, τη δική του επόμενη μέρα μετά τη Λυρική, τη σκέφτεται καθόλου; «Τι να σας πω; Μαέστρος ήμουν και μαέστρος θα παραμείνω. Είμαι απολύτως απορροφημένος με τη Λυρική. Δεν βλέπω τεχνοκρατικά τα πράγματα. Είμαι συνδεδεμένος συναισθηματικά. Την αγαπώ. Είμαι δοσμένος 100%. Τόσο που η προσωπική μου ζωή σε σχέση με δέκα χρόνια πριν έχει εντελώς αλλάξει. Ευτυχώς έχω την αμέριστη κατανόηση της οικογένειάς μου. Θέλω να οδηγήσω τη Λυρική ώς τη νέα στέγη και να διασφαλίσω το μέλλον της όσο μπορώ. Δεν διεκδικώ ισοβιότητες. Κι επίσης, καθώς οι θεσμοί δεν είναι υποθέσεις προσώπων, θέλω η Λυρική να εξελιχθεί σε ένα διεθνούς απήχησης λυρικό θέατρο και μετά από μένα. Αυτή θα είναι η μεγάλη μου επιβράβευση».

 

Scroll to top