26/01/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Χαρακίρι για δυο μπεστ-σέλερ

Αλίκη Ντουφεξή-Πόουπ «Το ακατέργαστόν μου» Μυθιστόρημα. Εστία, 2013, σελ. .
      Pin It

Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη

 

Τέτοια συγγραφέας δεν υπάρχει! Ούτε υπάρχουν τα δύο μυθιστορήματα που ισχυρίζεται στο αυτί του βιβλίου ότι έχει γράψει, η «Ερωτική καταιγίδα» και οι «Ψιχάλες αγάπης στο πρόσωπό μου». Το όνομα είναι προφανώς ψευδώνυμο του Αλκη Χατζηκωστή, ο οποίος, αν και έχει βλέψεις να εκδώσει το αριστούργημά του, αναγκάζεται να γράψει πρώτα με γυναικείο ψευδώνυμο ένα ερωτικό ευπώλητο.

 

Αλλά φυσικά ούτε Αλκης Χατζηκωστής υπάρχει, κι έτσι ο ψευδώνυμος συγγραφέας (η πραγματική «Αλίκη Ντουφεξή-Πόουπ») περνά από την πραγματικότητα στη μυθοπλασία και τανάπαλιν σε μια αυτοαναφορική πεζογραφία που παίζει και γελά, καθώς αναμιγνύει τα επίπεδα, για να προκαλέσει καλοπροαίρετη σύγχυση και θυμηδία.

 

Πρόκειται για τη λοξή ματιά του μεταμοντέρνου, που ειρωνεύεται τον κόσμο, τη γραφή και τον εαυτό του, που προβάλλει την πλαστότητά του και μαζί μ’ αυτήν αναδεικνύει το παιχνίδι της λογοτεχνίας, η οποία ποτέ δεν είναι απλή μίμηση.

 

Τα ετερόκλητα είδη λόγου που απαρτίζουν αυτό το κολαζιακό κείμενο εξασφαλίζουν καταρχάς την απαραίτητη αληθοφάνεια, ώστε ο αναγνώστης να πειστεί πως η συγγραφέας υπάρχει και δεν είναι εκδοτικό τέχνασμα. Από την άλλη, προάγει την πολυφωνία, επιτρέπει σε κάθε αφηγηματικό επίπεδο να διαπιδύσει μέσα στο άλλο κι έτσι προσεγγίζει την πραγματικότητα από ποικίλες οπτικές γωνίες. Οι μαρτυρίες των γνωστών του Αλκη εναλλάσσονται με «αντικειμενικά» στοιχεία από λογοτεχνικά λεξικά και συνεντεύξεις, ενώ αντίστοιχα ντοκουμέντα κατατίθενται για την Αλίκη Ντουφεξή-Πόουπ, τo alter ego του Αλκη, που γνωρίζει επιτυχία ως μπεστσελερίστρια συγγραφέας.

 

Το μυθιστόρημα αποτελεί προφανώς μια κωμική-παρωδιακή καταγγελία της ευκολίας των ευπώλητων και των νόμων της αγοράς που προωθούν το εμπορικό και απαξιώνουν στην πράξη το ποιοτικό… Πραγματεύεται αυτή τη μόδα ως μια εμπορική συνθήκη, η οποία βρίσκει πολλές αναγνώστριες έτοιμες να ρουφήξουν τα best-sellers, χωρίς να έχουν αξιώσεις λογοτεχνικότητας και πνευματικής εμβάθυνσης, αγράμματες οι περισσότερες, δείγμα μια μικροαστικής τάξης, η οποία δεν εκτιμά τη λογοτεχνία, αλλά μέσα σ’ αυτή αναζητά τους μεγάλους έρωτες.

 

Δεν ήμουν εξ αρχής σίγουρος ότι ένας «σοβαρός» συγγραφέας μπορεί να μετατραπεί σε εύπεπτο μπεστσελερίστα, που να χρησιμοποιεί τα κλισέ της ροζ λογοτεχνίας και να προκαλεί ερωτικά ντελίρια. Κι όντως αυτός ο διχασμός είναι τελικά καθοριστικός, αφού στο τέλος του βιβλίου αποδεικνύεται καταστροφικός. Ο Αλκης πρέπει να σκοτώσει την «Αλίκη», καθώς αυτή δεν του επιτρέπει να γράψει όπως παλιά και τον παρασύρει σε μελοδραματικές περιγραφές βουτηγμένες στο γλυκερό ύφος του είδους.

 

Είναι τελικά αυτή η διπλή συγγραφική ταυτότητα απόδειξη του ότι όλοι μπορούν να κινούνται στο υψηλό και στο χαμηλό ταυτόχρονα; Μήπως δηλώνει πως σήμερα, στην εποχή του μεταμοντέρνου, αυτά τα επίπεδα δεν διαφοροποιούνται; Μήπως θέλει ο/η δημιουργός να δηλώσει ότι όλοι διαβάζουν τα πάντα, και τα σοβαρά και τα εμπορικά, ή όλοι μπορούν να γράψουν τα πάντα;

 

Λέτε η Αλίκη Ντουφεξή-Πόουπ να είναι συγγραφέας μπεστ σέλερ και τώρα να αποδεικνύει με ψευδώνυμο ότι μπορεί να σαρκάσει τον χώρο της, αλλά και να κλείσει το μάτι σε όσους θεωρούν πως τέτοιοι συγγραφείς είναι μόνο για εύκολες αφηγήσεις; Ή το αντίθετο: η πεζογράφος (μήπως είναι άντρας;) επιδιώκει να δείξει πόσο η κοινωνία μας έχει διαβρωθεί από την αντίληψη ότι το βιβλίο αξίζει μόνο όταν πουλάει, αντίληψη που βάζει σε πειρασμό ακόμα και τους άλλους λογοτέχνες να εξοκείλουν σε τέτοια γλιστερά εδάφη.

 

Scroll to top