28/01/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Φωτογραφίζει και σχολιάζει ο Τάσος Κωστόπουλος

Η τρίτη γενιά

      Pin It

 

 

 

 

 

Το φθινόπωρο του 2002, λίγο μετά την αστυνομικο-μιντιακή εξάρθρωση των υπολειμμάτων της 17Ν, το ένθετο «Βιβλιοθήκη» τής τότε «Ελευθεροτυπίας» ζήτησε από ορισμένους συγγραφείς να σχολιάσουν με διηγήματά τους τα τεκταινόμενα. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους, που επιδόθηκαν στο άχαρο έργο της «λογοτεχνικής ανάπλασης» των κινήσεων και των σκέψεων των πραγματικών συλληφθέντων, η αείμνηστη Νένη Ευθυμιάδη προτίμησε να σκιαγραφήσει μια διαφορετική εξέλιξη: τη (φανταστική) επιβίωση της νεότερης γενιάς της οργάνωσης που, διαφεύγοντας τη στενή επιτήρηση των αντιτρομοκρατικών μηχανισμών, έκοψε τους δεσμούς με την «παλιά φρουρά» για να δρομολογήσει σε καινούργιες βάσεις την ένοπλη δραστηριότητά της.

 

Μια νέα γενιά «ανταρτών πόλης» αναδύθηκε όντως στο δεύτερο μισό της ίδιας δεκαετίας, πολύ πριν από την εξέγερση του Δεκέμβρη, ως απόρροια και υποπροϊόν της επικοινωνιακής υπερπροβολής του «αντιτρομοκρατικού θριάμβου» του 2002. Με χαρακτηριστικά, όμως, πολύ διαφορετικά από εκείνα των προπατόρων της. Ξεφυλλίζοντας τα κείμενα της «Συνωμοσίας των Πυρήνων της Φωτιάς», διαπιστώνεις αμέσως το πολιτικοϊδεολογικό χάος που χωρίζει τις δύο εποχές: αντί για την ένοπλη προπαγάνδα που -θεωρητικά τουλάχιστον- απέβλεπε στην «πολιτική αφύπνιση» των μαζών, στα ντοκουμέντα της ΣΠΦ κυριαρχούν οι αυτοαναφορικές διακηρύξεις αποκοπής από την «αποχαυνωμένη» υπόλοιπη κοινωνία (τη «μάζα» ή το «κοπάδι»), με ρητή αποκήρυξη κάθε επιθυμίας για λαϊκό έρεισμα. Την ίδια κουλτούρα «ιπποτών της Αποκάλυψης» συναντάμε και σε αφίσες κάποιων τάσεων του αναρχικού χώρου (1). Με τις πολυσέλιδες προκηρύξεις του, που προσπαθούσαν να δώσουν μια ολιστική εικόνα των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων και των συσχετισμών που επέβαλλαν -κατ’ αυτόν- την προσφυγή στα όπλα, ο «Επαναστατικός Αγώνας» ανήκε σαφώς στην προηγούμενη φάση· το ίδιο και τα συνθήματα, οι αφίσες ή τα αυτοκόλλητα που υποστηρίζουν τη δράση του (2-3). Παρόμοιες διαθέσεις αντανακλά και η παρθενική προκήρυξη των πολυσυζητημένων ΜΛΕΔ, που ανέλαβαν την ευθύνη για τη δολοφονία των δύο χρυσαυγιτών.

 

Τα συνθήματα στους τοίχους υπέρ του αντάρτικου πόλης δεν γράφονται, βέβαια, από τους ίδιους τους ένοπλους ντεσπεράντος, αλλά από απλούς συνήθως ομοϊδεάτες, γοητευμένους από την εικόνα μιας ολοκληρωτικής ρήξης με το σύστημα. Εξ ου και οι εμφανείς αποκλίσεις στις υπογραφές υμνητών και υμνουμένων. Η 17Ν ξεκίνησε ως γκεβαρική ομάδα με εργατίστικες αναφορές, υιοθέτησε το 1985 έναν παραδοσιακό μαρξιστικό-λενινιστικό λόγο επικεντρωμένο στην υποτιθέμενη «καθυστέρηση» του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και της «λούμπεν μεγαλοαστικής τάξης», για να μετατραπεί λίγο αργότερα (από το 1988 και μετά) σ’ ένα εθνικιστικό σχηματισμό, οι προτροπές και οι αναλύσεις του οποίου έρχονταν όλο και περισσότερο σε διάσταση με την ιστορική παράδοση της Αριστεράς· εξέλιξη που αντανακλά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των διαδοχικών στρατολογιών της, όπως αυτά αποτυπώθηκαν στις καταθέσεις των συλληφθέντων, και, σε αντίθεση με το σχήμα του παντοκράτορα αρχηγού που πρόκριναν οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις, μαρτυρεί μια κάποια εσωτερική λειτουργία και ζύμωση. Τα συνθήματα υπέρ της οργάνωσης υπογράφονται όμως κατά κανόνα από αντιεξουσιαστές (5), ενώ αυτά της ΣΠΦ συνοδεύονται συνήθως από νιχιλιστικά σύμβολα (4). Ενιαία πρακτική συνιστά μόνο η απότιση φόρου τιμής στους πεσόντες συντρόφους: στον Χρήστο Τσουτσουβή το 1986 (6), στον Λάμπρο Φούντα από το 2010 και μετά (7-11). Εξίσου ορατή είναι ωστόσο η αντίθεση ανάμεσα στους ποιητικούς αποχαιρετισμούς, από τη μια, και τον χουλιγκάνικο θαυμασμό οποιουδήποτε πυροβολεί τους μπάτσους (12) ή τη λατρεία της ένοπλης παρανομίας καθεαυτής, δίχως την πρόταξη κάποιου κοινωνικού οράματος, από την άλλη (13).

 

Για την όποια μαζικοποίηση αυτού του τελευταίου φαινομένου δεν φταίει όμως κανένα «χάσμα γενεών», αλλά η βιωμένη εμπειρία των τελευταίων χρόνων: η βίαιη καταστολή των μαζικών λαϊκών κινητοποιήσεων του 2010-12 και η ακόμη πιο αχαλίνωτη (πλην λιγότερο ορατή σε κοινή θέα) αντινεανική αστυνομική βία που συνοδεύει τη «μηδενική ανοχή» του κ. Δένδια. Ο πιτσιρικάς που κολλούσε το τελευταίο αυτοκόλλητο, στο περιθώριο του πανεργατικού συλλαλητηρίου στις 20/2/2013, δεν είχε λογικά άλλες παραστάσεις για την κοινωνία και την πολιτική από το μνημονιακό κράτος έκτακτης ανάγκης…

Scroll to top